Οι Άγιοι έχουν χιλιάδες θαύματα κάνει. Άλλα το μεγαλύτερο είναι η φανέρωση τους. Στη Θερμή της Μυτιλήνης υπάρχει ένα βουναλάκι με την τοποθεσία Καρυές. Το 1959 έγιναν τόσα θαυμαστά πράγματα εκεί , που κράτησαν σε έκσταση , όχι μόνον την Ελλάδα , άλλα και το εξωτερικό. Στην τοποθεσία αυτή και μέσα στο κτήμα του Αγγέλου Ράλλη , υπάρχει ένα ερημοκλήσι της Παναγίας. Αυτό θέλησε να το κτίσει. Την πρώτη Ιουλίου 1959 άνοιγαν τα θεμέλια. Στο μέσον του Ναϊδρίου υπήρχε μια πέτρα , που προχωρούσε σε μεγάλο βάθος. Είχε τοποθετηθεί σκόπιμα. Η πέτρα σταματούσε πάνω από μια πλάκα. Κάτω από αυτήν υπήρχε τάφος με ανθρώπινο σκελετό άθικτον. Η κεφαλή απείχε από το κυρίως σώμα 30 πόντους. Έλειπε όμως η κάτω σιαγόνα. Τα χέρια ήταν σταυρωμένα και είχε στο στόμα ένα κεραμίδι με χαραγμένο Σταυρό. Οι εργάτες έβγαλαν τα οστά και τα έβαλαν στη ρίζα ενός δένδρου. Ένα επτάχρονο παιδί παίζοντας , έσπασε το κεφάλι των οστών. Ο εργάτης Τσολάκης θύμωσε για το παιδί και άρχισε να βλασφημά. Κατόπιν πήρε ένα σακί , έβαλε τα οστά μέσα και θέλησε να τα κρεμάσει στο δένδρο. Δεν μπορούσε όμως να το σηκώσει από το βάρος. Παρέλυσε συγχρόνως και το χέρι του. Έπιασε με το άλλο , αλλά κι εκείνο το ίδιο. Έκανε τότε το σταυρό του , καίτοι είχε 27 χρόνια να κάνει σταυρό και να εκκλησιασθεί. Αμέσως τότε το σακί έγινε ελαφρό και το κρέμασε στο δένδρο. Στην εκσκαφή βρέθηκαν ερείπια αρχαίου χριστιανικού ναού. Τότε εξακριβώθηκε , ότι το μνημείον ήταν στο μέρος του αρχαίου ναού και μάλιστα στο δάπεδο του. Κανένας από τους κατοίκους της Θερμής δεν θυμόταν να θάφτηκε εκεί άνθρωπος. Υπήρχε μόνον η έξης παράδοση: Διηγούνταν οι γεροντότεροι , ότι εκεί ζούσαν κάποτε καλόγηροι και τους έσφαξαν οι Τούρκοι. Γι αυτό η περιφέρεια αυτή ονομάζεται «καλόγηρος». Το λένε μάλιστα το μέρος αυτό στοιχειωμένο , διότι πολλοί προ πολλών ετών και μέχρι τότε έβλεπαν ένα καλόγηρο να περιφέρεται εκεί η άκουγαν καμπάνες και ψαλμωδίες. Επίσης υπήρχε η παράδοσις , ότι προ πολλών ετών γινόταν εκεί την Λαμπροτρίτη πανηγύρι , το οποίο δυστυχώς κατήργησαν οι Τούρκοι. Διειηρήθει όμως η συνήθεια , αυτή την ημέρα ν' ανεβαίνουν εκεί οι Χριστιανοί και να προσεύχονται. Τον καλόγηρο αυτόν τον είδε και ο άπιστος Τσολάκης. Αυτός μια Κυριακή ανέβηκε στις Καρυές και περίμενε έξω από το εκκλησάκι. Εκεί , που ήταν ξαπλωμένος , είδε ξαφνικά έναν άνθρωπο να έρχεται προς το μέρος του. Ο Τσολάκης τον ρώτησε ποιος είναι. Ο άνθρωπος όμως δεν έδωσε απάντηση. Ο Τσολάκης τότε σκέφθηκε μήπως ήταν κουφός και τον ρώτησε σε δυνατότερη φωνή , αλλ' εκείνος έμεινε πάλι βουβός . Τότε νόμισε μήπως ήταν κανένας κλέφτης και άρπαξε το όπλο του , υβρίζοντας τον , να τον σκοτώσει. Αλλ' αμέσως χάθηκε από μπροστά του. Ο Τσολάκης ταράχθηκε. Νόμισε ότι τρελάθηκε. Από την τρομάρα του τότε έτρεξε στο χωριό. Δεν είπε όμως σε κανέναν τίποτε. Φοβόταν μήπως τον περιπαίξουν. Μόνο στη γυναίκα του το είπε. Αργότερα , όταν κτιζόταν το εκκλησάκι στις Καρυές , δούλευε εκεί και ο κακοκέφαλος Τσολάκης. Μια μέρα του πήγε η γυναίκα του φαγητό. Μπήκε στην εκκλησία , άναψε ένα κερί και έκανε την προσευχή της. Γυρίζοντας όμως βλέπει επάνω στα ερείπια έναν ιερέα μεγαλόσωμο. Από την τρομάρα της , έβγαλε μια φωνή και αμέσως χάθηκε ο καλόγηρος. Τρέχει αμέσως , για το χωριό. Σε όσους την ρωτούσαν , γιατί είναι τρομαγμένη , τους έλεγε το συμβάν. Πολλοί την κορόιδευαν και άλλοι την πίστευαν και έλεγαν , ότι o τόπος είναι στοιχειωμένος. Το βράδυ το είπε και στον άνδρα της. Αλλ' εκείνος την μάλωσε , διότι δεν πίστευε. Την ίδια νύκτα η γυναίκα είδε στ' όνειρο της μια μαυροφορεμένη που της είπε: Δεν έπρεπε να φοβηθείς , διότι δεν ήταν φάντασμα. Ήταν ο καλόγηρος , που ασκήτεψε εκεί και τον έσφαξαν οι Τούρκοι. Μια μέρα θα πει τ' όνομα του και την ιστορία του. Εκεί συνέχισε ήταν Μοναστήρι και ήμασταν δύο χάρες: Παναγία και Αγία Παρασκευή. Μην ανάβεις μόνον κεριά , θέλω κανδήλα ακοίμητη. Σε λίγες μέρες, γράφει ο Ράλλης , που έκτιζε την εκκλησία , ξαναβλέπει η Τσολάκη στον ύπνο της την εκκλησία και της λέγει η Μαυροφορεμένη να έλθει , να μου πει να σταματήσω τους εργάτες όλους , μηδέ του συζύγου της εξαιρουμένου , διότι βλασφημούσαν συνεχώς. Μου το είπε κρυφά από τον σύζυγο της , τον οποίον εφοβείτο πολύ , διότι την επέπληττε , για την πίστιν της. Εγώ δεν έδωσα σημασία στ' όνειρο της και η εργασία συνεχίζονταν. Μετά τρεις ημέρες μου επαναλαμβάνει τα ίδια. Πάντοτε κρυφά από τον άνδρα της και μου λέει , πως η Παναγία είπε, ότι εκεί υπάρχει η εικόνα της και άλλα εκκλησιαστικά πράγματα , τα οποία θα υπεδείκνυε μια ημέρα στο κατάλληλο πρόσωπο. Ο Ράλλης με δυο Παμφυλιώτες πήγαν μια νύκτα κρυφά κα άρχισαν να σκάβουνε , για να βρουν αυτά , που τους είπε η Τσολάκη. Ο ένας , Λύτρας ονόματι , μόλις άρχισε να σκάβει , σταμάτησε απότομο και είπε , ότι δεν πρόκειται να κάνουν τίποτα και έφυγε . Έφυγε και ο Ράλλης. Την άλλη μέρα πήγε η Τσολάκη στο σπίτι του και του είπε το όνειρο της και το οποίο ήταν η αναπαράσταση της σκηνής , που διαδραματίσθηκε την νύχτα στην κρυφή ανασκαφή. Της είπε ο καλόγηρος , πως αν ξανασκάψουνε , θα πάθουν κακό. Αυτά έγιναν στα μέσα Ιουλίου του 1959. Άρχισε τότε , γράφει ο ίδιος ο Ράλλης , να ονειρεύεται και η σύζυγος μου. Είδε στην θέση του Ναϊδρίου ένα ερειπωμένο Μοναστήρι με κελιά. Μέσα από αυτό έβγαιναν τρεις καλόγηροι. Ενώ οι δύο μπήκαν σ' ένα κελί , ο τρίτος , παίρνοντας μέσα από τα ερείπια έναν ακάνθινο στέφανο , την πλησίασε και δείχνοντας τους δύο καλογήρους , της είπε: Να , το μυστήριον , που ζητάς να μάθεις. Πήγαινε τώρα στην εκκλησία και να δεις. Εκείνη μπήκε και είδε τις εικόνες ζωγραφισμένους στους τοίχους. Αριστερά τα γενέθλια της Θεοτόκου , δεξιά η Αγία Παρασκευή και δίπλα μια μαρμάρινη πλάκα με σκαλισμένες λέξεις «ΠΡΕΒΑΝΤΟΡΙΟΝ Ιδρυθέν υπό Μελπομένης 1433». Εξύπνησε και έγραψε αμέσως αυτό , που είδε. Ο πατήρ Ευθύμιος , στον οποίον είπε το όνειρο της , μας συνέστησε ο εορτασμός του Ναϊδρίου να γινόταν στις 8 Σεπτεμβρίου. Πράγματι! Την ημέρα αυτή έγινε η πρώτη Λειτουργία και πήρε πανηγυρικήν όψη. — Ποια να ήταν άραγε , γράφει ο Κόντογλου , εκείνη η Μελπομένη; Επειδή όμως και στα άλλα ερωτήματα δόθηκε η απάντηση αργότερα και επειδή δεν αποκαλύπτονται όλα τα κεκρυμμένα μυστήρια για μιας και οι Άγιοι καθώς και οι άλλοι , όπου εμαρτύρησαν μαζί του , δεν λέγουν την ιστορίαν τους με συνέχεια , αλλά την συμπληρώνουν με λίγες λέξεις , όπου λέγουν κάθε φορά. Η κυρία Βασιλική ήξερε , ότι κάποτε θα φανερόνονταν ποια ήταν εκείνη η Μελπομένη. Και πραγμάτι φανερώθηκε στην Μαρία Τσολάκη στις 3. Οκτωβρίου του 1961 , έπειτα από 2 έτη. Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1959 ο απλοϊκός Κωνσταντίνος Τσαλίκης άκουσε στον ύπνο του μια φωνή , πού έλεγε: Κώστα , ονομάζομαι Ραφαήλ. Επίσης η Μυρσίνη Δουργούνα γράφει τα εξής: Στις 8. Σεπτεμβρίου, ξημέρωμα , ενώ δεν ήξερα , ότι ο Ράλλης θα λειτουργούσε για πρώτη φορά στο εκκλησάκι , που έκτισε στις Καρυές , είδα αυτό το όνειρο: Σαν να χτυπούσαν οι καμπάνες της εκκλησίας. Βγήκα στον δρόμο να δω τι συμβαίνει και είδα πλήθος κόσμου και φώναζε «Χριστός Ανέστη!» Ρωτώ: Τι είναι ; Αφού κάναμε Ανάσταση , γιατί χτυπούν πάλι οι καμπάνες; Ακούω μια μεγάλη φωνή , που έλεγε: Η Παναγία των Καρυών κατεβαίνει! Γυρίζω τα μάτια μου προς τον Ουρανό και βλέπω ένα σύννεφο , κι επάνω πετούσε μια γυναίκα , με χρυσά μελιτζανιά ρούχα , που έλεγε: Αύριο γιορτάζω στις Καρυές. Τρέξτε όλοι να με προσκυνήστε ! Παναγία μου, Παναγία μου , άρχισα να φωνάζω. Μυρσίνη, λέει , αύριο γιορτάζω στο καινούριο σπίτι , που μου κάνατε. Να έλθεις να με προσκυνήσεις. Αυτή τη στιγμή ξύπνησα. Το πρωί έμαθα , πως θα γινόταν η πρώτη λειτουργία στο Καινούριο εκκλησάκι κι απόμεινα εμβρόντητη. Έτρεξα και πήγα. Στην Λειτουργία αυτή , που έγινε στην καινούργια εκκλησία δεν μπήκε μέσα ο Τσολάκης. Ήταν εκείνος , που δεν μπορούσε να ξεκολλήσει από την γη το σακί με τα άγια λείψανα. Αυτός καθόταν έξω από την εκκλησία και ειρωνευόταν από το πρωί το οστά του νεκρού. Όταν τελείωσε η Λειτουργία , άρχισαν να χορεύουν. Μπήκε κι αυτός στο χορό. Στον χορό όμως επάνω κουφάθηκε. Δεν άκουγε τα όργανα και σταμάτησε να χορεύει. Άρχισε απότομα να τρέχει προς τα κάτω. Του φάνηκε , πως κάποιος τον κυνηγούσε. Εκεί , που έτρεχε , ένοιωσε κάποιον να τον σπρώχνει και είπε θυμωμένος: Ποιος με έσπρωξε; Γυρίζοντας να δει ποιος είναι , βλέπει έναν παπά ψηλόν , με ψαρά γένια και αναμαλλιασμένο , που του είπε: Άπιστε , δυο μήνες δουλεύεις εδώ και συνεχώς κοροϊδεύεις και σήμερα ακόμη από το πρωί τα κοκάλα τα κοροϊδεύεις. Ο Τσολάκης έπεσε κάτω , σαν παράλυτος. Ένοιωθε φοβερούς πόνους στα χέρια του. Έκλαιγε σαν μικρό παιδί και παρακαλούσε τον Θεό να τον συγχωρέσει. Αν υπάρχεις Παναγία μου , έλεγε , έλα να σώσεις. Αν δεν λυπάσαι εμένα τον αμαρτωλό , λυπήσου τα παιδιά μου. Εκεί , που έκλαιγε , παρουσιάστηκαν μπροστά του μιά ηλικιωμένη μαυροφόρα και μια νέα. «Φθάνει πια» είπε η ηλικιωμένη στον καλόγηρο. Τότε κατάλαβε ο Τσολάκης , ότι μαζεύτηκε πολύς κόσμος από πάνω του. Τα μάτια του δεν μπορούσε να τ´ ανοίξει. Έλεγε , ότι τον επέπλητταν οι δυο Αγίες για την απιστία του. Ήταν ασήκωτος και βαρύς σαν μολύβι. Ένδεκα άνδρες με δυσκολία τον σήκωσαν επάνω σε μια σκάλα για να τον μεταφέρουν. Έλεγε , ότι οι δυο Αγίες ήταν η Παναγία και η Αγία Παρασκευή και , ότι έλεγαν ότι θα μείνει τρεις ημέρες παράλυτος για να βάλει μυαλό και ότι πρέπει να βάλει μαύρο πουκάμισο , να νηστέψει και να κοινωνήσει. Ν' αναβαίνει επίσης επί 40 ήμερες στην εκκλησία , για ν' ανάβει τα κανδήλια. Αυτά εξομολογήθηκε στον ιερέα , κλαίοντας. Μετά τρεις ήμερες ανακουφίσθηκε λίγο και μετά έγινε τελείως καλά. Νήστεψε και μετάλαβε , έπειτα από 27 χρόνια , που ήταν ακοινώνητος. Το πάθημα του Τσολάκη προκάλεσε κατάπληξη σ´ όλο το χωριό. Οι άπιστοι δεν μπορούν να το εξηγήσουν και τον ειρωνεύονταν. Εκείνος όμως ατάραχος τους απαντά : Ήμουνα πιο άπιστος από σας , το ξέρετε καλά , εκείνο όμως που δεν πίστευα , το είδα με τα μάτια μου. Πάει , τελείωσε. Υπάρχει Θεός και Άγιοι. Σε λίγες μέρες η γερόντισσα Παρασκευή Δουργκούνα , που ήταν ετοιμοθάνατη βλέπει στον ύπνο της ένα καλόγηρο που της είπε : Είμαι Άγιος , έλα στο εκκλησάκι των Καρυών να προσκυνήσεις τα οστά μου και θα γίνεις καλά. Οι θυγατέρες της την ανέβασαν στο εκκλησάκι. Αγκαλιάζει η γριούλα το κασσονάκι με τα οστά του αγνώστου Αγίου και την ίδια στιγμή έγινε τελείως καλά. Επακολούθησε , γράφει ο Άγγελος Ράλλης , δεύτερο θαύμα στην σύζυγο μου , η οποία υπέφερε επί πέντε μήνες από το στομάχι της. Είδε στον ύπνο της τον καλόγηρο , ο οποίος την εσταύρωσε τρεις φορές στο στομάχι της και από την νύχτα αυτή ουδεμίαν στομαχικήν ενόχληση αισθάνεται. Μια νύχτα βλέπει στον ύπνο της ένα κληρικόν με επανοκαλύμμαυχο και εγκόλπιο και της λέει: Είμαι ο όσιομάρτυς Ραφαήλ. Δικά μου είναι τα οστά , που βρήκατε. Ζούσα στο Μοναστήρι των Καρυών και μ' έσφαξαν οι Τούρκοι , αφού με εβασάνισαν σαν τον Χριστό. Είμαι Άγιος και θα κάνω πολλά θαύματα. Την συνεβούλευσα να μην πει πουθενά τίποτα για το όνομα , που άκουσε. Ποια όμως η έκπληξη όλων μας , όταν μάθαμε , ότι την ίδια ακριβώς νύχτα , ο συγχωριανός μας Κωνσταντίνος Τσαλίκης άκουσε στον ύπνο του μια φωνή , που του είπε: «ονομάζομαι Ραφαήλ». Την ίδια ώρα έρχεται στο σπίτι μας η Μαρία Τσολάκη και μας είπε το έξης όνειρο , χωρίς να γνωρίζει τι είδαν οι άλλοι. Είδε την Παναγία , η οποία της είπε , ότι εκεί κάτω βρισκόταν κρυμμένη η εικόνα Της , την οποία είχε βάλει με τα χέρια του ο πατήρ Ραφαήλ , ο καλόγηρος του Μοναστηριού. Ειδοποίησαν τον ιερομόναχο Παχώμιο να λειτουργήσει στις Καρυές και να μνημονεύσει το όνομα Ραφαήλ , διότι έτσι ονομάζεται ο νέος Άγιος , που βρέθηκαν τα οστά του. Ο Παχώμιος εδίσταζε. Το ξημέρωμα , που θα γινόταν η Θεία Λειτουργία , είδε στον ύπνο του , πως το εκκλησάκι στις Καρυές έλαμπε όλο από φως , που έβγαινε από τα οστά του Αγίου Ραφαήλ. Είδε και έναν εφημέριον υψηλόν , με μαύρα μαλλιά και μαύρα γένια , σοβαρόν και επιβλητικόν. Τον ενόμισε ως εφημέριο του ναού και τον ρώτησε: Ο νέος Άγιος , που φανερώθηκε , ονομάζεται Ραφαήλ; Και εκείνος του απήντησε «εξ Ιθάκης». Σκέπτομαι , του είπε , να παραγγείλω να κάνω την εικόνα του στον Άγιων Όρος. - Και την Ακολουθία του μαζί , προσέθεσε. Πράγματι! ο π. Παχώμιος , λειτούργησε και μνημόνευσε το όνομα Ραφαήλ. Σε δυό μέρες η Βασιλική Ράλλη ονειρεύτηκε τον Αγιο με ωραία ράσα. — Ηλθα της είπε , για να συμπληρώσω την ιστορία μου. Κατάγομαι από την Ιθάκη και ζούσα στη Μακεδονία. Όταν πήραν οι Τούρκοι την Πόλη και μπήκαν στην Θράκη , έφυγα με άλλους πρόσφυγες από την Αλεξανδρούπολη και ήλθα στην Λέσβο. Βγήκα στην Θερμή ξένος κι' άγνωστος. Μου είπαν , ότι στις Καρυές υπάρχει ένα παλιό Μοναστήρι. Επήγα εκεί κι έγινα Ηγούμενος. Όταν πήραν την Λέσβο οι Τούρκοι , έκαψαν το Μοναστήρι μας κι εμένα μ' έσφαξαν, αφού μου έκαναν σκληρά μαρτύρια. Πήγαινε στην Μητρόπολη να πεις την ιστορία μου. Την άλλη μέρα τα είπε στον Πρωτοσύγκελο , ο οποίος τα κατέγραψε. Στα μέσα Νοεμβρίου τον είδε στον ύπνο της , σαν καλόγηρο , που της συνέστησε να διαβάζει θρησκευτικά βιβλία. — Ποιος είσαι πάτερ; τον ρώτησε. — Είμαι , αποκρίθηκε ο Άγιος Ραφαήλ από την Ιθάκη. Ήλθα εδώ το 1454. Τον πατέρα μου τον έλεγαν Διονύσιο και η μητέρα μου ήταν καλή Χριστιανή. Πολλοί έβλεπαν στον ύπνο τους τον Άγιο Ραφαήλ , που τους έλεγε το όνομα του. Η Μυρσίνη όμως Λυκαρδοπούλου αμφέβαλλε , ως προς το όνομα παρουσιάσθηκε στον ύπνο της όμως ο Άγιος και της επανέλαβε πολλές φορές «Ραφαήλ! Ραφαήλ! Τις ημέρες εκείνες και η ευσεβέστατη καθηγήτρια Ευγλωτία Σβορώνου είδε τον Άγιο Ραφαήλ μέσα στο σπίτι της , με μαύρο ράσο και κομποσχοίνι περασμένο στο λαιμό του. Τον είδε , όχι στον ύπνο της , αλλά ξύπνια και εν πλήρη ημέρα. Από την συγκίνηση της μισολυποθύμησε. Ο δεκατετράχρονος Νικόλαος Φύκιας ανέβηκε στο εκκλησάκι να προσευχηθεί , για τον ασθενή πατέρα του. Είδε όμως μια φωτεινή στήλη , που προχωρούσε προς αυτόν. Φοβήθηκε κι ένοιωθε τα πόδια του να παραλύουν. Την νύκτα είδε την Παναγία στον ύπνο του , που είπε : Δεν έπρεπε να φοβηθείς. Να νηστέψεις και να ανεβείς πρωί στο εκκλησάκι. Το πρωί ανέβηκε το παιδί. Ήταν των Εισοδίων. Δεν μπόρεσε ν' άνοίξη την πόρτα. Άκουσε όμως μέσα σιγανό κλάμα και κουβέντες. Έσκυψε περίεργα από το παράθυρο και είδε έναν κληρικό όρθιο στο μέσον της εκκλησίας , που έκανε Αγιασμό. Δίπλα του ήταν μια ηλικιωμένη γυναίκα , σαν καλόγρια , μια νέα κι ένα κοριτσάκι γονατιστό σιγόκλαιε. Το παιδί τρόμαξε. Έφυγε και το ανέφερε στον Πρωτοσύγκελο και τους ιερείς. Την νύκτα βλέπει στον ύπνο του τον καλόγηρο να βγαίνει μέσα από το Αγίασμα. — Νίκο , του είπε , άκουσε με. Είμαι ο ασκητής Άγιος Ραφαήλ από την Ιθάκη. Ήρθα εδώ το 1454 και μ' έσφαξαν οι Τούρκοι. Άλλη νύκτα είδε την Παναγία και τον Άγιο Ραφαήλ. — Μη στεναχωρείσαι του είπε , για τον πατέρα σου. Να του γράψεις στην Αθήνα , ότι δεν θα πάθει κακό , αν και θα κινδυνέψει τρεις φορές . Θα τον σώσουμε. Και πράγματι! Τον πατέρα του τον έβαλαν τρεις φορές στην απομόνωση , για να πεθάνει , αλλά σώθηκε , ως εκ θαύματος. Σε άλλο όνειρα του είδε την Παναγία και του είπε: — Νίκο , έλα να μείνεις μια νύχτα εδώ , για να μάθεις όλο το μυστήριο , που κρύβεται. Μη φοβάσαι. Δεν θα είσαι μόνος , θα είμαι εγώ , ο γέροντας , το κοριτσάκι και ο αρχιδιάκονος Νικόλαος. Τον αρχιδιάκονο Νικόλαο τον ονειρεύονται και άλλοι. Επακολουθούν θεραπείες ασθενών. Ακούονται υπόκωφοι κρότοι στο νεόκτιστο εκκλησάκι των Καρυών. Ακούονται τα κτυπήματα μέσα από το κιβώτιο με τα οστά του Αγίου Ραφαήλ. Η Βασιλική Ράλλη έχει αγωνία. Τι να συμβαίνει κάτω από το εκκλησάκι , που έκτισαν με τόσο ζήλο ! Σκέπτεται να πάει σε Πνευματικό , να του τα πει , και να ζητήσει τη γνώμη του. Αυτό δεν το είχε πει σε κανένα. Το πρωί όμως την επισκέφθηκε η Μαρία Τσολάκη και της είπε: — Βασιλική , είδα απόψε στ' όνειρο μου τον Άγιο Ραφαήλ και μου είπε: Να πεις στη Βασιλική να πάει στην Μαρία και να εξομολογηθεί στον ιερέα Βασίλειο. Κατάπληκτη άκουσε και η Τσολάκη τη Βασιλική , που της είπε , ότι την προτεραίαν έκανε και αυτή την σκέψη. Η Βασιλική πήγε στην Μόρια , στον σεβάσμιο και ευλαβέστατο ιερέα Βασίλειο , τον οποίον πρώτη φορά έβλεπε. Όταν του εξιστορούσε όσα είδε και άκουσε , για τον Άγιο Ραφαήλ , τα μάτια του γέροντα γέμισαν δάκρυα. Σταυροκοπήθηκε και της είπε: — Μέγας ο Θεός. Πίστευε , τέκνον μου , και λέγε όσα βλέπεις , χωρίς να φοβάσαι. Είναι πράγματι Άγιος. Ο Κύριος με προετοίμασε κι' έμενα για να ακούσω αυτά. Ο Άγιος Ραφαήλ γι' αυτό σε έστειλε σε μένα. Είδα ένα ωραίο όνειρο. Μου φαινόταν ανεξήγητο ως αυτή την ώρα , που μου έδωσαν την εξήγηση τα λόγια σου. Πράγματι! Είδε ένα φωτεινό δίσκο στον ουρανό , που έφθασε σ' ένα άγνωστο βουνό. Σ' αυτό το βουνό κατέβαινε φως από τον ουρανό και άγγελοι πετούσαν από πάνω του. Έγινε τότε εκεί ένας πελώριος κόκκινος Σταυρός. Ρώτησε μια μαυροφορεμένη γυναίκα , που βρέθηκε μπροστά του , ποιο ήταν εκείνο το βουνό. Εκείνη του αποκρίθηκε: —Βασίλειε, το βουνό αυτό βρίσκεται στη Θερμή και αύριο το πρωί θα μάθεις. Και νέα στοιχεία της ιστορίας των Επακολουθεί , γράφει ο Άγγελος Ράλλης , όνειρο της συζύγου μου, στο οποίο η ίδια η Παναγία συμπληρώνει την ιστορία. — Όταν πήραν την Λέσβο οι Τούρκοι , δεν έκαψαν αμέσως το Μοναστήρι. Έγινε κάποια ανταρσία και πολλοί Χριστιανοί βγήκαν στα βουνά. Τότε οι Τούρκοι , με την ιδέα , ότι εύρισκαν άσυλο στο Μοναστήρι , συνέλαβαν τους καλογήρους και τους εβασάνισαν να ομολογήσουν , που κρύβονταν οι Χριστιανοί αντάρτες. Τον Άγιο Ραφαήλ , έπειτα από σκληρά βασανιστήρια , τον έσφαξαν με πριόνι. Ο εκ Θεσσαλονίκης Αρχιδιάκονος Νικόλαος , ο οποίος είχε έλθει μαζί του ως πρόσφυγας από την Μακεδονία, ενώ τον βασάνιζαν τον βρήκε συγκοπή. Μαζί τους βασανίσθηκε το 12ετές κοριτσάκι του προεστού του χωριού, για να αναγκαστεί ο πατέρας του να ομολογήσει , που κρύβονταν οι Χριστιανοί. Σκότωσαν και τον διδάσκαλον. Εδώ, εξακολούθησε, είναι θαμμένη η εικόνα μου , θέλω όμως μεγάλη πίστη, αγώνα και προσευχές, για να σας υποδείξω το μέρος. Η Βασιλική Ράλλη είδε επίσης στον ύπνο της, όπως γράφει ο Κόντογλου, δυο καλόγηρους στο προαύλιο του ναϊδρίου βρέθηκε μπροστά του, ποιο ήταν εκείνο το βουνό. Εκείνη του αποκρίθηκε: —Βασίλειε, το βουνό αυτό βρίσκεται στη Θερμή και αύριο το πρωί θα μάθεις.