Ήλθον κάποτε προσκυνηταί από τη Γαλλίαν. Μου ερωτούσαν δια τα θαύματα του αγίου. Εγώ τους έλεγα, ό,τι εγνώριζα. Κατά την διάρκεια των συζητήσεών μας, ήλθε μέσα μια κοπέλλα απρεπώς ενδεδυμένη. Εγώ δεν την επρόσεξα. Μετά από λίγο ηκούσαμε έναν θόρυβον μέσα εις την λάρνακα, η οποία εσείετο. Έτρεξα αμέσως και έπιασα την λάρνακα και την κρατούσα να μην πέση. Τότε μερικές γυναίκες φοβισμένες άρχισαν να λέγουν: «Τί τρέχει, τί τρέχει;» Γυρίζω και βλέπω την κοπέλλα, η οποία από τον φόβον της έφυγε. Καταλάβαμε, ότι εξ αιτίας της απρεπούς περιβολής της εσείετο η λάρναξ.