Προ καιρού, το Καλοκαίρι του 2009, ήλθε ένα πούλμαν με προσκυνητές από το Χαλάνδρι. Μία ευσεβής κυρία, ώριμη κατά την ηλικία, φανερά συγκινημένη μετά την προσκύνηση της ιεράς εικόνος της Θεομήτορος, μας διηγήθηκε το ακόλουθο περιστατικό:
«Πριν μερικά χρόνια, είπε, που είχα το αγοράκι μου οκτώ ετών, εργαζόμουν, γιατί είχα ανάγκη, σ’ έναν γιατρό και περιποιόμουν τον γέροντα και ασθενή πατέρα του.
Ένα πρωί όμως το αγοράκι κου ξημερώθηκε άρρωστο, με υψηλό πυρετό. Τι να 'κανα που είχα ανάγκη το μεροκάματο; Το άφησα μόνο του και του είπα:
- Σου βάζω δίπλα το τηλέφωνο. Όταν χτυπάει, θα το σηκώνεις και θα μου λες τι κάνεις.
Όταν έφθασα στο σπίτι του γιατρού, ο οποίος ήταν πολύ καλός άνθρωπος, με ρώτησε γιατί ήμουν στενοχωρημένη. Του είπα ότι είχα άρρωστο το παιδί μου. Τότε μου είπε:
- Άφησες το παιδάκι άρρωστο για να έρθης να φυλάξης τον γέρο; Δεν έπρεπε. Πάρε το ένα τηλέφωνο, να δούμε πώς πάει.
Πήρα τηλέφωνο μπροστά του. Αλλά το παιδί δεν απαντούσε. Δοκίμασε και μόνος του, αλλά κανένα αποτέλεσμα! Τότε συγχυσμένος μου φώναξε:
- Κακούργα (!) Τρέξε γρήγορα στο παιδί σου!
Βγήκα σαν τρελλή απ’ το ιατρείο του στον δρόμο και άρχισα να ψάχνω για ταξί. Πουθενά όμως!
Λαχταρούσα να ιδώ ένα κίτρινο αυτοκίνητο (αυτό το χρώμα έχουν τα ταξί των Αθηνών) αλλά τίποτε… Άρχισα να τρέχω με τα πόδια προς το σπίτι. Από την αγωνία έφθασε η ψυχή μου στο στόμα μου! Έκλαιγα και προσευχόμουν στην Παναγία να με λυπηθεί και να μην έχει πάθει το παιδάκι μου τίποτε. Και τότε… - ω εύσπλαχνη μητέρα του Θεού! – παρουσιάστηκε μπροστά μου με θεία ομορφιά και μ’ ένα μειδίαμα στοργικό, που έδιωξε αμέσως την ταραχή μου, έκανε μια κίνηση καθησυχασμού σε μένα. Σταμάτησα προς στιγμή κατάπληκτη. Η παρουσία Της με γέμισε γαλήνη. Αμέσως κατάλαβα το μήνυμά Της: «Ησύχασε ! Το παιδί είναι καλά!».
Μετά από αυτό χάθηκε από μπροστά μου. Συγκινημένη κοίταξα ολόγυρά μου κι έκανα τον σταυρό μου. Τότε τα μάτια μου έπεσαν στο κατάστρωμα του δρόμου. Εκεί υπήρχε πεσμένη μια χάρτινη εικόνα της Παναγιάς! Την σήκωσα βιαστικά, Την φίλησα, Την έβαλα στο στήθος μου και συνέχισα τον δρόμο μου προς το σπίτι με σύντομο βάδισμα, αλλά τώρα πιο ήρεμα.
Όταν έφθασα στο σπίτι, το αγοράκι μου το βρήκα καλύτερα απ’ ό,τι το άφησα. Όταν το ρώτησα γιατί δεν σήκωσε το τηλέφωνο, μου είπε:
- Μαμά, δεν χτύπησε!
Την εικόνα που βρήκα στον δρόμο, εκείνη την αλησμόνητη ημέρα, την κορνιζάρισα και την έβαλα στο εικονοστάσι. Σήμερα που ήρθα εδώ, αναγνώρισα στην εικόνα της Μονής σας την Παναγία της εικόνας που βρήκα! Είμαι πολύ συγκινημένη . Μέχρι τώρα δεν ήξερα ποια Παναγία ήταν. Μεγάλη η Χάρη Της!»
Πηγή: «Η Μεγαλόχαρη Παναγία η Βαρνάκοβα», Θαύματα της Παναγίας κ’ η παράκλησή Της, 2011
0 Σχόλια: