Ένας άντρας θάφτηκε στην εκκλησία του Αγ. Γεωργίου στη Καλλικράτη, στο νησί της Κρήτης. Ένα κουβούκλιο είχε χτιστεί πάνω από το τάφο του. Αλλά σύντομα ο άντρας έκανε την εμφάνισή του σαν βρικόλακας στοιχειώνοντας το χωριό και σκοτώνοντας μεγάλους και μικρούς. Ένας βοσκός έβοσκε τα πρόβατά του και τις κατσίκες του κοντά στην εκκλησία και όταν άρχισε ξαφνικά να βρέχει δυνατά πήγε κάτω από το κουβούκλιο του τάφου για να προφυλαχτεί. Όταν κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε να φύγει, έβγαλε τα όπλα του (είναι γνωστό πως οι Κρήτες βοσκοί οπλοφορούν) και ξάπλωσε πάνω στην ταφόπλακα να κοιμηθεί. Έβγαλε τα όπλα του και τα τοποθέτησε στην ταφόπλακα σταυρωτά. Τώρα αυτό το σταύρωμα πιστευόταν πάντα πως είχε την επίδραση της εμπόδισης του βρικόλακα να φύγει από εκείνο το σημείο. Έτσι ακολούθησε μια συζήτηση. Ο βρικόλακας σηκώθηκε από το τάφο του και ζήτησε από το βοσκό να πάρει τα όπλα του για να μπορέσει να σηκωθεί επειδή είχε μια σημαντική δουλειά να κάνει. Ο βοσκός συμπέρανε ότι το πτώμα ήταν ο ίδιος ο βρικόλακας που είχε κάνει τόσο κακό και αρχικά αρνήθηκε αλλά όταν ο βρικόλακας ορκίστηκε ότι δεν θα τον πείραζε ο βοσκός πήρε τα όπλα του. Ο βρικόλακας τότε μπόρεσε να σηκωθεί, περπάτησε δύο μίλια και σκότωσε δύο άτομα, έναν άντρα και μια γυναίκα. Στην επιστροφή του, ο βοσκός είδε κάποιες ενδείξεις του τι είχε συμβεί, πράγμα το οποίο προκάλεσε στο βρικόλακα θυμό και απείλησε το βοσκό με την ίδια τύχη αν ανέφερε πουθενά αυτά που είχε δει. Ο βοσκός όμως θαρραλέα τα είπε όλα. Ιερείς και άλλα άτομα ήρθαν στο τάφο το επόμενο πρωί, πήραν το πτώμα και το έκαψαν. Ενώ καιγόταν λίγο αίμα πετάχτηκε πάνω στο πόδι του βοσκού το οποίο αμέσως μαράζωσε, αλλά τίποτε άλλο δεν συνέβη και ο βρικόλακας εξοντώθηκε