Γράφει ὁ Κρόνιος

Ο 'Αθως είναι το τρίτο ανατολικότερο "πόδι" μιας τρίποδης χερσονήσου, στην ανατολικὴ πλευρά της Μακεδονίας. Στη δυτική αιχμή αυτής της χερσονήσου, στο πεδίο της Φλέγρας, διεξήχθη την εποχή πριν ο Θρύλος γίνει μύθος, η Γιγαντομαχία. Οι Θεοί με επικεφαλής τον Δία, εναντίον των Γιγάντων, των υιών του Ουρανού και της Γαίας.
Σε αυτή τη μεγάλη μάχη ο Γίγαντας 'Αθως, άρπαξε το ψηλότερο όρος της Θράκης και το εκσφενδόνησε εναντίον των Θεών. Αστόχησε όμως και έτσι δημιουργήθηκε το τρίτο πόδι της Χαλκιδικής, που έλαβε το όνομά του.

Οι Γίγαντες είχαν τελικά την τύχη των Τιτάνων και οι Ολύμπιοι επέβαλαν την κυριαρχία τους στον κόσμο. Τόπος ιερός λοιπόν η Χαλκιδική, το πεδίο της νίκης των Θεών. Στην κορυφή του Άθωνα κτίστηκε ναός με το άγαλμα του Αθώου Διός.

Όπως λεγόταν στην κορυφή του Άθωνα κατά την Αρχαιότητα υπήρχαν πολλοί βωμοί, οι οποίοι δεν βρέχονταν, γιατί τα σύννεφα σχηματίζονταν σε κατώτερα στρώματα.
Ακόμη πιστευόταν ότι η σκιά του Άθωνα έφτανε μέχρι τη Λήμνο, όπου κάλυπτε ένα άγαλμα στην πόλη Μύριννα. Ακόμη, η Σκιάθος χρωστά το όνομά της στον Άθωνα
(Σκιά + Άθως).

Το παλιό όνομα της Χερσονήσου του Άθωνα ήταν Ακτή. Λόγω της άγριας φύσης και της πλούσιας πανίδας, λατρεύτηκε η Δρυμωναία Άρτεμις και ο Άθως έγινε ο ιερός τόπος της Θεάς.
Η προστασία της Θεάς δεν περιορίζεται μόνο στη Φύση. Επεκτείνεται και στους ανθρώπους και ιδιαίτερα στους νέους. Αυτοί της αφιερώνουν κατά την ημέρα των γάμων τους τη ζώνη τους ή μια πλεξούδα από τα μαλλιά τους.
Είναι κατεξοχήν προστάτιδα των γυναικών που την επικαλούνται σε όλα τα στάδια της ζωής τους. Φιλομείραξ ως νεαρά κορίτσια, Φιλοπάρθενος ως έφηβες, Ορσιλοχεία ως μητέρες και Λυτηρία τη στιγμή του θανάτου τους.

Οι αρχαιότεροι κάτοικοι του Άθωνα πιστεύεται ότι ήταν Πελασγοί. Σε αυτούς όμως κυριάρχησαν οι Χαλκιδείς άποικοι από την Εύβοια, που κατά πάσα πιθανότητα, έδωσαν και το όνομά τους στη Χαλκιδική.
Ο γεωγράφος της αρχαιότητας Σκύλαξ ο Καρυανδεύς, στο έργο του "Περίπλους" αναφέρει πέντε ελληνικές πόλεις στον Άθωνα.
Δίον Ελληνίς, Κλεωναί Ελληνίς, Χαράδρια Ελληνίς, Ολόφυξος Ελληνίς, Σάνη Ελληνίς. Ο Πλίνιος, αρκετούς αιώνες μετά αναφέρει τις πόλεις: Ουρανούπολι, Παλαιώτριον, Θύσσο, Κλεωνές και Απολλωνία.
Περίφημη υπήρξε και η πολίχνη Καρυαί(Καρυδιές)με το ονομαστό Ιερό της Καρύας Αρτέμιδος ή Καρυάτιδος, το οποίο όπως και τα άλλα εκεί Ιερά της Θεάς, αποτελούσε χώρο άβατο για τους άνδρες.

Ο Στράβωνας περιγράφει τον Άθωνα ως ένα όρος με σχήμα μαστού, πολύ υψηλό και με μυτερή κορυφή, κοντά στην οποία βρίσκεται η πόλη Ακρόθωοι. Είναι τόσο ψηλός που οι κάτοικοι της κορυφής του, βλέπουνε την ανατολή του ηλίου τρείς ώρες πρίν από τους κατοίκους της παραλίας.

Ο Ηρόδοτος σημειώνει επίσης ότι άγρια λιοντάρια και βόδια με τεράστια κέρατα επιτέθηκαν και σκότωσαν τις καμήλες του Ξέρξη, όσο οι άνθρωποί του άνοιγαν τη διώρυγα, αλλά αυτός δεν πήρε στα σοβαρά τα άσχημα αυτά προμηνύματα για την έκβαση της εκστρατείας του.

Κατά τους χρόνους του Θουκυδίδη κατοικούσαν στον Άθωνα διάφοροι ελληνικοί λαοί, μεταξύ των οποίων αναφέρονται οι Χαλκιδείς, Πελασγοί, Βισάλται, Κρηστώνες και Ειδώνες. Οι πόλεις ήταν υποτελείς στους Αθηναίους και αργότερα υπήχθησαν στη τοπική Συμπολιτεία της Ολύνθου και τελικά στον Φίλιππο Β΄της Μακεδονίας.

Από την πόλη του Άθωνα, Απολλωνία, πέρασε ο απόστολος Παύλος ενώ μετέβαινε από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη και από τότε χρονολογείται η διάδοση του χριστιανισμού στον Άθωνα.
Ο ιερομοναχός Γεράσιμος Σμυρνιωτάκης στο βιβλίο του "Το Άγιον Όρος", θα περιγράψει την όλη "μετάβαση" με τρόπο που συντομότερός του δεν θα μπορούσε ίσως να υπάρξει:
"Επί μεγάλου Κωνσταντίνου τω 321μ.Χ υπήρχαν εν Άθω ειδωλολάτραι. Καταπεσόντος δ΄είτα του αγάλματος του Διός μετά μικρόν και των επιβωμείων αιμάτων καταπαυσάντων, επέλαμψεν το Χριστιανικό φώς".

Σύμφωνα τώρα μ΄έναν χριστιανικό μύθο, η Παναγία και ο Άγιος Ιωάννης στο δρόμο τους πρός τη Κύπρο, έπεσαν σε θύελλα που τους ανάγκασε να πιάσουν λιμάνι στο μέρος που είναι τώρα η μονή Ιβήρων. Από τότε αυτή έγινε η μοναχική, γλυκοφιλούσα βασίλισσα του Άθωνα και απαγορεύθηκε να πατήσει στην περιοχή άλλη γυναίκα.

Έτσι το ζήτημα της Αρτεμιδικής Αγνείας και Παρθενίας παρέμεινε και μετά την πτώση των Θεών.

Βιβλιογραφία

Jean Richepin, Ἑλληνικὴ Μυθολογία, Ἐκδ. Αὐλός.