Σύμφωνα με την «Εφημερίδα» της 13ης Μαίου 1891, στις αρχές εκείνου του μήνα ο υπενωματάρχης Βασίλης Θεοχάρης και ο δασοχωροφύλακας Κεραμιδάς πήγαν για κυνήγι στο δάσος της Ραψάνης στον Όλυμπο. Κοντά στο εκκλησάκι της Αγ. Τριάδας άκουσαν ξαφνικά έναν ήχο σαν σφύριγμα και πολύ κρότο «σαν να έσπαζαν ξερόκλαδα». Οι δύο άντρες ετοίμασαν τα όπλα τους περιμένοντας ν’ αντικρύσουν κανένα ελάφι ή ζαρκάδι ή και αγριογούρουνο, από τα οποία έβριθε το βουνό εκείνη τη μακρινή εποχή. Αυτό που είδαν όμως ξεπερνούσε κάθε προσδοκία τους. Γύρω στα εκατόν πενήντα βήματα μακριά αντίκρυσαν «ένα φίδι θεριακωμένο με κεφάλι που έμοιαζε με βοδιού και δύο μικρά κέρατα στη κορυφή». Οι δύο κυνηγοί έμειναν άναυδοι. Υπολόγισαν ότι το πλάσμα είχε μήκος πάνω από δυόμιση μέτρα και βάρος 500 οκάδες. Υψώνοντας τα τουφέκια τους του έριξαν και οι δύο αλλά δεν το πέτυχαν. Μετά απ’ αυτό έκαναν το μόνο που μπορούσε να κάνει ένας συνετός άνθρωπος στη συγκεκριμένη περίπτωση : το έβαλαν στα πόδια