(Σημ. Aragorn : Τα παρακάτω τα άκουσα από την εκπομπή της Δρούζας στο κανάλι STAR. Δυστυχώς την εκπομπή δεν την άκουσα από την αρχή και έτσι χάθηκαν τα πρώτα στοιχεία της αναφοράς. Τα παρακάτω τα διηγείται μία κοπέλα με το όνομα Άντζυ η οποία είναι καλεσμένη της εκπομπής. Επίσης παρόμοια φαινόμενα με τα παρακάτω είχαν βιώσει και προηγούμενοι ένοικοι του σπιτιού. Στο σπίτι πριν τα φαινόμενα είχε συμβεί μία αυτοκτονία) […] Κλείνω τα φώτα να κοιμηθώ κάποια στιγμή καλοκαίρι και κάποια στιγμή αισθάνομαι κρύο. Πολύ έντονα. Ξυπνάω, ντύνομαι. Τα παράθυρα, οι πόρτες, οι μπαλκονόπορτες οι ντουλάπες ήταν ανοιχτές. Έκλεισα τα παράθυρα, τις ντουλάπες, όλα, έκλεισα τα φώτα και κοιμήθηκα. Μετά άρχισαν να ανάβουν τα φώτα, να ανοίγουν οι ντουλάπες και δεν σταματούσε μέχρι τις τέσσερις το πρωί. Τότε κοιμήθηκα. […] Όπως είπα και στο βίντεο, κοιμόμουν, είχα μόλις ξαπλώσει, η ώρα ήταν κοντά τρεις και άρχισα να νιώθω παγωνιά. Εν τω μεταξύ ήταν κατακαλόκαιρο. Σηκώνομαι βλέπω τη ντουλάπα ανοιχτή, τα παντζούρια ανοιχτά ενώ τα είχα κλείσει όλα. Τα κλείνω. Εκείνη τη στιγμή δεν πανικοβλήθηκα γιατί το παράθυρό μου ήταν μισάνοιχτο και σκέφτηκα ότι άνοιξε από αέρα. Τα έκλεισα και έπεσα να κοιμηθώ. Μετά από μισή ώρα αισθάνθηκα πάλι το ίδιο. Σηκώθηκα και ήταν όλα ανοιχτά. Ενώ είχα κλειδώσει καλά και τα παντζούρια και όλα. Ντουλάπες, παράθυρα, παντζούρια ήταν πάλι όλα ανοιχτά. Τα κλείνω και ενώ είχα προσπαθήσει πάλι να κοιμηθώ, βλέπω το φως του κομοδίνου. Αναβόσβηνε. Το έσβηνα άναβε, το έσβηνα άναβε. Εντάξει, σε κάποια στιγμή τρομοκρατήθηκα. Πήρα τους γονείς μου τηλέφωνο, τέλος πάντων αυτό σταμάτησε γύρω μετά τις πέντε το πρωί. Δεν σταματούσε τίποτα απʼ όλα αυτά. […] Τέσσερα χρόνια νοικιάζω το σπίτι, τέσσερα ήταν και τα συμβάντα. Συνέβαιναν πάντα καλοκαίρι. Ένα συμβάν ήταν με τις ντουλάπες και το φως. Άλλο συμβάν ήταν όταν μπήκα πρώτα στο σπίτι, είχε περάσει το πολύ ένας μήνας, καλοκαίρι Ιούλιος τρεις η ώρα το βράδυ χτυπάει το κουδούνι. Ανοίγω τη πόρτα βλέπω μία όμορφη κοπελίτσα, μελαχρινή μʼ ένα μαύρο φορεματάκι. Δεν μου έκανε καμία εντύπωση ιδιαίτερη η κοπέλα, δεν έδωσα και σημασία τελικά και μου ζήτησε ζάχαρη. Αυτό μου φάνηκε βέβαια περίεργο αλλά έκλεισα τη πόρτα, δεν την άφησα φυσικά ανοιχτή γιατί είναι και βράδυ, πήγα να φέρω τη ζάχαρη, γυρνάω πουθενά. Μετά από δύο ώρες την ίδια μέρα, έβλεπα τηλεόραση (Σημ. Aragorn : Στις πέντε το πρωί…) και πήγα να βάλω νερό και βλέπω τη πόρτα του σαλονιού ανοιχτή, τα φώτα ανοιχτά, κοιτάω και βλέπω στη σκάλα τη κοπέλα να με κοιτάει με ένα περίεργο τρόπο. Κανονικότατη. Μέχρι να πλησιάσω δεν υπήρχε. Μία άλλη φορά είχα δει έναν άντρα να περπατάει και να ανεβαίνει τη σκάλα. Εγώ καθόμουν στον καναπέ. Να ανοίγει τη πόρτα του σαλονιού, να περνάει και να ανεβαίνει. Και το τέταρτο είναι κάτι που δεν το είδα εγώ. Ήταν ένα φιλικό μου ζευγάρι και τους είχα φιλοξενήσει ένα βράδυ εκεί. Με ξύπνησαν βασικά να μου το πούνε αυτό, εγώ επειδή τους είχα πει κάποια πράγματα πίστεψα πως με κάνανε πλάκα. Ήταν όμως πανικοβλημένοι και ο ένας και ο άλλος. Εκείνοι ήταν στο δεύτερο όροφο του σπιτιού. Είδανε, ο ίδιος άντρας που είδα εγώ, να ανεβαίνει τη σκάλα, να τους κοιτάει, και με το που σηκωθήκανε εξαφανίστηκε. Το περίεργο ήταν επίσης ότι ο ίδιος άντρας που είδα εγώ, ήταν ακριβώς το ίδιο πρόσωπο που είδαν και εκείνοι, έτσι όπως μου το περιέγραψαν. Καστανόξανθο μετρίου αναστήματος. Εγώ δεν τους το είχα περιγράψει.