Είμαι η Σεβαστή Ντρη του Κωνσταντίνου, κάτοικος Καλύμνου. Το 1970 είχα αρρωστήσει με πολύ πυρετό, χωρίς να μπορέσουν οι ιατροί να βρουν τι είχα. Ζητούσα βοήθεια. Παρακαλούσα τους αγίους. Ο πόνος μου ήτο μεγάλος, διπλούς, διότι είχα και εξ (6) παιδιά. Η αρρώστια μου κράτησε περίπου 10 μέρες. Παρακαλούσα τον άγιο Παντελεήμονα, τους αγίους Αναργύρους. Ένα βράδυ θυμήθηκα τον γέροντα, τον π. Σάββα. «Ε, γέροντα πλιό, έλα και συ πλιό, βοήθησε με. Τόσην φαμίλια έχω να μην καθήσω στο κρεβάτι». Ε τόπα με την καρδιά μου. «Ε, έλα πλιό γέροντα. Με ξέρεις πλιό, έλα». Κοιμήθηκα εις τας 11. Μόλις έκλεισα τα μάτια μου, νάτος γελαστός: «Ε, τελευταίον μου θυμήθηκες εμένα. Για κάνε το κεφάλι σου κάτω». Με εστάυρωσε:«Ε, σήκω επάνω, σήκω επάνω». Ξύπνησα α- μέσως. Γύρισα να τον δω. Εγώ ούτε πυρετό ούτε τίποτε. Έγινα καλά σαν να μην είχα αρρωστήσει.