Επισκέφθηκα τον Γέροντα Παΐσιο στην ''Παναγούδα'', για πρώτη και μοναδική φορά το 1987 με τον συμφοιτητή μου (τότε) τον Γιάννη.

Χτυπήσαμε το σιδηράκι, φωνάξαμε μα καμία απάντηση.
Άκρα ησυχία.
Ξαφνικά,ακούσαμε ψαλμωδίες από το Κελλί του.
Ήταν πολλές φωνές μαζί και λεπτές.
Ξεχώριζε το ''Άγιος...'',''Άγιος...''.
-Έχουν Λειτουργία και είναι στο ''Άγιος ο Θεός''
Θα αργήσουν να τελειώσουν,γι' αυτό ας φύγουμε,είπα.
-Όχι,ας περιμένουμε.
Μόνο μην ξαναχτυπήσουμε, είπε ο Γιάννης.
Ξαφνικά σταμάτησαν οι ψαλμωδίες και βγήκε ο Γέροντας.
Θυμάμαι το πρόσωπό του.
Έντονα φωτεινό, που όμοιο του δεν έχω ξαναδεί!!
Ήταν μόνος του. Κανείς άλλος. Τι να ήταν άραγε αυτές οι πολλές λεπτές φωνές;;!!
Η αγωνία μας κορυφώθηκε.


Ρώτησε πόσοι είμαστε και μπήκε πάλι στο Κελλί του. Πήρε το κλειδί και ερχόταν να ανοίξει.
Κανούργια έκπληξη: Ο Γέροντας βάδιζε χωρίς να πατά στη γη!! Με βήματα αργά μας πλησίαζε και δύο τρία μέτρα πριν φθάσει, απότομα αισθανθήκαμε μια ευωδία δυνατή!! Σαστίσαμε.
-Καλώς τους, μας χαιρέτησε.
Μας έδειξε να καθήσουμε στα κούτσουρα και έφερε λουκούμια.
Ρώτησε τι σπουδάζουμε και παίρνοντας κάποια αφορμή,άρχισε να μας μιλάει για την ωφέλεια της προσευχής και ειδικότερα όταν πάσχει το σώμα από κάποια αρρώστια.''Τότε ο μισθός μας είναι ολόκληρος' μας είπε.
Ενώ μιλούσε, απότομα διπλώθηκε κάτω και έπιανε την κοιλιά του. Καταλάβαμε ότι πάσχει από κήλη.
Ευγενικά μας είπε:
-Με συγχωρείτε...έχω και αυτό...Όμως άντε να πάτε τώρα.

Σκύψαμε να πάρουσε την ευχή του,μας χτύπησε απαλά στο κεφάλι και φύγαμε.
Μέχρι σήμερα δεν είχα φανερώσει τα θαυμαστά γεγονότα που αξιωθήκαμε να ζήσουμε εκείνο το ευλογημένο πρωινό.