Η παρακάτω αναφορά μας έρχεται από την Καρυδίτσα Κοζάνης...
Η πίστη των ανθρώπων στα αερικά ήταν πολύ έντονη στα χρόνια εκείνα.Τις νύχτες απαγορευόταν να βγαίνουν έξω από το σπίτι,διότι μπορεί να πετυχαίνανε τα στοιχιά στην ώρα του δείπνου τους ή να τα ενοχλούσαν και ήταν σαν να προκαλούσαν την τύχη τους.Καθόλη τη διάρκεια της νύχτας οι χωρικοί άκουγαν παράξενους ήχους,πόρτες και παράθυρα να τρίζουν χωρίς να προκαλείται αυτό από φυσικά αίτια (άνεμος κλπ).Άκουγαν φασαρία στις αποθήκες και στα κελάρια τους και πολλές φορές το πρωί όταν ξυπνούσαν οι νοικοκυρές βρίσκανε έτοιμο,κοσκινισμένο το αλεύρι που προοριζόταν για το ζύμωμα των ψωμιών.Λέγανε τότε πως το κοσκίνισε το στοιχιό!Πολλοί ήταν αυτοί που μιλούσαν για συνάντηση τους με νεράιδες και αερικά,ενώ άλλοι τα βλέπανε καθημερινά στο σπίτι τους,ψηλά στα παραθύρια και όταν τα πλησιάζανε αυτά χανόντουσαν.Τις νύχτες αργά αν τύχαινε να βγούνε έξω από το σπίτι γέμιζαν σπυριά στο πρόσωπο ή παραλύανε και αυτό ενίσχυε τους φόβους τους και οι δοξασίες περί δαιμόνων και ξωτικών αυξάνονταν και πληθύνονταν.Η λύση για τα σπυριά ήταν το κάπνισμα τους με λουλούδια από τον επιτάφειο,ενώ για τα διάφορα "κουσούριου" τα τάματα (χρυσά ή ασημένια ομοιώματα-χέρια,πόδια κλπ) που τα πηγαίνανε στους Αγίους Αναργύρους στην πόλη της Κοζάνης για να διαβαστούν.Έτσι και "διάβαιναν" όλα τα κακοπαθήματα,εφόσον δεν υπήρχαν εύκαιροι γιατροί.
Ένα συγκεκριμένο περιστατικό που αφορά έναν οικογενειάρχη με πολλά παιδιά,συνέβει τα χρόνια εκείνα στην Καρυδίτσα.Ένα στοιχειό,που ο ίδιος το περιέγραψε σαν μια μορφή από αέρα,έκανε αισθητή την παρουσία του κάθε βράδυ στο σπίτι του ανθρώπου αυτού και κουνούσε τις κούνιες τον μωρών,τα σκέπαζε και τα ξεσκέπαζε.Έντρομος λοιπόν ο εν λόγο κύριος,μη ξέροντας τι να κάνει,μάζευε γνώμες και ζητούσε τις συμβουλές των γεροντότερων του χωριού,αφού δεν μπορούσε να το ξεκάνει όπως έλεγε και φοβόταν για τη σωματική ακαιρεότητα των παιδιών του(μην τα πνίξει).Του είπαν τότε να φτιάξει μια μελόπιτα και να πάει καβάλα στο γαϊδούρι του σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία έξω από το χωριό,να αφήσει εκεί την μελόπιτα κατά τα μεσάνυχτα και να περιμένει χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει μέχρι τη στιγμή που θα λαλούσε ο πετεινός και μετά να φύγει.Τότε ήταν η ώρα που δεν μπορούσαν να τον ακολουθήσουν τα στοιχιά...Έτσι και έγινε και απαλλάχτηκε αυτός και η οικογένεια του από την ενοχλητική παρουσία του στοιχιού!