Μια ιστορία φαντασμάτων θα σας διηγηθώ διαφορετική από τις συνηθισμένες .
Πάνε χρόνια πίσω όταν στην Παλιά Πόλη ακόμα δεν υπήρχαν μπαρ , τότε που η Παλιά Πόλη αποτελούσε απλά μια περιοχή με φτωχογειτονιές , χωρίς φασαρία και μουσική στα γραφικά σοκάκια να αντηχεί σε όλη την περιοχή , χωρίς μηχανάκια να πηγαινοέρχονται και ορδές νέων να διασκεδάζουν .
Θυμάμαι εκεί που τώρα είναι το Μικρο Καφέ ήταν το σούπερ μάρκετ του Πολιά λίγο, πιο πάνω το Μανάβικο του Στεφάνου , μόνο ο μπαρμπέρης έμεινε στο ίδιο πόστο τόσα χρόνια , αν και τώρα έχει αναλάβει ο γιος του .


Σε αυτή λοιπόν την περίοδο που όλα κυλούσαν πιο ήσυχα, θα  να ανατρέξω  και θα σας διηγηθώ εκείνη την διαφορετική ιστορία φαντασμάτων .

 

Η Μεσαιωνική Πόλη , εκείνη την εποχή ήταν ήσυχη και οι δρόμοι έρημοι τα βράδια , αν ήταν και χειμώνας δεν συναντούσες ψυχή . Ο αέρας μουρμούριζε τις δίκες του νότες σαν περνούσε μέσα απο τα γραφικά σοκάκια κάνοντας ήχους τρομακτικούς . Βλέπετε λίγο τα παλιά κτίρια , λίγο η ερημιά στους δρόμους , λίγο η φαντασία να τρέχει πίσω στον Μεσαίωνα και στις μάχες που δόθηκαν και είχε στηθεί το τέλειο σκηνικό για μια ιστορία φαντασμάτων .
Φαντάσματα λοιπόν κατάλευκα έτρεχαν κάθε βράδυ μέσα στα σοκάκια τις Παλιάς Πόλης κάνοντας τους κατοίκους να φοβούνται ακόμα περισσότερο να κυκλοφορήσουν τη νύχτα , οι συζητήσεις έδιναν και έπαιρναν στο πρώτο φως της μέρας και κάθε λίγο καιρό και μια καινούργια συνάντηση με ένα φάντασμα .
Ο καιρός περνούσε , όλο και περισσότερες γειτονίες είχαν φως , η Παλιά Πόλη άλλαζε με γρήγορους ρυθμούς και τα φαντάσματα πλέον αναγκάστηκαν να αφήσουν τα λευκά σεντόνια τους σπίτι.
Βλέπεις το κόλπο του λευκού σεντονιού που φόραγαν τα παράνομα ζευγαράκια τις νύχτες και τρόμαζε ο κόσμος νομίζοντας οτι έβλεπε φάντασμα δεν έπιανε πλέον , έτσι τα φαντάσματα εξαφανίστηκαν και την θέση τους πήραν οι αλλοπρόσαλλοι ήχοι των μπαρ και οι ορδές των νέων που περιδιαβαίνουν στα φωτισμένα πλέον σοκάκια .