Ομιλία του Αδελφού Ορφέα, (Πασχάλη Μαυρουδή) στο ΘΕΡΙΝΟ ΘΕΟΣΟΦΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - «Καβείρια Μυστήρια» 26-27-28/6/2009 Αγαπητοί σύνεδροι, «Μακάριος είναι εκείνος που γνωρίζει των θεών τις τελετές ζώντας αγνά και την ψυχή του ανοίγει μετέχοντας στον θίασο και με ιερούς καθαρμούς βακχεύει πάνω στα βουνά», έγραφε ο Ευριπίδης στις Βάκχες του και συνέχιζε…. «Και της Μεγάλης θεάς της Κυβέλης τελεί τα όργια, πετώντας τον θύρσο του ψηλά με ορμή και με κισσό στεφανωμένος λατρεύει τον Διόνυσο. Κι από τότε οι Μαινάδες οι θυρσοφόρες, τα μαλλιά τους με πλοκάμια σαν από ιερά φίδια τυλίγουν». Είναι ο κισσός ή οι κληματσίδες, που σαν φίδια ιερά τυλίγουν τα μαλλιά των εκστασιαζόμενων γυναικών, των Μαινάδων, τα δύο φίδια που περιπλέκονται στον θύρσο και σχηματίζουν το Κηρύκειο του Ερμή, είναι από την άλλη ο Διόνυσος, ο οργιαστικός Βάκχος και πιο πάνω η Μεγάλη Μητέρα θεά η Κυβέλη, όλοι τους – όπως πολλοί υποστήριξαν – ξένοι θεοί για τους Έλληνες, κλεμμένοι από τους βαρβάρους. Η Μεγάλη Μητέρα, η Κυβέλη, παρμένη από τους Φρύγες, λαού βαρβαρικού της Μικράς Ασίας, ο Διόνυσος, θεός είπανε των Φοινίκων που τον καταχραστήκανε οι Έλληνες κι ο Ερμής, αυτός είναι δανεισμένος και ιδιοποιημένος από την Αίγυπτο, αφού είναι ο Αιγύπτιος θεός Θωθ. Έτσι και τα Καβείρια μυστήρια, αρπάχτηκαν από τους Βερεκύντες που κατοικούσαν γύρω από το όρος Κάρμηλο της Φρυγίας. Ήτανε ερευνητές με τίτλους πανεπιστημιακούς που τα υποστήριζαν αυτά αδιαπραγμάτευτα και φτάσανε να γίνουνε μια άκαμπτη παράδοση που πέρασε και μέσα σε ψευδοαναζητητές δήθεν της αλήθειας και συνεχίζουνε με αμείωτη προσήλωση να υποστηρίζονται. Τι κι αν, ακόμα και ο Ηρόδοτος που έλεγε ανιστόρητα πως όλα από τους βαρβάρους τα πήρανε οι Έλληνες, ενώ για τα Καβείρια παραδέχονταν αθέλητα και έγραφε: «"Αυτά και πολλά άλλα τα οποία εγώ θα υπομνήσω παρέλαβαν οι Έλληνες παρά των Αιγυπτίων, ότι Δε τα αγάλματα του Ερμού έχουν τα αιδοία ορθά, τούτο δεν το έμαθον παρά των Αιγυπτίων, αλλά παρά των Πελασγών μεν το έμαθον πρώτοι εξ όλων των Ελλήνων οι Αθηναίοι, παρά τούτων Δε οι άλλοι Έλληνες. Κατά την εποχήν Δε, καθ' ην ήδη οι Αθηναίοι ελογίζοντο μεταξύ των Ελλήνων, μετώκησαν εις την Αττικήν ως σύνοικοι οι Πελασγοί, και έκτοτε ήρχισαν να θεωρούνται ως Έλληνες. Εκείνος Δε, ο οποίος έχει μυηθή εις τα μυστήρια των Καβείρων, τα οποία επιτελούν οι Σαμοθράκες παραλαβόντες παρά των Πελασγών, αυτός θα καταλάβει τι θέλω να είπω με τα λόγια μου. Διότι την Σαμοθράκην κατώκουν προηγουμένως αυτοί οι Πελασγοί, οι οποίοι έγιναν σύνοικοι με τους Αθηναίους, παρ' αυτών Δε παρέλαβον τα μυστήρια οι Σαμοθράκες. Των οποίων τα αγάλματα του Ερμού, του να έχουν ορθά τα αιδοία έμαθον εκ των Ελλήνων παρά των Πελασγών πρώτοι οι Αθηναίοι. Περί τούτου παραδίδεται κάποιος Ιερός Λόγος, ο οποίος αποκαλύπτεται εις τα εν Σαμοθράκη μυστήρια». Τι κι αν ο Στράβωνας τόνιζε ότι: «Οι ιεροτελεστίες προς τιμή της Μεγάλης Μητέρας είναι αρκετά όμοιες με τις ιεροτελεστίες των Θρακών» και παρακάτω ρητά δηλώνει ότι: «Οι Βρίγες – μια Θρακική Φυλή από το Βερνίκο όρος – πέρασαν απέναντι στην Ασία και έμειναν εκεί γνωστοί με το τροποποιημένο όνομα Φρύγες». Τι κι αν ο Ευριπίδη ρητά δήλωνε ότι ο Διόνυσος ήτανε για κάποιο καιρό εξόριστος και επέστρεψε πάλι στην πατρίδα του. Τι κι αν ο μεγάλος Γερμανός ερευνητής, ο Walter Otto, με πάμπολλα στοιχεία έδειχνε ξεκάθαρα ότι ο θεός Διόνυσος ήταν πέρα για πέρα Ελληνικός, όπως φαίνεται άλλωστε και στην Ιλιάδα (Ξ 325 και Ω75) και ότι η Διονυσιακή λατρεία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος του Ελληνικού πολιτισμού; Πάντα αντιτίθονταν πεισματικά κάποιοι στρατευμένοι και οι πλανεμένοι οπαδοί αυτών, αρνούμενοι να εγκαταλείψουν τις έωλες θεωρίες των. Ώσπου το 1952, η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής γραφής, απέδειξε πανηγυρικά την Ελληνικότητα του Διόνυσου και δικαίωσε τον Otto. Ενώ όμως η ακαδημαϊκή κοινότητα συμφώνησε με την αποδεδειγμένη αλήθεια, παρέμειναν αμετανόητοι ημιμαθείς να στηρίζουν πλάνες, πολλοί μάλιστα από αυτούς μέσα σε χώρους όπου ευφημίζεται ότι αναζητείται η αλήθεια. Μέσα σε ένα τέτοιο πνεύμα προσήλωσης σε λανθασμένες παραδόσεις, τις οποίες χωρίς στοιχειώδη έλεγχο αποδέχεται παθητικά η συντριπτική πλειοψηφία, πασχίζει η αλήθεια να αναδειχθεί, με μεγάλο τίμημα την τεράστια χρονική καθυστέρηση αναθεώρησης. Όταν μάλιστα η όποια παράδοση επισφραγίζεται από θεοπνευστίες και νομιζόμενες αυθεντίες, τότε η αποκατάσταση της αλήθειας καθυστερεί ακόμα και αιώνες, ειδικά αν αντιμετωπίζει παγιωμένα δόγματα κατά κανόνα θρησκευτικά, αλλά επίσης και επιστημονικά, όπως και εσωτερικά. «Ακόμα και μια σύντομη ματιά στον χώρο της επιστήμης», δήλωνε ο Kuhn, «δείχνει πιθανότατα ότι, η επιστημονική εκπαίδευση είναι πολύ πιο αποτελεσματική στο να επιφέρει επαγγελματική ακαμψία, απʼ ότι η εκπαίδευση σε άλλους τομείς – με εξαίρεση βέβαια την θεολογία». Δυστυχώς δεν διαφοροποιείται πολύ αυτή η αρνητική εικόνα προαγωγής πίστης σε αυθεντίες και στον χώρο της εσωτερικής φιλοσοφίας. Πολλοί ναρθηκοφόροι, ελάχιστοι όμως Βάκχες. Και το χειρότερο, οι ναρθηκοφόροι είναι αυτοί οι οποίοι συνήθως προσποιούνται τους δασκάλους, αυτοί είναι που μίλησαν ή έγραψαν για τις μυστικές αλληγορίες, δημιουργώντας ένα χάος και μια διαστρέβλωση, που αν την επιδίωκαν σίγουρα δεν θα τα κατάφερναν τόσο καλά. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να ακούσουμε αυτών τα λεχθέντα, να αναγνώσουμε αυτών τα γραφόμενα και να αποπειραθούμε να επαναπροσεγγίσουμε τα μυστήρια της αρχαιότητας με προτεραιότητα στα αρχαιότερα, στα Καβείρια μυστήρια, αποθησαυρίζοντες τις υπάρχουσες περιγραφές, αποφεύγοντες όμως να διαιωνίσουμε στομφώδεις ερμηνείες, τις οποίες με επιπολαιότητα εξεστόμισαν και με ανευθυνότητα κάποιοι τις επιγράψαν ως αυθεντίες και τις ενέταξαν μέσα στον ιερό Λόγο της εσωτερικής Παράδοσης. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Λόγος, που είναι κτήμα του κάθε ανθρώπου, είναι το μόνο προαπαιτούμενο για να αντλήσουμε γνώση από την εμπειρία και αυτό φυσικά ο καθένας μπορεί να το κάνει το ίδιο καλά. Εκείνο μόνο που χρειάζεται, είναι, ο συλλογισμός ή ο διάλογος να διενεργείται μέσα σε μια κατάσταση την οποία ο Habermas όρισε ως ιδανική ομιλιακή κατάσταση. Σε αυτήν την κατάσταση, όλα τα σχετικά εμπειρικά δεδομένα οφείλουν να έρθουν στην επιφάνεια και να ληφθούν υπόψη και ακόμα, τίποτα εκτός από έλλογα επιχειρήματα να μην επηρεάζει την επερχόμενη συναίνεση ή συμπέρασμα. Είναι φανερό φυσικά ότι, κάθε συμπέρασμα ή συμφωνία ως απόρροια διαλόγου, θεμελιωμένη στην παράδοση ή στην χρήση βίας ή στην επιβολή κάποιας μορφής κυριαρχίας ή στην αποδοχή κάποιας αυθεντίας, θα αντιμετωπίζονταν ως αποκλίνουσα από την ορθολογική συναίνεση. Το ιστορικό κομμάτι των Καβειρίων είναι το ευκολότερα προσεγγίσιμο, καθώς το πλήθος της ιστοριογραφίας ερευνήθηκε διεξοδικά και η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε τις τελικές επιβεβαιώσεις ή αναιρέσεις, με αποτέλεσμα σήμερα να υφίστανται βεβαιότητες ως απόρροια των αποδείξεων που ήλθαν στο φως. Δεν έχουν εκλείψει βέβαια οι ανιστόρητοι ημιμαθείς που στο όνομα μιας παράδοσης βρίσκονται ακόμα προσκολλημένοι σε απόψεις οι οποίες έχουν προ πολλού αποδειχθεί λανθασμένες. Η γεωγραφική εξάπλωση των Καβειρίων, με επίκεντρο πάντα την Λήμνο και την Σαμοθράκη, συναντάται σε ολάκερο τον Ελλαδικό χώρο, στην Μικρά Ασία και επεκτείνεται μέχρι την Συρία και την Παλαιστίνη. Η ονομασία «Κάβειροι», προερχόμενη από το ρήμα «καίω, (κέκαυμαι στον παρακείμενο), ονομασία που αποδίδεται στους Μεγάλους θεούς – θεές που προέρχονται από την φωτιά, συναντάται και σε άλλες γλώσσες της ιστορικής αρχαιότητας, ως Kabiri, Cawiras κλπ, έχοντας την ίδια ακριβώς σημασία – Μεγάλος και θεός ή πνεύμα της φωτιάς – γεγονός που υποδεικνύει την προέλευση του όρου από την Ελληνική παράδοση. Η προσωνυμία «Μεγάλοι θεοί» που αποδίδονταν στους Κάβειρους, μας οδηγεί να αναλογισθούμε την Μεγάλη Μητέρα Θεά που την συναντάμε ως κεντρικό πρόσωπο στην λατρεία του Κυκλαδικού, του Κρητομινωικού και εν γένει του πρωτοελληνικού πελασγικού πολιτισμού της όψιμης παλαιολιθικής και της νεολιθικής εποχής. Έτσι δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι στα Καβείρια της Φρυγίας και στα Καβείρια της Βοιωτίας, η Μεγάλη Μητέρα είναι παρούσα και πρωταγωνίστρια στα τελεστικά και μυητικά δρώμενα με το όνομα «Κυβέλη» και «Συμέλη», μητέρα του Υιού Θεού Λόγου, μία μορφή που έφτασε στο αποκορύφωμα της λατρείας της στον κρητομινωικό πολιτισμό. Ούτε φυσικά μας εκπλήσσει το γεγονός ότι τα Καβείρια της Φρυγίας βρίσκονται στο όρος Κάρμηλος, όπου διαβιεί ο λαός των Βερεκυντών, αλλά Βερεκύνθη είναι και ένα όρος προέκταση των Λευκών ορέων της Κρήτης, όπου οι Ιδαίοι Δάκτυλοι, συνοδοί της Μεγάλης Μητέρας θεάς, εξορύσσουν και γίνονται οι πρώτοι τεχνίτες που κατεργάζονται τον χαλκό και το σίδερο. Όρος Κάρμηλος όμως υπάρχει και στην Παλαιστίνη, όπου και εκεί συναντάμε ιερό των Καβείρων, στον οποίο κάνουν τα τελέσματά τους για την Μεγάλη Μητέρα Θεά και για όλους τους Μεγάλους θεούς οι Φιλισταίοι που η αρχαιολογία συγκλίνει ότι ήταν Κρητικής καταγωγής. Είναι πάντως αξιοπαρουσίαστο το γεγονός ότι, παρότι η λατρεία της Μεγάλης Μητέρας θεάς εκτοπίστηκε και με την επικράτηση της ιουδαιοχριστιανικής αίρεσης καταδιώχθηκε με μανία, στο συγκεκριμένο όρος Κάρμηλο της Παλαιστίνης, η Μεγάλη Μητέρα του Υιού θεού, επανήλθε τον 13ο αιώνα της κ.χ. με το καθολικό τάγμα των Καρμηλιτισών μοναχών, του οποίου οι μοναχές είναι αφιερωμένες στην ίδια Μητέρα του Υιού του θεού, η λατρεία της οποίας επανέκαμψε στο πρόσωπο της Παναγίας. Κι αν αναλογιστούμε ότι η Μεγάλη Μητέρα των Καβειρίων αποκαλείται «Αξίερος», δηλαδή Άγια – ιερή, άρα πανάγια, τότε βλέπουμε ότι η αρχαία λατρεία, σε πείσμα των μισογύνηδων του ιουδαιοχριστιανικού ιερατείου, επανήλθε και καθιερώθηκε θριαμβευτικά με την νέα έκδοση της Μεγάλης Μητέρας ως Παναγίας. Η «Κουροτρόφος», σύμφωνα με τα λόγια του Ευστάθιου Λιακόπουλου, ένα λίθινο αγαλματίδιο της νεολιθικής εποχής που προέρχεται από την ακρόπολη του Σέσκλου, είναι η πρώτη παγκόσμια εικόνα της Μεγάλης Μητέρας με τον Υιό βρέφος. Μια εικόνα που θα παραμείνει αυτούσια ως σύνθεση, παρότι θα πάρει πάμπολλες ονομασίες, Κυβέλη, Συμέλη, Δήμητρα, Ίσιδα, Παναγία, γνωστή στους αιώνες με την γλυκιά ονομασία «βρεφοκρατούσα». Η μητρική στοργή και τρυφερότητα, επειδή υπερβαίνουν την εγωιστική μορφή της αγάπης, ανάγονται σε υπερβατικές καταβολές και είναι – μέσα από το μυστήριο που τις συνοδεύει- η πρώτη μορφή ιερού δεσμού από τον οποίον πηγάζει η πρωταρχική αντίληψη της Μεγάλης Μητέρας, την οποία λατρεύαμε, λατρεύουμε και θα λατρεύουμε συνεχώς. Το σύμπλεγμα της «Κουροτρόφου», της «Βρεφοκρατούσας», δεν είναι καλλιτεχνική σύλληψη, ούτε συναισθηματική φόρτιση μητρικής αποκλειστικά εικόνας, αλλά ιερό πανανθρώπινο βίωμα υπέρβασης του «εγώ» και ένωσης με την πρωταρχική ουσία. Για την Μεγάλη Μητέρα και για τους Μεγάλους θεούς και θεές, δεν ήταν φρόνιμο να μιλούν οι άνθρωποι. Στην τραγωδία του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολονώ», ο Οιδίποδας ικετεύει τις θεές λέγοντας: «Αγριομάτες δέσποινες, αφού στην χώρα ετούτη Κάθισα παρακαλεστής στο κάθισμά σας πρώτα Μη φανείτε σκληρόκαρδες σε μένα και στον Φοίβο Που όντας μου προμάντευε τις συμφορές εκείνες Προείπε μου αυτόν τον τελειωμό, αφού καιρός περάσει Όταν θαρθώ στον υστερνό τον τόπο και θάβρω Την κατοικία των σεμνών θεών και φιλοξενία Εκεί και την βαριόμοιρη ζωή μου θα τελειώσω…. Και ο χορός αποκρίνεται, «Κάποιος πλανητεμένος, πλανητεμένος είναι Ο γέρος, όχι ντόπιος. Αλλιώς αυτός ποτέ του Δεν θα σίμωνε Στʼ απάτητο το δάσος Των φοβερών παρθένων Που δεν αποκοτούμε Να πούμε ταʼ όνομά τους Και που τις προσπερνούμε Χωρίς να τις κοιτάμε Χωρίς να πούμε λέξη Και σαν βουβοί τα χείλη Κινώντας, με τον νού μας Τις βαθυπροσκυνάμε» Αιώνες αργότερα στον Φάουστ του Γκαίτε, ξανασυναντάμε το πνεύμα του Σοφοκλή για τις Μεγάλες θεές. Ο Μεφιστοφελής λέει: «Χωρίς να θέλω αποκαλύπτω ένα υψηλό μυστήριο Στην ερημιά είναι θρονιασμένες οι θεές Γύρω τους δεν υπάρχει χώρος ούτε τόπος, ούτε χρόνος. Και μόνο να μιλάς γιαυτές φοβάσαι. Είναι οι Μητέρες…. «Ζαθέη Σαμοθράκη ένθα και όργια φρικτά Θεών άρρητα βροτοΐσιν», έγραφε ο Όμηρος. (Σεπτή και αγιότατη Σαμοθράκη όπου τελετές που προκαλούν ρίγος φόβου γίνονται για χάρη των θεών, οι όποιες είναι απόρρητες στους κοινούς θνητούς). Κι ο Πλούταρχος αργότερα έγραψε: «Οποίοι τινές είναι οι Κάβειροι και όποια τινά μυστήρια τελούν εις την Μητέρα Ρέαν θα ζητήσω συγγνώμη από τους φιλομαθείς διά την σιωπήν μου αυτήν. Οποία δε η παρακαταθήκη και τα εις αυτήν τελούμενα δεν μου επιτρέπεται να γράψω». Για αυτούς τους Μεγάλους θεούς και τις Μεγάλες θεές, οι πρόγονοί μας απέφευγαν να αναφερθούν και ένα δέος πάντα απλώνονταν όταν γίνονταν αναφορά για αυτούς. Για τον λόγο αυτόν οι πληροφορίες που έχουμε είναι αποσπασματικές, διφορούμενες, ενίοτε αντικρουόμενες και καθόλου διαφωτιστικές. Με αυτά όμως τα ψήγματα και με πηγές γενικές μέσα από την παράδοση, φρονούμε ότι μπορούμε να συνθέσουμε μία – έστω και όχι τελείως καθαρή – εικόνα για τα περί Καβείρων, των διδασκαλιών και των μυητικών που λάμβαναν χώρα στις φοβερές τελετές των Καβειρίων μυστηρίων. Σε αυτό που συμφωνούν οι περισσότερες αναφορές της αρχαιότητας, είναι ότι οι Κάβειροι πιθανότατα ήταν τέσσερις, δύο θεοί και δύο θεές. Τα ονόματα που συναντώνται συχνότερα είναι, ο αξίερος και η αξίερος, ο αξιόκερσος και η αξιόκερσα. Ενίοτε ο αξίερος εμφανίζεται με το όνομα Καδμίλος ή Κασμίλος. Ερμηνευτικά αναφέρθηκε ότι αξίερος σημαίνει άγιος – ιερός, περιφραστικά πανάγιος και ο αξιόκερσος, ως συνθετικό του «άξιος» και του «κέρσος». Κέρσος όμως είναι συνώνυμο του «κέρκος» που σημαίνει «κλάδος» ως νέον μέλος που εκβλασταίνει από τον κορμό. Λέξη Πρωτοελληνική – Πελασγική που την συναντάμε και στα Μυκηναϊκά σωζόμενα, η οποία στην κλασσική αρχαιοελληνική έφτασε να σημαίνει ουρά. Ως Κλάδος όμως στην Πελασγική – Θρακική διάλεκτο, σήμαινε και τον απόγονο, τον υιό και την κόρη. Έτσι με την λέξη «Αξιόκερσος» και «Αξιόκερσα», έχουμε τον «άγιο – υιό» και την «αγία – κόρη». Δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την τέλεια αρμονία και ισορροπία στην πρωταρχική Ελληνική αντίληψη, για την ισότιμη αναφορά στο αρσενικό και στο θηλυκό, καθώς το πρωταρχικό ζευγάρι θεού και θεάς, γεννούν ένα αγόρι και ένα κορίτσι και συντίθεται έτσι η τέλεια ισόρροπη τετράδα των Μεγάλων θεών που ήταν αποκοτιά να αναφέρονται τα ονόματά τους. Την ισορροπία αυτή ήρθε να καταλύσει βάναυσα το με βία επιβληθέν σκοταδιστικό δόγμα του ιουδαιοχριστιανισμού, δαιμονοποιώντας ουσιαστικά το θηλυκό. Ή στην καλύτερη περίπτωση, παρουσιάζοντας την γυναίκα ως όργανο του Σατανά που μοναδικό σκοπό έχει να παρασύρει στην αμαρτία το εκλεκτό δημιούργημα του Γιαχβέ, τον άνδρα. Έτσι επιβλήθηκε ο μισογυνισμός από τις εβραιογενείς θρησκείες, όπως είναι ο ιουδαιοχριστιανισμός και ο μουσουλμανισμός και μόνο στην Δύση η λατρεία της Μητέρας κατάφερε με το προσωπείο της Παναγίας, να ξεγελάσει τους άξεστους του ιουδαιοχριστιανικού ιερατείου και να ξανααναβιώσει. Ο Διονυσιόδωρος κατά τον τρίτο αιώνα πριν την κοινή χρονολόγηση, κάνει έναν συγκερασμό των προϋπαρχουσών αναφορών για τους Καβείρους, παρουσιάζοντάς τους ως δύο ζεύγη θεών, τον Καδμίλο ή Κασμίλο με την αξιόκερσα και την αξίερο με τον αξιόκερσο. Αργότερα αυτοί λέγεται ότι ταυτίστηκαν με τον Πλούτωνα, με την Περσεφόνη, με την Δήμητρα και τον Διόνυσο ή τον Ερμή. Εκεί πού όλοι σχεδόν συγκλίνουν, είναι ότι οι Κάβειροι είναι γέννημα του πρωταρχικού Πυρός, το οποίο αργότερα αποδόθηκε με τον Ήφαιστο. Ο Ήφαιστος όμως είναι ο υποχθόνιος θεός των ηφαιστείων, μια ιδιότητα ουσιαστικά που ανήκει εξ ολοκλήρου στον Πλούτωνα. Το ένα ζευγάρι έτσι, είναι εύκολα προσδιορίσιμο, καθότι μεγάλος όγκος μυθολογικών παραδόσεων αναφέρεται στον Πλούτωνα και την Περσεφόνη. Στους μύθους περιπλέκεται και η Δήμητρα, η θεά – Μητέρα, η οποία αντικαθιστά ενίοτε την Μεγάλη Μητέρα. Κεντρικό βέβαια πρόσωπο στην σχετική μυθολογία, είναι κατά κανόνα ο Φάνητας Διόνυσος. Από την σύγχυση της πληθώρας των μυθολογικών παραδόσεων, έρχεται να μας βγάλει ο Ιερός Λόγος του θεολόγου Ορφέα, του κατεξοχήν εκφραστή της μυστικής διδασκαλίας που ελάμβαναν οι μυημένοι των Καβείριων μυστηρίων. Πολλούς αιώνες αργότερα, σε ένα άλλο σημαντικό κέντρο που τελούνταν τα Καβείρια, η Βοιωτία με τις Ελικωνίδες μούσες της, ενέπνευσε έναν άλλον ποιητή, δυστυχώς όχι χαρισματικό όπως τον Ορφέα, αφήνοντάς μας και αυτός μερικά αρκετά διαφωτιστικά έργα. Και οι δύο ποιητές μιλούν για μια θεογονία και μια κοσμογονία. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι για την ιερή γνώση των Ελλήνων, δεν υφίσταται καμιά δημιουργία, αλλά το Σύμπαν όπως και οι θεοί, γεννήθηκαν και δεν πλάστηκαν, αντίληψη που την διαιώνισαν οι νεοπλατωνικοί γνωστικοί στην σύγχρονή τους έκδοση της εσωτερικής φιλοσοφίας της Καμπαλά. Η αντίληψη αυτή ήταν παρούσα στην αναβίωση της δυτικής εσωτερικής παράδοσης και διασώθηκε αυτούσια στον τεκτονισμό. Για τα Καβείρια μυστήρια τα οποία εισήγαγαν την τριπλή διδασκαλία των Ρητών, απορρήτων και αρρήτων, όπου λέγονταν, αποκαλύπτονταν και τέλος δεικνύονταν χωρίς λόγια, το τρίπτυχο της διδασκαλίας περιλάμβανε την θεογονία – κοσμογονία και ανθρωπογονία, αποκαλύπτοντας ουσιαστικά τα μυστήρια της γέννησης στους μυημένους. Στο Καβείριο ιερό της Θήβας ανευρέθηκαν αρκετά ευρήματα όπου συναντώνται οι αποδόσεις των Καβείρων με μορφές ζεύγους αγκαλιασμένων θεών και ενός παιδιού μικρού που του χαρίζουν συνήθως δώρα, με εμφανέστερη την σβούρα. Η ιερογαμία και η γέννηση του πρωταρχικού ανθρώπου, βεβαιώνεται έτσι από την μυθολογία, τις αναφορές και τα ευρήματα, ότι αποτελούσαν τον πυρήνα της θεματολογίας που αναπτύσσονταν κατά την μύηση, είτε με διδασκαλία, είτε με τελετές και άρρητα δεικνυόμενα, όπως η επίδειξη των δώρων που εμπεριέχονταν στην «κίστη» των Ελευσινίων μυστηρίων. Έτσι, το παιδί – θεός, είναι αναμφίβολα ο Διόνυσος, στον οποίο χαρίζοντάς του δώρα, του απέσπασαν την προσοχή οι τιτάνες και τον διαμέλισαν. Ο Διόνυσος όμως αποκαλείται «Διφυής», με δύο φύσεις, ως γεννημένος από φωτιά και νερό, όπως επίσης αναφέρεται ως «Πυριγενής» και «Λιμναίος». Το επίθετο «Πυριγενής» έχει την ερμηνεία του ως γόνος του Πυρός που συμβολίζεται από τον Πλούτωνα. Η υδάτινη φύση του όμως είναι πιο μυστηριώδης και θα χρειαστεί να συγκεράσουμε πολύ περισσότερα μυθολογικά στοιχεία για να υποψιαστούμε την ερμηνεία του. Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες, αναφέρουμε απλώς ότι για την αρχαιοελληνική σκέψη, η ζωή γεννήθηκε μέσα από τον ωκεανό, όπως αλληγορείται από την ανάδυση της Αφροδίτης και όπως δέχεται η σημερινή επιστήμη. Ο θεός όμως που συμβολίζει τον ωκεανό, είναι ο Ποσειδώνας. Θα θεωρούσαμε ότι καταλήξαμε σε άτοπο, αν αγνοούσουμε ότι η θάλασσα και γενικά κάθε υδάτινη συγκέντρωση είναι θηλυκής φύσης, καθότι το ίδιο το νερό είναι σύμβολο συναισθηματικότητας, κατεξοχήν θηλυκό. Στην μυθολογία θα βρούμε πολλές τέτοιες φαινομενικές αντιφάσεις, όπως π.χ. ότι οι πρωταρχικοί αδελφοί θεοί που μοίρασαν τον κόσμο ήταν ο Πλούτωνας που πήρε τον Άδη, ο Ποσειδώνας κύριος των υδάτων, ο Δίας του Ολύμπου και ο Χείρωνας του σκιερού και αφήλιου Πηλίου. Υπάρχει όμως ένα αξίωμα στην εσωτερική φιλοσοφία της Καμπαλά, που μας διδάσκει ότι τα ονόματα των θεών παρότι αρσενικά ως επί το πλείστον, είναι διπλής φύσης, και αρσενικά και θηλυκά. Έτσι εξηγείται γιατί η Αφροδίτη παρίσταται και ως γενειοφόρος ή γιατί ο Άρης ο μοναχογιός της Ήρας που τον γέννησε όταν μύρισε έναν κρίνο, είναι θηλυκός μητρικός θεός, όντας η ίδια η Ήρα αντίστροφα. Επειδή όμως χρειάζεται να είμαστε και προσγειωμένοι στην απτή πραγματικότητα, αναφέρουμε απλά ότι, εισερχόμενοι στο πλανητικό μας σύστημα, πρωτοσυναντάμε τον πλανήτη Πλούτωνα, μετά τον Ποσειδώνα, κατόπιν τον Ουρανό και τον Κρόνο κλπ, γεγονός που μας αναγκάζει, αν σχηματίσουμε ζευγάρια πλανητών, το πρώτο ζευγάρι να απαρτίζεται από τον Πλούτωνα και τον Ποσειδώνα, από την θεότητα των Ηφαιστείων και την θεότητα των υδάτων του κόσμου και το δεύτερο ζευγάρι να απαρτίζεται από τον Ουρανό και τον Κρόνο, τον Κρόνο που ουσιαστικά είναι η πρωταρχική Γαία, η πρωταρχική Μεγάλη Μητέρα για την κοσμογονία, με ονόματα όπως Ρέα, κλπ. Επισημαίνουμε εδώ ότι ο ιερός λόγος του Ορφέα, αλλά και η νεώτερη αντίγραφη έκδοση του Ησίοδου, αποκαλύπτουν δύο διαφορετικές γεννήσεις. Μία θεογονία και μία κοσμογονία δίνοντας το κλειδί για την εσωτερική κατανόηση. Με αυτό το κλειδί είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε γιατί το «Σεφέρ Γετζιρά», η πρώτη ιστορικά έκδοση των Νεοπυθαγόρειων και νεοπλατωνικών Γνωστικών διδασκαλιών στην μορφή της Καμπαλά, γραμμένο από κάποιον ανώνυμο Εβραίο Γνωστικό, εμπεριέχει δύο δημιουργίες, κάνοντας να αδυνατούν να τις ερμηνεύσουν οι εβραιοτραφείς ερμηνευτές. Στην πρωταρχική θεογονία, έχουμε το αρχέγονο Πυρ συμβολισμένο με τον υποχθόνιο θεό Πλούτωνα, να ενώνεται σε ιερό γάμο με το αρχέγονο ύδωρ, με τον κατασκότεινο αβυσσαλέο Ωκεανό και από την ένωσή τους να γεννιέται ο Πρωτόγονος Ηρικεπαίος Διόνυσος σε μορφή αργυρόχροου ωού, το οποίο διερράγη και ανεφάνη ο Λόγος, ο ποικιλόχρους Φάνητας Έρως. Ο Διόνυσος είναι Ηρικεπαίος, δηλαδή ερμαφρόδιτος, έχοντας αρσενική και θηλυκή φύση, ουσιαστικά όντας διγενής, Υιός και θυγατέρα συγχρόνως. Ο διαμελισμός του στις δύο του φύσεις, στην αρσενική μονάδα και στην θηλυκή δυάδα, στον Πατέρα Ουρανό και στην Μεγάλη Μητέρα Ρέα, γίνεται η αρχή της κοσμογονίας. Ο φαλλός και το αιδοίο, το «Γιόνι» και το «Λίνγκαμ», το Ιώτα και ο οβελίσκος ως σύμβολα για το αρσενικό, ενώ το τρίγωνο ως ανάποδο κεφαλαίο Λάμδα και το γένι της κατσίκας, ως σύμβολα για το θηλυκό, θα μπούνε στον παγκόσμιο συμβολισμό ως απόδοση των πρωταρχικών θεών της γένεσης του παντός. Το δεύτερο αυτό ζευγάρι θα συμπληρώσει την τετράδα των Μεγάλων θεών, αν και πολλές φορές αναφέρεται σαν τριάδα με μόνο τον Διόνυσο και το αρχικό ζευγάρι, τριάδα που έχει αποτυπωθεί σε αναπαράσταση τριών Καβείρων. Η γέννηση του Λόγου Διόνυσου αποδόθηκε με τον υπέρτατο συμβολισμό στην περίφημη εξίσωση του Βίαντα του Πριηνέα, όπου το άπειρο συζευγμένο με το μηδέν, γεννά την πρωταρχική μονάδα. Αυτός ο άρρητος συμβολισμός της απόκρυφης θεογονίας που εξελοχεύθη με τον Ιερό Λόγο από τον ανυπέρβλητο Μύστη και θεολόγο Ορφέα, ήταν αδύνατο να εννοηθεί από τον ανώνυμο συγγραφέα του «Σεφέρ γετζιρά». Έτσι, η Καμπαλά που αποκαλύφθηκε, στερούμενη της δωδεκαπλότητας, παρουσιάστηκε κολοβωμένη και διαστρεβλωμένη ως δεκαδική –και έτσι κατανοητή για τον αμύητο – φαινομενικά άρτια ως δεκαδικό σύστημα, ελλιπής όμως και μη χρηστική, καθότι, ακόμα και μόνον για τον χώρο των μαθηματικών, το δεκαδικό σύστημα είναι πλήρες αριθμητικό σύστημα, μόνον αν περιλαμβάνει σε ανοικτό σύνολο, και το μηδέν και το άπειρο. Η ελλιπής κατανόηση του εβραίου Γνωστικού συγγραφέα, δημιούργησε το πρόβλημμα της κρυφής σεφίρα Ντάατ (Ποσειδώνα), η οποία περιλαμβανόμενη ξεπερνά την δεκάδα, μη όμως εντασσόμενη στο δεκαδικό σύστημα, καθώς προηγείται της μονάδας. Υπήρχαν βέβαια και σπουδαιότεροι λόγοι να αποκρυβεί η σεφίρα Ντάατ, γιατί για τους Εβραίους, πρώτον ο Ωκεανός συμβολίζει το υπέρτατο κακό, δεύτερον γιατί είναι το αρχέτυπο του θηλυκού και τρίτον γιατί η σεφίρα Ντάατ ταυτίζεται με την Γνώση, την αιτία του καλούμενου προπατορικού αμαρτήματος. Μια σημαντική πληροφορία σε σχέση με τα Καβείρια, μας έχει διασώσει ο Χριστιανός συγγραφέας Ιππόλυτος τον 2ο αιώνα κ.χ. «Διότι οι Σαμοθράκες» έγραψε, «σαφώς ονομάζουν τον τιμώμενο παρ' αυτών εις τα μυστήρια, τα οποία επιτελούν, τον Αδάμα τον αρχικόν άνθρωπον. Υπάρχουν Δε εις το ιερόν της Σαμοθράκης δυο αγάλματα γυμνών ανθρώπων, εχόντων και τας χείρας τεταμένας άνω προς τον ουρανόν και τους φαλλούς εστραμένους προς τα άνω, όπως έχει και το εν Κυλλήνη άγαλμα του Ερμού, τα προειρημένα αγάλματα είναι εικόνες του αρχανθρώπου και του αναγενωμένου πνευματικού ανθρώπου, ο οποίος είναι κατά πάντα ομοούσιος προς εκείνον τον άνθρωπον..» Αδάμας όμως είναι λέξη Ελληνικότατη για το διαμάντι και όχι βέβαια τυχαία, αντιστοιχεί καμπαλιστικά στην σεφίρα «Κέτερ», δηλαδή στον Πλούτωνα. Ακόμα, ένα όνομα που ξεπηδά συνέχεια όταν ερευνούμε για τα Καβείρια, είναι το όνομα «Κάδμος», ο οποίος φέρεται και ως ιδρυτής των Καβειρίων μυστηρίων στην Θήβα της Βοιωτίας. Παράλληλα, ένας από τους Καβείρους αποκαλείται «Καδμίλος», όνομα που παραπέμπει σε υποκοριστικό του «Κάδμος». Ο Κάδμος, εκτός από οικιστής της Θήβας, στην μυθολογία έμεινε και ως ο πρώτος άνθρωπος που στον γάμο του με την Αρμονία παρευρέθηκαν οι θεοί. Σημειωτέον ότι ο ιερός γάμος, η «ιερογαμία» είναι βασικό στοιχείο στα καβείρια μυστήρια και ακόμα, η Αρμονία είναι κόρη της Ηλεκτριόνης, θυγατέρας του Άτλαντα, του γιού του Ποσειδώνα. Άτλαντας όμως είναι ο ακομάτιαστος και είναι συνώνυμος με τον Άδμητο, έναν άλλον ήρωα που έμεινε ξακουστή η γαμήλια περιπέτειά του. Ξαναγυρίζουμε στον Αδάμα, τον αρχικό άνθρωπο των Καβειρίων, ο οποίος ουσιαστικά είναι δύο, ένας γηραιός και ένας νεαρός, όπως εικονίζονται στα ευρήματα του Καβειρίου των Θηβών. Ο γηραιός ερμηνεύεται ως ο Πλούτωνας, ενώ ο νεαρός ως ο Διόνυσος. Ως τέλειος και ολοκληρωμένος παρουσιάζεται ο Πλούτωνας, ενώ ο Διόνυσος Λόγος, όντας ομοούσιος του πρωταρχικού αρχετύπου, διασπάστηκε καθιστάμενος ο ίδιος κόσμος και η πνευματική του ουσία διαμελίστηκε σε σχεδόν άπειρους σπινθήρες, που είναι οι ψυχές των ανθρώπων. Αυτό είναι ουσιαστικά το κυρίαρχο δόγμα της Καμπαλά, όπου αναφέρεται ο πρωταρχικός μακροπρόσωπος από όπου εκπορεύθηκαν όλοι οι θεοί και ο μικροπρόσωπος, από τον οποίο γεννήθηκε ο κόσμος. Για τον Αδάμα, ο πρώτος Αλχημιστής, ο Ζώσιμος ο Πανωπολίτης έγραψε: «Τον πρώτο άνθρωπο που στην Αίγυπτο αποκαλείται Θωθ, οι υπόλοιποι λαοί τον αποκαλούσαν ΑΔΑΜ, όνομα που πάρθηκε από την γλώσσα των Αγγέλων. Τον ονόμασαν έτσι εξαιτίας της συμβολικής αξίας των τεσσάρων γραμμάτων, δηλαδή των τεσσάρων στοιχείων που αντιστοιχούν στα σημεία του ορίζοντα σε ολόκληρη την σφαίρα. Το Α- Ανατολή, Δ- Δύση, Α – Άρκτος (βορράς) και Μ- Μεσημβρία (Νότος), αντιστοιχώντας επίσης το καθένα και σε ένα από τα τέσσερα στοιχεία που συνθέτουν τον κόσμο. Επομένως ο σαρκικός ΑΔΑΜ αποκαλείται Θωθ, όσον αφορά το εξωτερικό του σχήμα. Ο άνθρωπος που βρίσκεται μέσα στον ΑΔΑΜ – ο πνευματικός άνθρωπος – αυτός έχει ένα ιδιαίτερο όνομα και ένα κοινό όνομα. Το ιδιαίτερο όνομα δεν το γνωρίζω. Μόνον ο Νικόμαχος ο κρυφός γνωρίζει τέτοια πράγματα. Το κοινό του όνομα είναι ΦΩΣ». Από τον δεύτερο ΑΔΑΜ προήλθε μετά από διάσπαση (απόσπαση) η θηλυκή φύση η οποία αποτέλεσε την πρωταρχική μητέρα του κόσμου. Από τον Λόγο Φάνητα που αντιστοιχεί στην σφαίρα του Ουρανού, προήλθε η Μητέρα θεά Ρέα, θηλυκή όψη της πλανητικής σφαίρας του Κρόνου – Χρόνου. Την ίδια ακριβώς διαδικασία προάγει και η Καμπαλιστική φιλοσοφία, η οποία όμως παρανοήθηκε από τους εβραίους και ιουδαιοχριστιανούς καμπαλιστές που πάσχισαν να συνταιριάξουν την απλουστευμένη παρουσίαση της απόσπασης της θήλεας φύσης, της πρώτης μητέρας του κόσμου Εύας, από το πλευρό του κοιμισμένου πρωταρχικού ανθρώπο ΑΔΑΜ. Περιττό βέβαια να πούμε ότι η Καμπαλιστική θεωρία των εκπορεύσεων, προσπαθεί να ακολουθήσει επακριβώς την Ορφική θεογονία και κοσμογονία, υποπίπτοντας όμως σε δύο σημαντικά σφάλματα στο καθοδικό τόξο των εκπορεύσεων. Το ένα είναι ότι απουσιάζει παντελώς η Τρίτη σεφίρα από τοα Καμπαλιστικό ιερόγλυφο, και το άλλο είναι ότι έχει αντιστραφεί η σειρά εκπόρευσης στο ζευγάρι Ερμής – Αφροδίτη και έχει γίνει σκοπίμως Αφροδίτη – Ερμής. Φαίνεται ότι οι Εβραίοι και οι ιουδαιοχριστιανοί Καμπαλιστές, δεν άντεχαν να έχουν στο δεξί μονοπάτι μια σεφίρα γνώσης, όπως είναι ο Ερμής, αλλά προτιμούσαν μια σεφίρα πίστης, όπως η Αφροδίτη. Μένοντας στην Μεγάλη Μητέρα θεά που αντιστοιχεί στην Ρέα – Κρόνο, η οποία σε πολλές μυθολογικές εκδόσεις αναφέρεται ως Δήμητρα, ερχόμαστε σε επαφή με ένα από τα πιο σκοτεινά μυστήρια του εσωτερικού μύθου. Η Μεγάλη Μητέρα προέρχεται από τον Φάνητα Διόνυσο, είναι αυτή όμως που τον ξαναγεννά, όπως μαρτυρεί το απόκρυφο ρήμα των Ελευσινίων, «Βριμώ έτεκεν Βριμόν», η φοβερή γέννησε τον φοβερό, όπου η Δήμητρα γεννά τον Διόνυσο. Αιώνες αργότερα ο Δάντης στην θεία Κωμωδία, στο εσωτερικό αυτό σύγγραμμα όπου αναλύεται γνωστικά η Καμπαλιστική και Ροδοσταυρική σοφία, ξαναθέτει το μυστήριο όταν γράφει, «Παναγία μητέρα του θεού, κόρη του Υιού σου». Καμπαλιστικά, τρεις είναι οι Μητέρες θεές, οι οποίες αντιστοιχούν στην Ρέα – Κρόνο, στην Ηρα – Άρη και στην Αφροδίτη και παραπλήσια, τρεις είναι και οι Υιοί και συνάμα σύζυγοι των Μητέρων. Ο Λόγος ως Διόνυσος, ο Στοχασμός ως Δίας και ο λόγος – ρήμα ως Ερμής. Έτσι η Ουράνια θεά Μητέρα Ρέα, αναλογεί σε μια Μητέρα Φύση υλοποιημένη, σε μια Γήινη Μητέρα Αφροδίτη. Η Μεγάλη Μητέρα παύει να γεννάει όταν μυθολογικά ο Κρόνος αποκόπτει τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού και παραμένει έκτοτε παρθένος, μετά την Γέννηση του Διόνυσου, ενώ η Γήινη Μητέρα Φύση, η Αφροδίτη, συνεχίζει εσαεί να ερωτεύεται και να γεννά. Καμπαλιστικά αναφέρεται η ουράνια θεά Μητέρα, η ουράνια θάλασσα - mare, Μητέρα του Υιού άσπιλη και η γήινη Μητέρα, η γήινη θάλασσα-mare, μητέρα της ζωής. Με λίγη παρανόηση και πολύ σκοπιμότητα, η Καμπαλιστική μητέρα mare – Μαρία, έγινε η παναγία ως πλατυτέρα των ουρανών, εικόνα της Ρέας, Κυβέλης, Συμέλης, Ίσιδας, Πρακρίτι κλπ και η γήινη mare – Μαρία, έγινε η Μαγδαλινή η πόρνη, εικόνα της Αφροδίτης. Μια αξιοσημείωτη παρατήρηση είναι ότι, οι λέξεις Κάβειροι, Κυβέλη, Καμπαλά, όπως και Καφίρ που σημαίνει άπιστοι και αποδίδεται στους Καλλάς του Αφγανιστάν λόγω της πίστης τους σε μια μορφή πολυθεϊσμού, έχουν κοινά τα σύμφωνα Κ, Β ή Φ ή ΜΠ και Ρ, Λ, όπου Ρο και Λάμδα γράφονται με το ίδιο σύμβολο και στην Γραμμική Β, αλλά και στην ιερογλυφική γραφή. Έχει επικρατήσει να λέγεται ότι Καμπαλά σημαίνει παράδοση από στόμα σε αυτί. Αυτή είναι μια αστεία ερμηνεία, για τον λόγο ότι, κάθε απόκρυφη διδασκαλία, είναι παράδοση από το στόμα του διδασκάλου στο αυτί του μαθητή. Σε καμιά γλώσσα από τις ιστορικές δεν προκύπτει μια ερμηνεία της λέξης Καμπαλά, ώστε να στέκει κάπως ικανοποιητικά. Όμως αν αναζητήσουμε μιαν ερμηνεία στην Γραμμική γραφή, στην Κρητομυκηναϊκή γραφή, τότε ανακαλύπτουμε ότι η συλλαβή ΚΑ, έχει συλλαβόγραμμα το μέχρι σήμερα συμβολισμό της Γης, ένας κύκλος με έναν ισοσκελή σταυρό εσωτερικά, το οποίο έχει φωνητική αξία, ΚΑ ή ΓΑ ή ΧΑ, συλλαβόγραμμα και συλλαβή η οποία απαρτίζει και ολόκληρη λέξη, την λέξη ΓΗ. Το Μπα επίσης στην Γραμμική Βʼ έχει μόνο του έννοια, καθώς αναπαριστά την λέξη που αποδίδεται στον βίο ως ενέργεια ζωικότητας και το Λα ή Ρα, συλλαβόγραμμα που συμβολίζει το φως και κατʼ επέκταση την Γνώση. Έκπληκτοι διαπιστώνουμε ότι το ιερόγλυφο της καμπαλά, αναγνωσμένο με τα σύμβολα της Γραμμικής, αποδίδεται ως «η ύλη της ζωής και της γνώσης» και επειδή το ιερόγλυφο ομοιάζει με δέντρο, το δέντρο της Καμπαλά θα μπορούσε να λέγεται το δέντρο της ζωής και της γνώσης, όπως ακριβώς έχει διασώσει η εσωτερική παράδοση ότι αποκαλείται. Επιστρέφοντας στην αναφορά μας στον Άτλαντα, βρίσκουμε να διασώζει ο Απολλόδωρος ότι οι Έλληνες θεωρούσαν τον Άτλαντα ως έναν τεράστιο γίγαντα που στέκονταν στην θάλασσα που είναι στο μέσο της γης, στην Μεσόγειο, και με τα χέρια του στήριζε τον ουρανό, ενώ από τα μαλλιά του κρέμονταν οι πλανήτες. Στις εορτές που τιμούσαν τον Άτλαντα, τον οποίο εόρταζαν κοντά στο χειμερινό ηλιοστάσιο, έκοβαν μικρά δέντρα – ελαιόδεντρα ή έλατα από το δάσος – και τα στόλιζαν με πολύχρωμες στρογγυλές λάμες. Ιδού το καμπαλιστικό δέντρο το οποίο συνεχίζουμε μέχρι σήμερα να στολίζουμε σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο. Σημειωτέον το έλατο μαζί με την ελιά, ήταν το ιερό δέντρο των Καβειρίων τελετών και μυστηρίων. Το έθιμο του στολίσματος των δέντρων είχε διαδοθεί σε όλες τις περιοχές όπου εορτάζονταν οι Κάβειροι και έβρισκε μιμητές στους ντόπιους λαούς. Τα Καβείρια της Παλαιστίνης φαίνεται ότι προκάλεσαν πολλούς εβραίους να μιμούνται τα έθιμα των εθνικών, στολίζοντας και αυτοί δέντρο, γεγονός που έκανε τον εβραίο προφήτη Ιερεμία να καταφερθεί ενάντια στο εθνικό αυτό έθιμο. «Μη μανθάνετε την οδό των εθνών», γράφει στην βίβλο, Ιερεμίας κεφ. Ιʼ 2-4. «Διότι τα έθνη πτοούνται εις αυτά. Διότι τα νόμιμα των λαών είναι μάταια. Διότι κόπτουσι ξύλον εκ του δάσους, έργον χειρός τέκτονος με τον πέλεκυν. Καλωπίζουσι αυτό με αργύρειον και χρυσόν. Στερεώνουσι αυτό με καρφιά και με σφύρας δια να μην κινείται». Είναι πολλές πλάνες και διαστρεβλώσεις που παγιώθηκαν ως αναμφισβήτητες παραδόσεις και έπρεπε να έρθει μια Μπλαβάτσκι για να ταρακουνήσει την αφελή Δύση και να την ξυπνήσει από τον λήθαργο που την ξανάριξαν οι Ιησουίτες, οι οποίοι αλλοίωσαν σχεδόν κάθε εσωτερική κίνηση, εισερχόμενοι με δόλο σε αυτές. Αλλά το μόνο που εισέπραξε, ήταν ο φθόνος και η συκοφαντία από τους φερόμενους ως μυημένους των ψευδοεσωτερικών οργανώσεων. Για τους αληθινούς αναζητητές όμως ήταν μία αχτίδα που φώτιζε το πηχτό σκοτάδι που ξανααπλώνονταν στη Δύση, ξαναρίχνοντάς την σε μια νέας μορφής απαξίωση της ζωής και νεοβαρβαρότητα. Ήρθε να μας υπενθυμίσει την αξία των μυστηρίων και να μας υποδείξει τα ιερά όπου είχαν εναπομείνει κάποια ελάχιστα μισοσβησμένα κάρβουνα στους βωμούς των που περίμεναν τους ζηλωτές να τα αναζωπυρώσουν. Ήρθε και μας θύμισε αυτό που είχε παρατηρήσει ο Ανθύπατος της Αχαΐας Πρετέξτατος, ότι το να στερήσουν τους Έλληνες από τα ιερά μυστήρια, τα οποία ενώνουν ολόκληρη την ανθρωπότητα, σημαίνει για αυτούς στέρηση κάθε αξίας ζωής. Όπως έγραψε ο Πίνδαρος, «μακάριος ο δια των μυστηρίων διελθών. Ούτος γιγνώσκει την αρχήν και τον σκοπόν της ζωής».