Η Καστοριά αναδείχθηκε ως ένα σπουδαίο πνευματικό κέντρο του Βυζαντινού Κράτους, που στα επόμενα χρόνια της Οθωμανοκρατίας περιέπεσε σε παρακμή. Οι συνθήκες κατά τον 15ο και 16ο αι. δεν ευνοούσαν την ανάπτυξη της εκπαίδευσης μεταξύ των υποδούλων, αλλά ακόμη και οι Οθωμανοί δεν φαίνεται να φοιτούσαν σε κάποιο σχολείο μέχρι την ίδρυση του Μενδρεσέ. Την ίδρυση και την λειτουργία των πρώτων υποτυπωδών σχολείων ανέλαβε η εκκλησία, κυρίως μετά την εγκύκλιο του Πατριάρχη Ιερεμία Β’ το 1593, που προέτρεπε τους κατά τόπους επισκόπους να επιληφθούν την ίδρυση σχολείων στις περιοχές τους. Έτσι, ολιγογράμματοι κληρικοί ανέλαβαν την διδαχή ανάγνωσης και γραφής σε απόμερα σημεία, όπως νάρθηκες εκκλησιών και ασκηταριά. Τα σχολεία αυτά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν με τον τόσο παρεξηγημένο όρο ‘’κρυφά’’, καθώς σήμερα επιχειρείται μια πλήρης αποδόμηση του όρου. Η έννοια κρυφά δεν έγκειται στο ότι ήταν άγνωστα στους  Οθωμανούς, καθώς τις περισσότερες φορές μάλλον λειτουργούσαν υπό την ανοχή τους, αλλά στο γεγονός ότι η λειτουργία τους τιθόταν συχνά υπό καταστολή, ήταν αποσπασματική και δεν υπήρχε κανένας επίσημος φορέας άσκησής της. Μόνο μετά την έκδοση του Χάττι Χουμαγιούν το 1856 επιτρεπόταν επίσημα σε κάθε εθνοτική κοινότητα η ίδρυση σχολείων.

Κατά τον 18ο αι. η εκπαίδευση πέρασε σταδιακά υπό την δικαιοδοσία της κοινότητας, η οποία φρόντιζε για τη χρηματοδότησή της, αξιοποιώντας συνάμα δωρεές εύπορων εμπόρων της Διασποράς και αντικαθιστώντας την εκκλησία στον ρόλο αυτό. Μετά τις αναταρραχές στις αρχές του 19ου αι. παρατηρείται μια προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του θεσμού της εκπαίδευσης, με την ίδρυση πολλών οθωμανικών και ελληνικών σχολείων. Τότε πλέον μιλάμε για οργανωμένα ιδρύματα με ειδικό κτίριο, σαφές εκπαιδευτικό πρόγραμμα και ιεράρχηση. Τέλος, μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870 κάνουν την εμφάνισή τους πολλά βουλγάρικα σχολεία στους οικισμούς, όπως και ρουμάνικα και εβραϊκά. Η μελέτη της εκπαιδευτικής ιστορίας της περιοχής περιλαμβάνει αρκετά σκοτεινά σημεία που χρίζουν αποσαφήνισης, ειδικά όσον αφορά τα μη ελληνικά σχολεία. Έρευνες μέχρι σήμερα πάνω στα ελληνικά σχολεία έχουν κάνει οι Α. Αλεξούδης[1], Μ. Γεδεών[2], Π. Τσαμίσης[3] , Γ. Κουρνούτος[4],  Ι. Βασδραβέλλης[5], Σ. Παπαβασιλείου[6], Π. Ζάττας[7], Γ. Αλεξίου[8], Α. Δάρδας[9], Σ. Ηλιάδου-Τάχου[10], Ε. Κουτσιαύτης[11], Π. Τσολάκης[12].
Ελληνικά σχολεία
Καστοριά

Οι πρώτες μαρτυρίες για ύπαρξη σχολείων στην πόλη της Καστοριάς ανάγονται στα μέσα του 17ου αι. και προέρχονται από τον Κώδικά της Μητρόπολης. Ο Π. Τσαμίσης διασώζει ονόματα δασκάλων της εποχής, καθώς και τις θέσεις των πρώτων σχολείων ‘’του νάρθηκα’’: στη μονή Μαυριώτισσας, στο ασκηταριό της Αγίας Άννας μέσα στον ναό του Αγ. Στεφάνου, στον Αγ. Γεώργιο Βουνού και στον Αγ. Γεώργιο Μουζεβίκη, όπου λειτουργούσε μοναστήρι[13].  Ειδικά ο τελευταίος χώρος σώζεται σήμερα και αποτελεί ένα μικρό κτίσμα πλαγιονάρθηκα (6 Χ 7,5 μ.) διαμορφωμένο σαν σχολική αίθουσα με ένα μικρό ξύλινο πατάρι, όπου διέμενε ο δάσκαλος[14]. Ακομη, περι τα μέσα του 17ου αι, οι καστοριανοί έκαναν έκκληση στον συμπατριώτη τους μεγαλέμπορο στην Πόλη Γεώργιο Μάνο Μανωλάκη να συνεισφέρει στην ίδρυση ενός σχολείου, αλλά δεν γνωρίζουμε αν έλαβαν απάντηση.

Αργότερα στις αρχές του 18ου αι., καστοριανοί απόδημοι ίδρυσαν δύο εκπαιδευτικά ιδρύματα στην πόλη: την Ιερά Εκκλησιαστική Σχολή Καστριώτη (1705) που στεγάστηκε σε κελί της Παναγίας Μουζεβίκη (Άγιος Μηνάς) και το Ελληνικό Φροντιστήριο (1711) που λειτούργησε στο σπίτι των αδελφών Κυρίτζη, στην συνοικία Δραγωτά. Η πρώτη σχολή προετοίμαζε τους μελλοντικούς κληρικούς και η δεύτερη περιλάμβανε τμήματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπου δίδαξαν σπουδαίοι λόγιοι της εποχής όπως ο Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο Σεβαστός Λεοντιάδης και ο Θωμάς Μανδακάσης. Περίπου στα 1800 τα δύο σχολεία μετατράπηκαν σε σχολείο ‘’κοινών γραμμάτων’’ και σε ‘’Ελληνικόν Σχολείον’’[15], αντίστοιχα με το σημερινό Δημοτικό και Γυμνάσιο. Από τον κώδικα της Μητρόπολης σώζονται αρχεία που αφορούν την χρηματοδότηση των δύο σχολείων και αρκετά ονόματα δασκάλων.

Αλλαγές δεν παρατηρούνται μέχρι τη δεκαετία του 1840, οπότε καταργήθηκε το κοινό σχολείο και ιδρύθηκε το Αλληλοδιδακτικό, στη θέση περίπου του σημερινού Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης απέναντι από τον Άγιο Μηνά. Το 1855 αναβαθμίστηκε σε 6θέσια Αστική Σχολή μέχρι τη μεταφορά της σε άλλο κτίριο. Το αλληλοδιδακτικό σύστημα εκπαίδευσης ήταν μια από τις καινοτομίες το Καποδίστρια, που βασιζόταν στην διδασκαλία από τα μεγαλύτερα σε ηλικία στα μικρότερα παιδιά, ενώ καταργήθηκε το 1885. Το κτίριο ήταν ένα μεγαλό λιθόκτιστο οικοδόμημα (10 Χ 23 μ.) με μια ενιαία υπόστυλη αίθουσα διδασκαλίας ύψους 5,5 μ. Αποτελεί δε το πρώτο καθαρά σχολικό κτίριο της πόλης. Μετά την απομάκρυνση των Οθωμανών μετατράπηκε σε χώρο κοινωνικών συναθροίσεων και κινηματοθέατρο μέχρι την κατεδάφισή του τη δεκαετία του ‘50[16]. Το αλληλοδιδακτικό ήταν καθαρά σχολείο αρρένων. Το αντίστοιχο Παρθεναγωγείο για τα κορίτσια ανοικοδομήθηκε δίπλα του το 1860. Ήταν και αυτό ένα ορθογώνιο κτίσμα (10,5 Χ 24 μ.) με τετράρριχτη στέγη και μεγάλα παράθυρα. Χωριζόταν σε δύο τμήματα, μια ενιαία αίθουσα διδασκαλίας και ένα διώροφο τμήμα που περιλάμβανε γραφείο και χώρο διαμονής της δασκάλας. Το 1890 μετατράπηκε σε Αστική Σχολή Θηλέων και το 1924 σε Ανώτερο Παρθεναγωγείο. Το 1940 σταμάτησε η λειτουργία του και μεταπολεμικά χρησιμοποιήθηκε ως γηροκομείο και Παιδικός Σταθμός, μέχρι την κατεδάφισή του την δεκαετία του ’70[17].

Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση κατά τον 18ο αι. και το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αι. αφορούσε το Ελληνικό Φροντιστήριο ή Ελληνικό Σχολείο, που στεγαζόταν στην κατοικία των αδερφών Κυρίτζη, όπως προαναφέρθηκε. Το 1885 ξεκίνησε η ανοικοδόμηση ενός λαμπρού κτιρίου, της Μεγάλης Ελληνικής σχολής, στη θέση του σημερινού 2ου Δημοτικού Σχολείου, στην περιοχή της Ελεούσας. Εκεί, στεγάστηκε το Ημιγυμνάσιο που κόστισε 1205 τούρκικες λίρες στην ελληνική κοινότητα, ποσό αρκετά μεγάλο για την εποχή. Ήταν το μοναδικό κτίριο που έγινε με σχέδιο[18] και παρουσίαζε αρκετά νεοκλασσικά στοιχεία. Ήταν διώροφο, διαστάσεων 18,5 Χ 18,5 μ., με διπλό κλιμακοστάσιο εξωτερικά. Κτίστηκε με λαξευμένους λίθους και περιλάμβανε προθάλαμο, αρκετές αίθουσες διδασκαλίας και γραφείο. Το σχολείο επιτάχθηκε κατά τη διάρκεια όλων των πολέμων του 20ου αι. και στέγασε ακόμη το Α’ και το Β’ Δημοτικό Σχολείο κατά τον Μεσοπόλεμο. Δυστυχώς, στα τέλη του ’50 αποφασίστηκε η καταδάφισή του για την ανέγερση ενός αδιάφορου αρχιτεκτονικά σχολείου από μπετόν (σημερινό Β’ Δημοτικό Σχολείο)[19]. Το σχολείο προσέφερε τα μέγιστα στην ανάδειξη επιστημόνων μέχρι την ίδρυση του Γυμνασίου, σε δύσκολους καιρούς.

Η προσχολική εκπαίδευση στην Καστοριά εγκαινιάστηκε με το ‘’Νηπιακό Σχολείον’’ ή Νηπιαγωγείο το 1867, αρχικά στεγαζόμενο σε κελί της Παναγίας Μουζεβίκη και αργότερα στο Παρθεναγωγείο και στο Αλληλοδιδακτικό. Ήταν περισσότερο γνωστό ως ‘’του Αγίου Θωμά’’. Το 1884 κτίζεται κτίριο για το Β’ Νηπιαγωγείο κοντά στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στο Ντολτσό. Είναι ένα μικρό ημιδιώροφο κτίσμα (8 Χ 11 μ.), το οποίο αποτελεί σήμερα το μοναδικό σωζόμενο σχολείο από την Τουρκοκρατία. Τέλος, κλείνοντας με τα ελληνικά σχολεία της πόλης αναφέρουμε την ύπαρξη Κυριακού Σχολείου από το 1874, που στεγαζόταν στο Αλληλοδιδακτικό και την Μεγάλη Ελληνική Σχολή και αφορούσε ενήλικες μαθητές που δεν ήξεραν γραφή και ανάγνωση. Ονομάστηκε έτσι επειδή συγκέντρωνε τους σπουδαστές του κάθε Κυριακή, μετά τη Θεία Λειτουργία.
Στα σχολεία της Καστοριάς το 1880 φοιτούσαν αναλυτικά[20]:
Ελληνικά σχολεία Καστοριάς (1880)
Ελληνικό Σχολείο
69 μαθητές
4 τάξεις
Αρρεναγωγείο
250    >>
5   >>
Παρθεναγωγείο
70    >>
5   >>
Νηπιαγωγείο
200    >>
Σύνολο
589    >>

Οικισμοί Καζά Καστοριάς

Κλεισούρα: Η ορεινή κωμόπολη της Κλεισούρας αποτελούσε το δεύτερο μεγαλύτερο οικιστικό κέντρο της επαρχίας κατά την Τουρκοκρατία, με απόδημους και αδελφότητες σε πολλές περιοχές όπως και σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες, που βοήθησαν στην ανάπτυξη της παίδείας. Η αφετηρία της εκπαιδευτικής δραστηριότητας ανάγεται στις αρχές του 18ου αι. με την ίδρυση Γραμματοδιδασκαλείου, το οποίο μετατράπηκε αργότερα σε Αλληλοδιδακτικό. Φαίνεται ότι από πολύ νωρίς εδώ λειτουργούσε Nηπιαγωγείο και σχολή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή ‘’Ελληνικό Σχολείον’’, που μετατράπηκε και αυτό σε Ημιγυμνάσιο. Το συγκρότημα ανακατασκευάστηκε τα έτη 1830-35 με δαπάνες του Σ. Παρτζούλλα και άλλων κλεισουριέων αποδήμων[21]. Το 1866 το παραπάνω συγκρότημα κτιρίων, που από το 1830 τουλάχιστον ονομάζεται ‘’Ελληνομουσείον Κλεισούρας’’, κάηκε μαζί με την πολύτιμη βιβλιοθήκη του[22], ενώ δεν είμαστε βέβαιοι σήμερα για την έκταση της καταστροφής.  Στην συνέχεια, ιδρύεται Παρθεναγωγείο (1866) και επαναλειτουργούν Αστική Σχολή (1899), Αρρεναγωγείο και Νηπιαγωγείο[23].
Βογατσικό: Περί τα τέλη του 18ου αι. ιδρύθηκε το πρώτο σχολείο, όπου δίδασκε ιερέας. Το 1850 με δαπάνες των Σ. Νικολάου και Ρ. Μπλιούφα ανεγέρθηκε διδακτήριο στην πλατεία του χωριού, που περιλάμβανε Αρρεναγωγείο και Ελληνικό Σχολείο (Σπυριδώνειος Ελληνική Σχολή). Το 1875 λειτούργησε Παρθεναγωγείο, με δαπάνες του Μ. Μήτκα[24].

Κορησός (Γκόρεντσι): Αρχικά, πιθανή ύπαρξη σχολείου ‘’του νάρθηκα’’ ήδη από τον 14ο αι. υπονοεί ο βίος του Αγίου Διονυσίου εκ Κορησού, το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1848, οπότε ιδρύθηκε Αλληλοδιδακτικό και Ελληνική Σχολή. Έτσι, συμπληρώνονται τα πέντε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της περιοχής κατά την Τουρκοκρατία, σε Καστοριά, Κλεισούρα, Βογατσικό και Κορησό[25]. Την δεκαετία του 1860 λειτούργησε Παρθεναγωγείο μαζί με Νηπιαγωγείο[26].

Άργος Ορεστικό (Χρούπιστα): Εδώ λειτουργούσε σχολείο αρρένων ‘’κοινών γραμμάτων’’ (ή εναλλακτικά Γραμματοδιδασκαλείον) από τα μέσα του 19ου αι. Η ακαταλληλότητα του σχολικού κτιρίου και πλημμελής εκπαιδευτική δραστηριότητα οδήγησαν στην ίδρυση της Φιλοπτώχου Αδελφότητας Χρουπίστης (1868), πριν την αντίστοιχη Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Καστοριάς (1872). Βασικός στόχος ήταν η ανέγερση σχολείου προς αντικατάσταση του παλιού, που επιτεύχθηκε το 1870. Παράλληλα, με το Αρρεναγωγείο συστέγασε και το υπο ίδρυση Παρθεναγωγείο (1876)[27] [28]. Πρόκειται για ένα διώροφο κτίσμα από οπτόπλινθους με νεοκλασσικά στοιχεία και δύο μνημειακές κλίμακες με κίονες. Κατά τον 20ο αι. το κτίριο στέγασε το 1ο και το 2ο Δημοτικό Σχολείο της κωμόπολης, ενώ σήμερα φιλοξενεί το Δημοτικό Ωδείο. Τέλος, εδώ έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι δεν λειτούργησε σχολείο ανώτερης βαθμίδας μέχρι το 1942, παρα τις προσπάθειες των κατοίκων του.
Νεστόριο (Νεστράμ): Στο Άνω Νεστόριο λειτούργησε το πρώτο ενοριακό σχολείο στα τέλη του 18ου ή τις αρχές του 19ου αι. Το 1860 ιδρύθηκε δεύτερο σχολείο στην κάτω συνοικία, αυτή την φορά κοινοτικό. Από το 1902 λειτούργησε Παρθεναγωγείο και στη συνέχεια προστέθηκε και δεύτερο.
Επταχώρι (Βουρβούτσικο): Απο ενθυμήσεις προκύπτει πως υπήρχε ενοριακό σχολείο στα μέσα του 17ου αι. Το 1853 ανεγέρθηκε διδασκαλείο στο κέντρο του χωριού με δαπάνες κυρίως του Κ. Παπαθεοδώρου. Στην τελευταί δεκαετία του 19ου αι. λειτούργησε και Παρθεναγωγείο.
Λέχοβο: Όπως σε όλα τα χωριά λειτουργούσε και εδώ ενοριακό σχολείο μέχρι τα τέλη του 18ου αι. Τότε περίπου αντικαταστάθηκε από Γραμματοδιδασκαλείο που μετατράπηκε σε Αλληλοδιδακτικό και αυτό με τη σειρά του. Το πρώτο σχολικό κτίριο κτίζεται το 1860 και το 1883 ιδρύθηκε Παρθεναγωγείο, αμφότερα στην γειτονιά της Παναγίας[29].

Άλλοι οικισμοί: Από τα μέσα του 19ου αι. άρχισαν να κτίζονται σταδιακά σχολικά κτίρια και να λειτουργούν ελληνικά Γραμματοδιδασκαλεία σε κάθε χωριό, όπου δίδασκαν κυρίως ιερείς αλλά και δάσκαλοι. Η ίδρυση σχολείων εντάθηκε μετά την πρωτοβουλία του μητροπολίτη Φιλάρετου, στην προσπάθειά του να μειώσει τα επίπεδα αναλφαβητισμού και να περιορίσει τις αντίστοιχες δράσεις των Βουλγάρων. Στο σύνολό τους αυτά τα σχολεία παρείχαν στοιχειώδεις γνώσεις και προετοίμαζαν τους ενδιαφερόμενους μαθητές για φοίτηση σε δευτεροβάθμια εκπαιδευτήρια. Η χρηματοδότησή τους προερχόταν από την Μητρόπολη Καστοριάς ή εύπορους συγχωριανούς. Ο ιερατικός κατάλογος της Μητρόπολης διασώζει πολλές πληροφορίες για ιερείς που δίδαξαν σε σχολεία το νομού. Αξιόλογα σχολεία υπήρχαν στο Ανταρτικό (Ζέλοβο), τον Γάβρο (Γκαμπρέσι), τον Γέρμα (Λόσνιτσα) και το Μαυροχώρι (Μαύροβο). Συνολικά στον Καζά Καστοριάς στα 1883 υπάρχουν 83 σχολεία με 118 δασκάλους και 5202 μαθητές[30].
Μοναστήρια: Από διάφορες πηγές προκύπτει ότι σε μοναστήρια της περιοχής λειτούργησαν κατά διαστήματα σχόλεια, ιδιαίτερα στα δύσκολα χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια διώξεων του Μακεδονικού Αγώνα. Αναφέραμε ότι στη Μονή Μαυριώτισσας και τα υπόλοιπα μοναστήρια μέσα στην πόλη ιερείς δίδασκαν παιδιά σε νάρθηκες και ασκηταριά. Ίσως τη σημαντικότερη συνεισφορά στον τομέα της παιδείας προσέφερε ο ηγούμενος της μονής Αγίου Νικολάου Τσιριλόβου Γρηγόριος, ο οποίος από το 1870 ίδρυσε σχολείο και ορφανοτροφείο στη μονή για τα παιδιά των γύρω χωριών. Επίσης, στη μονή Αγ. Αθανασίου Ζηκόβιστας λειτούργησε σχολείο απο το 1878 έως το 1885 για τους μαθητές των Καστανοχωρίων. Τέλος, στην περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα λειτούργησε σχολείο στη μονή Αγ. Αναργύρων Μελισσοτόπου.


[1] Α. Αλεξούδης, Γ. Καστριώτης και η εν Καστορία σχολή, περ. Εκκλησιαστική Αλήθεια 1 (1880-81), Κων/πολη
[2]  Μ. Γεδεών, Ελληνικά σχολεία Καστοριάς, περ. Εκκλησιαστική Αλήθεια 24 (1904), Κων/πολη, σ. 461-463
[3]  Π. Τσαμίσης, Η Καστοριά και τα μνημεία της, τύποις Αλευρόπουλου, Εν Αθήναις, 1949, σ. 71-86
[4]  Γ. Κουρνούτος, Σχολεία της Τουρκοκρατούμενης Καστοριάς, Γέρας Α. Κεραμόπουλου, Αθήναι, 1953
[5] Ι. Βασδραβέλλης, Τα πρώτα σχολεία της Καστοριάς και ο Αθ. Χριστόπουλος, περ. Ημερολόγιον Δυτικής Μακεδονίας (1960), Κοζάνη, σ. 111-119
[6]  Σ. Παπαβασιλείου, Γ. Καστριώτης και η εν Καστορία Σχολή αυτού, περ. Αριστοτέλης 55 (1966), Φλώρινα, σ. 9-17
[7]  Π. Ζάττας, Σχολεία, διδάσκαλοι, λόγιοι της τουρκοκρατούμενης Καστοριάς, Καστοριανή Εστία, Καστοριά, 1984
[8]  Γ. Αλεξίου, Η παιδεία στην Καστοριά κατα τον ΙΘ’ αιώνα, Θεσ/νίκη, 1991
[9]  Α. Δάρδας, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, Θεσ/νίκη, 1995
[10]  Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και Βόρεια Μακεδονία (1840-1914), Ηρόδοτος, Θεσ/νίκη, 2001
[11]  Ε. Κουτσιαύτης, Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά το ΙΘ’ αιώνα, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, Καστοριά, 2001
[12]  Π. Τσολάκης, Εκπαίδευση και σχολικά κτίρια της παλιάς Καστοριάς, Πρακτικά 3ου Πανδυτικομακεδονικού Συνεδρίου, Θεσ/νίκη, 1994, σ. 135-164
[13]  Π. Τσαμίσης, Η Καστοριά και τα μνημεία της, τύποις Αλευρόπουλου, Εν Αθήναις, 1949, σ. 71
[14]  Γ. Αλεξίου, Το σχολείο του νάρθηκα, εφ. Καστοριανός πολίτης, φ. 181 (10.3.2006)
[15]  Π. Τσαμίσης, Η Καστοριά και τα μνημεία της, τύποις Αλευρόπουλου, Εν Αθήναις, 1949, σ. 71
[16]  Π. Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, Επίκεντρο, Θεσ/νίκη, 2009, σ. 226-233
[17]  ο.π, σ. 234, 235
[18]  Το σχεδίασε ο βογατσιώτης μηχανικός Γ. Καρύδης και το έχτισε ο κάλφας Μ. Ιωάννου από τον Απόσκεπο
[19] Π. Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, Επίκεντρο, Θεσ/νίκη, 2009, σ. 236-239
[20] Η εκπαιδευτική κατάστασις της Επαρχίας Καστοριάς, εφ. Φάρος της Μακεδονίας, φ. 589 (18.8.1881)
[21]  Ν. Σιώκης, Η πνευματική κίνηση και ζωή στη Δυτική Μακεδονία: η Κλεισούρα κατά τον 19ο αιώνα επί τη βάσει ανέκδοτων εκκλησιαστικών κωδίκων, εγγράφων και λοιπών πηγών (ανέκδοτη διδακτορική διατριβή), Θεολογική Σχολή ΑΠΘ-Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Θεσ/νίκη, 2010, σ. 201-246.
[22]  Α. Σιγάλας, Κώδιξ σχολείων κοινότητος Κλεισούρας (1830 - 1926), Μακεδονικά 1 (1940), Σύμμικτα, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσ/νίκη, σ. 500-506
[23]  Πριν την απελευθέρωση στα σχολεία φοιτούσαν συνολικά 410 μαθητές.
[24] Σ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, Θεσ/νίκη, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 1970, σ. 173
[25] Ετήσια έκθεση προς το Υπουργείο Εξωτερικών του έλληνα πρόξενου στο Μοναστήρι, αναφέρει επίσης την ύπαρξη Ελληνικού Σχολείου σε Άργος Ορεστικό, Κωσταράζι και Μελισσότοπο, μάλλον λανθασμένα. Βλέπε σχετικά Ε. Κουτσιαύτης, Ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Καστοριάς (1872-1876), Θεσ/νίκη, 2010, σ. 30-33
[26]  Α. Βήτα (Α. Βαφειάδης), Η ελληνική παιδεία στην Κορησό, εκδ. Συλλόγου των απανταχού Κορησιωτών Θεσ/νίκης ‘’ Ο Αγ. Γεώργιος’’, Θεσ/νίκη, 1992
[27]  Δ. Ρούφος, Χρούπιστα, Μακεδονικό Ημερολόγιο, 1910, σ. 132
[28] Λ. Παπαίωάννου, Άργος πόλη Ορεστίδας, εκδ. Συλλόγου Ορεστίς, Άργος Ορεστικό, 1996, σ.231-237
[29]  Π. Οικονόμου, Η ιστορία του δημοτικού σχολείου Λεχόβου 1780 – 1957, περ. Αριστοτέλης 5 (1957), σ. 49 - 67
[30]  Σ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, Θεσ/νίκη, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 1970, σ. 176, 177