Ξεκινήσαμε λίγο πριν νυχτώσει για τα καλά, για την πολυφημισμένη Πεντέλη. Η αιτία ήταν η στιγμή, και μέσα από αυτήν, γεννήθηκε μονομιάς στο μυαλό όλων μας με ματιές που διασταυρώθηκαν η ερώτηση.... «Πάμε Πεντέλη?».... Πήραμε μαζί τα απαραίτητα σύνεργα κάθε εξόρμησης: φακούς, πυξίδες, νερά, αρκετά κινητά, κάμερες και μερικές κονσέρβες. Ο Phoenix αρέσκεται περισσότερο σε πιο φρέσκια τροφή και συνοδευόταν από 2 ζεστά πεϊνιρλί.... Δεν ήταν η πρώτη φορά που πηγαίναμε εκεί, καθώς η δραστηριότητά μας ξεκινάει αρκετά πιο πριν. Μια διαχρονική αλήθεια για κάποιον που επισκέπτεται συχνά τέτοια μέρη είναι πως την νύχτα, το δάσος σε τρελαίνει... Προσωπικά πιστεύω πως αν ήμουν μόνος μου σε κάποιο δάσος τη νύχτα, το πρωί θα ήμουν τρελός για δέσιμο. Τα μάτια δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο φως που αλλάζει από τα κλαριά που κουνιούνται (αν υπάρχει καν φως από το φεγγάρι, γιατί αλλιώς δεν βλέπεις τπτ), τα αυτιά σου εντοπίζουν ένα πλήθος από ασυνήθιστους θορύβους, τα πουλιά που χαρχαλεύουν τα ξερά χόρτα στα θαμνάκια, μεταφράζονται στο μυαλό σου σαν μια άγνωστη απειλή που είναι πιο επικίνδυνη και από το πιο αιμοβόρο θηρίο που έχεις δει ποτέ στο σινεμά, και ποτέ δεν ξέρεις προς τα που να πας για να του ξεφύγεις... Είμαστε λοιπόν άνθρωποι που αγαπάμε την ύπαιθρο, την κατασκήνωση, και ξέρουμε πως για το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που ακούγονται κατά καιρούς ευθύνεται ο ευαίσθητος ανθρώπινος νους.... Η λογική από την τρέλα δεν απέχουν και πάρα πολύ. Ο βασικός κανόνας που ακολουθούμε πάντα προσπαθώντας να διατηρήσουμε την ψυχολογική ευστάθεια της ομάδας σε όλες τις φάσεις μιας εξερεύνησης, είναι να μην πιέζει κανείς κανέναν να κάνει κάτι που τον φοβίζει. Αν για παράδειγμα εγώ φοβάμαι ότι θα γκρεμοτσακιστώ από έναν βράχο και η ομάδα μου δεν με πείσει ότι είναι ασφαλές, δεν προχωράω και οι ίδιοι δεν χάνουν ποτέ την οπτική επαφή μαζί μου. Καθώς περνάει ο καιρός έχουμε εξελιχθεί σε πιο ατρόμητα ψαχτήρια και τρυπώνουμε σε δύσκολα μέρη... Αυτό που προηγήθηκε είναι σημαντικό για να καταλάβει κάποιος πως δουλεύουμε, και το ίδιο έγινε και στην τελευταία μας εξόρμηση στην Πεντέλη το Σάββατο 1η Οκτωβρίου. Βρισκόμαστε ήδη στον ανηφορικό δρόμο προς την σπηλιά της Πεντέλης και η καταρρακτώδης βροχή έχει μεταφέρει τεράστιους σορούς από χώματα και πέτρες μέσα στο δρόμο. Αστειευόμενοι αναφέρουμε πως ο Phoenix έχει κάνει το αυτοκίνητο ποδήλατο, δεδομένου ότι σχεδόν το παίρνει στον ώμο και το πάει όπου θέλει, οι ικανότητες του στην εκτός δρόμου οδήγηση είναι απαράμιλλες. Καθώς κάνουμε ολόκληρες βόλτες για να μην τραυματίσουμε το πολύτιμο μεταφορικό μας μέσο σε κάποια ραγάδα της ποτισμένης γης, και ενώ πλησιάζουμε την σπηλιά της Πεντέλης, το αυτοκίνητο έσβησε εντελώς αναπάντεχα. Χωρίς να κάνει λάθος ο οδηγός, χωρίς να χτυπήσει, χωρίς να κλοτσήσει, απλά έσβησε πάνω στην πορεία. Αφήνοντας μας για δευτερόλεπτα χωρίς φώτα, τα μάτια μας πλανήθηκαν στον χώρο και το βουνό φωτίστηκε από μια αστραπή... Ο Phoenix ξεκίνησε το αυτοκίνητο και συνεχίσαμε. Ο δρόμος πάντα είναι δύσκολος εκεί, αλλά η βροχή τον είχε πληγώσει, και μαζί με αυτόν και εμάς... Όσο πλησιάζαμε ένα αίσθημα αγωνίας και φόβου μεγάλωνε μέσα μας. Δυστυχώς δεν μπορούσαμε να ανεβούμε τελείως ως την πλατεία και μείναμε κάτω. Βγήκαμε από το αυτοκίνητο και το κρύο μας διαπέρασε όλους. Εγώ και ο Webster δηλώσαμε ανοιχτά πως δεν μπορούσαμε να κάνουμε ούτε ένα βήμα παραπάνω προς την σπηλιά, λόγω ενός αισθήματος τρόμου που είχε φωλιάσει μέσα μας... Φορτώσαμε τον “ατρόμητο” Φοίνικα με έναν δυνατό φακό, και την ψηφιακή κάμερα, ο οποίος ακόμη και αν τα χείλη του τρέμουν, τα δαγκώνει μέχρι να τα κόψει από το πάθος του. Αναλαμβάνει να ανέβει μια στα γρήγορα απλά για μια αναγνώριση του χώρου. Εμείς μαζέψαμε όλο το κουράγιο μας και τον ακολουθήσαμε μέχρι μια μικρή λίμνη που είχε σχηματιστεί στην αρχή τις ανηφόρας. Κάτσαμε εκεί και ανάψαμε τσιγάρο. Στη μέση της ανηφόρας ο Φοίνικας κοντοστάθηκε και έπειτα συνέχισε. Εμείς κοιτάγαμε συνεχώς γύρω γύρω αφού ακούγαμε το θρόισμα των φύλλων και ανατριχιάζαμε. Άλλες φορές δεν ήταν έτσι, είπαμε και οι δύο ταυτόχρονα.... σβήσαμε τα τσιγάρα στο νερό και κάτσαμε πλάτη στο αυτοκίνητο. Άκουσα τον Webster να σιγοψιθυρίζει το Πάτερ Ημών και εντελώς ασυναίσθητα οι φωνές μας ενώθηκαν σε μια ολόψυχη προσευχή. Τότε, ο φακός του Φοίνικα φάνηκε να χοροπηδάει ανάμεσα στα δέντρα μπροστά στην σπηλιά. Ερχόταν παιχνιδιάρικα και χοροπηδηχτά και τότε βρήκαμε πάλι ευκαιρία να αστειευτούμε, «ή κυνηγάει κάτι, ή κάτι τον κυνηγάει!!!» Πριν τελειώσουμε το γέλιο μας στην μέση της κατηφόρας τον είδαμε ανάμεσα στα δέντρα και μας κόπηκε το γέλιο, γιατί είδαμε και οι δύο κάτι που συμφωνήσαμε στη συνέχεια. Νομίζαμε ότι κατέβαινε και κάποιος άλλος μαζί του. Βλέπαμε έναν ακόμη δρασκελισμό μαζί με τον δικό του, και όταν έφτασε στην λιμνούλα στάθηκε μαζί του και χάθηκε σαν οπτασία. Ο καβάλος της υποτιθέμενης σκιάς που ερχόταν μαζί του ήταν ψηλότερα από τον δικό του, και ο δρασκελισμός ήταν μεγαλύτερος από τον δικό του, και αυτά μας κάνανε να παγώσουμε, διαπιστώνοντας πρόχειρα ότι κάτι περίεργο συνέβαινε... Στο σημείο αυτό ο Φοίνιξ είπε κάτι, το οποίο δεν θυμόταν κανένας μας μετά από μερικά δευτερόλεπτα. Ήταν απογοητευμένος γιατί η κάμερα έσβησε από μόνη της και αν ήθελε να τραβήξει κάτι δεν θα μπορούσε. Τον τραβήξαμε σχεδόν με το ζόρι μες το αυτοκίνητο και φεύγοντας του είπαμε τι είχαμε μόλις δει. Έμεινε εμβρόντητος γιατί καθώς κατέβαινε είχε την αίσθηση ότι κάποιος είναι πίσω του, και κοίταξε πολλές φορές, εξ ου και το χοροπηδηχτό της κατάβασης του. Μας συμπλήρωσε ότι ο λόγος που κοντοστάθηκε στην ανηφόρα ήταν ότι άκουσε γυναικείο χαχανητό, γιʼ αυτό και όταν ανέβηκε κοίταξε αν υπάρχει κανένα άλλο αυτοκίνητο παρκαρισμένο ψηλότερα. Στον δρόμο μας προς τα πίσω, θυμηθήκαμε πως ένα τμήμα του δρόμου που όταν πηγαίναμε ήταν ολόσωστο, την ώρα που γυρίζαμε ήταν γεμάτο σπασίματα από την βροχή.... Φτάνοντας πάλι στον κεντρικό δρόμο βγήκαμε και τσακίσαμε τα φαγητά συζητώντας τα όσα συνέβησαν. Αυτή ήταν μια υπερπλήρης περιγραφή αυτών που ζήσαμε εκείνο το βράδυ, και είναι πλέον στην κρίση σας να βγάλετε ότι συμπεράσματα θέλετε...