Οι ερευνητές λένε ότι οι σκιές είναι οντότητες που είναι απειλητικές για τον άνθρωπο και μπορούν να τον αγγίξουν την ώρα που εκείνος κοιμάται για λόγους που δεν γνωρίζουμε. Επίσης ότι δεν προέρχονται από τον κόσμο μας αλλά από έναν άλλο δικό τους κόσμο που είναι άγνωστος. Συνήθως η σκιά δεν έχει μορφή αλλά αυτός που νοιώθει το άγγιγμά της μπροστά στο αόρατο δίνει μορφή με το δικό του μυαλό σε αυτήν επηρεασμένος ίσως από τις παραδοσιακές ιστορίες που πρωταγωνιστούν παράξενα όντα και έχει ακούσει ο καθένας μέσα στον χρόνο. Ένας εκπρόσωπος αυτής της κατηγορίας είναι η γνωστή Μόρα. Χαρακτηριστική είναι η ιστορία που μας περιγράφει ο Β., που δέχθηκε την επίσκεψή της: «Υπηρετούσα την θητεία μου σε ένα στρατόπεδο στο Κιλκίς, και εκείνη την εβδομάδα, μαζί άλλους τέσσερις φαντάρους ήμασταν επιφυλακή και είχαμε υπηρεσία στην σκοπιά της πύλης. Αυτό σήμαινε ότι τα βράδια κοιμόμασταν στο φυλάκιο της πύλης και όχι στο θάλαμο μαζί με τους υπόλοιπους. Το φυλάκιο βρισκόταν ακριβώς δίπλα στην σκοπιά και μπορούσε να φιλοξενήσει δέκα άτομα, αν και στην δική μας περίπτωση, αφού έσβηναν τα φώτα εφτά κρεβάτια έμεναν κενά, αφού ο ένας βρισκόταν πάντα ξύπνιος στην σκοπιά. Το δικό μου κρεβάτι βρισκόταν στην μέση του φυλακίου, και εκείνο το βράδυ κοιμόταν ο Δ. στο μεθεπόμενο κρεβάτι δεξιά από το δικό μου και ο Γ. στην απέναντι γωνία, μακρύτερα και από τους δυο μας. Θυμάμαι πως ξύπνησα από ένα υπόκωφο βογκητό, που ερχόταν από την μεριά του Γ. Δεν έδωσα σημασία καθώς θεώρησα πως ίσως έβλεπε εφιάλτη, και απλά περιεργάστηκα τον χώρο όπως φωτιζόταν από τις λάμπες έξω από τα παράθυρα. Πρέπει να πέρασαν ελάχιστα δευτερόλεπτα, όταν σταμάτησε απότομα το βογκητό και έπιασα με την άκρη του ματιού μου μια σκιά να κινείται αστραπιαία προς το μέρος μου. Την αμέσως επόμενη στιγμή αυτό το μαύρο πράγμα, που μπορώ να το περιγράψω μόνο σαν κινούμενο όγκο σκοταδιού που μετατόπιζε το φως βρισκόταν επάνω στο στήθος μου και με πίεζε με δύναμη. Δεν μπορούσα να κουνήσω τίποτα εκτός από τα βλέφαρά μου, και προσπαθούσα να αρθρώσω μια οποιαδήποτε λέξη αλλά το στόμα μου έμενε απλώς ανοιχτό. Ένοιωθα τόσο βάρος επάνω μου που το σώμα μου βυθιζόταν στο στρώμα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα κράτησε αυτό, αλλά όταν μετά από λίγο κατάφερα να ψιθυρίσω ένα α!, η σκιά μετακινήθηκε με την ίδια ταχύτητα με την οποία ήρθε, προς το κρεβάτι του Δ. Τώρα μπορούσα, αλλά δεν ήθελα να κουνηθώ. Το βογκητό άρχισε πάλι να ακούγεται, αυτή την φορά από τα δεξιά μου, και εγώ έμενα παγωμένος στην θέση μου να κοιτάω με την άκρη του ματιού μου τον σκοτεινό όγκο πάνω από το κρεβάτι του Δ. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, το βογκητό σταμάτησε και η σκιά απλά χάθηκε. Βγήκα φρικαρισμένος έξω, άναψα ένα τσιγάρο και κάθισα στο σκαλοπάτι δίπλα στην πόρτα. Ο σκοπός τα έχασε λίγο, γιατί μάλλον ήμουν άσπρος σαν το πανί. «Τι έπαθες ρε;» με ρώτησε. «Ξέρεις τι θα πει Μόρα;» του απάντησα. Ήταν η τελευταία φορά που κοιμήθηκα ανάσκελα.» Υπάρχουν και άλλες σκιές που δεν είναι το ίδιο με την Μόρα. Ψιλόλιγνες σιλουέτες που μπορεί να βρίσκονται στον ίδιο χώρο με εμάς ή ακόμα και δίπλα μας για άγνωστους λόγους. Μπορεί να μας μελετάνε και δεν είναι σίγουρο ότι είναι ακίνδυνες αν και δεν έχουν δείξει τέτοιες τάσεις. Υπάρχουν ίσως κάποιες στιγμές που ο καθένας θεωρεί ότι ενώ κοιτάει κάτι συγκεκριμένο και επικεντρώνεται σε αυτό με την άκρη του ματιού του πιάνει μια γρήγορη κίνηση σαν «κάτι» να ήταν εκεί. Μερικές φορές τρομάζουμε και γυρνώντας διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα και απλά ήταν μια εσφαλμένη αντίληψη του μυαλού μας. Κάποιες φορές ίσως να είναι έτσι αλλά κάποιες άλλες ίσως να είναι οι σκιεροί επισκέπτες. Γράφει ο Δαμιανός Φουρκιώτης για το 18-24 magazine