Μια γυναίκα από τον Κόρωνο διηγήθηκε μια ιστορία που έλαβε χώρο τον 19ο αιώνα. Καθώς η συγκεκριμένη γυναίκα μάζευε πορίχια (ένα είδος εδώδιμου αγριόχορτου, το βλαστάρι της βρούβας), πρόσεξε ένα γέρο άντρα που μάζευε και εκείνος τα ίδια χόρτα. Εκείνος της έκανε νόημα να πάει κοντά του και της είπε για να μην τη φοβίσει, "Είμαι άνθρωπος". Όταν η γυναίκα τον πλήσίασε, εκείνος της είπε, "Είμαι ο 'Αγιος Σπυρίδωνας και θα σε φωτίζω από δω και πέρα". Η γυναίκα είχε μια εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα και όταν καλούσε τον άγιο η εικόνα έκανε ένα οξύ θόρυβο και το γυαλί της θάμπωνε σαν να ίδρωνε. Τότε η γυναίκα σκούπιζε τον "ιδρώτα" από την εικόνα με ένα βαμβάκι και μπορούσε να δει τι συνέβαινε εκείνη τη στιγμή ή τι επρόκειτο να συμβεί στο μέλλον. Οι άνθρωποι ρωτούσαν τον άγιο διάφορα πράγματα μέσω της γυναίκας όπως για παράδειγμα για αντικείμενα που είχαν χάσει ή για την έκβαση μελλοντικών ενεργειών. Η γυναίκα αποκαλούσε τον άγιο "ο γέρος μου" και ζήταγε από τον κόσμο να περιμένει μέχρι να τον καλέσει. Προέβλεψε ότι μια μέρα θα εμφανίζονταν στον ουρανό "φτερωτά τέρατα". Πολλά χρόνια αργότερα όταν κατασκευάστηκαν τα πρώτα αεροπλάνα οι άνθρωποι κατάλαβαν τι εννούσε. Επίσης η γυναίκα αυτή είχε προβλέψει ότι στι Αργοκοίλι θα κατασκευαζόταν μια καμπάνα η οποία θα ακουγόταν σε όλο το κόσμο. Λίγα χρόνια μετά χτίστηκε σε ένα λόφο πιο πέρα από το Αργοκοίλι ένα τεράστιο κωδωνοστάσιο. Άραγε αυτό σήμαινε ότι η προφητεία της είχε εκπληρωθεί; Όχι, είπαν όλοι, ήταν απλά μια έκφραση εγωισμού. Κάποιος ρώτησε, "Ακούσατε ποτέ να χτυπά αυτή η καμπάνα;". Είχε δίκιο γιατί η καμπάνα ήταν σπασμένη. Η αληθινή ερμηνεία της προφητείας της είπε, ήταν το δορυφορικό πιάτο που είχε εγκαταστήσει το ναυτικό λίγο πιο πάνω από την εκκλησία στο Αργοκοίλι.