Πρόκειται για διπλό θαύμα που έγινε στην Ζάκυνθο, στο χωριό Μαχαιράδο ή Μαχαιράδες. Εκεί υπάρχει ναός προς τιμήν των δύο Αγίων και μία θαυματουργός εικόνα της Αγίας Μαύρας. Το πρώτο θαύμα αναφέρεται σε μια δαιμονισμένη γυναίκα, που το ακάθορτο πνεύμα την έσπρωχνε πολλές φορές να πνιγεί στη θάλασσα. Οι συγγενείς της κατεύφεγαν στη χάρη των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας και για να την προστατεύσουν από τις ξαφνικές κρίσεις, που την έπιαναν, την είχαν δέσει μπροστά στην εικόνα των Αγίων. Κάποια μέρα όμως, που έλειπαν οι συγγενείς της γυναίκας, εκείνη κατάφερε να λυθεί από τα δεσμά της και το δαιμόνιο την οδήγησε και την έριξε μέσα σ' ένα βαθύ πηγάδι που υπήρχε κοντά στον ναό. Εκεί έμεινε περισσότερο από τρεις ώρες χωρίς καμία βοήθεια. Οι συγγενείς της τρόμαξαν όταν είδαν ότι είχε φύγει και άρχισαν να την ψάχνουν παντού για την βρούν. Στο τέλος, την ανακάλυψαν μέσα στο πηγάδι όπου έστεκε όρθια χωρίς να κρατιέται από πουθενά και χωρίς να βραχεί καθόλου από το νερό του πηγαδιού.

-Πώς γλύτωσες και δεν έπεσες μέσα στο νερό; Εσύ ούτε χτύπησες ούτε βράχηκες; Τι συναίβει;

-Εγώ δεν έκανα τίποτα. Η Αγία Μαύρα με κρατούσε από τα μαλλιά και δεν με άφηνε να βουλιάξω μέσα στο νερό!

Όταν την έβγαλαν από το πηγάδι, η γυναίκα είχε ελευθερωθεί τελείως από το δαιμόνιο και αφού εδόξασε το Θεό και προσκύνσε την εικόνα των δύο θαυματουργών Αγίων επέστρεψε στο σπίτι της.

Παρόμοιο θαύμα έγινε στην ίδια περιοχή και με κάποιο δαιμονισμένο άνδρα που είχε την τάση να πέσει στη θάλασσα και να πνιγεί. Αυτός με τη βοήθεια των Αγίων, μόλις είδε και προσκύνησε την εικόνα τους απαλάχθηκε από τον δαίμονα και εδόξασε το Θεό, που τον θεράπευσε μέσω των Αγίων του. Από τότε έγινε παντού ο ζωντανός κήρυκας της θαυματουργικής δυνάμεως των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας.