Πριν από 25 χρόνια ένα κορίτσι δύο χρονών έπαψε να αναπτύσσεται φυσιολογικά... Ενώ περπατούσε...σταμάτησε..δεν είχε πια τη δύναμη... Η ιατρική διάγνωση ήταν μηνιγγίτιδα... Έφυγε από την Κρήτη για την Αθήνα με τους γονείς του αρχικά κι έπειτα ανέβηκε η γιαγιά κι έμεινε μαζί του... ...οι γονείς κατέβηκαν...καθώς οι δουλειές έτρεχαν για τον μεν πατέρα και η μητέρα είχε δύο άλλα μικρά παιδιά που τη ζητούσαν... Οι μήνες περνούσαν κι έφτανε η άγια μέρα της 15ης Αυγούστου... Ο παππούς ξεκίνησε την παραμονή με τα πόδια από το Ηράκλειο για το μοναστήρι της Παλιανής στο Βενεράτο. Την εποχή εκείνη η απόσταση ήταν γύρω στα 25 χιλιόμετρα...σήμερα με την κατασκευή της εθνικής οδού έχει μειωθεί στα 18 χιλιόμετρα. Κρατούσε μία λαμπάδα ίσαμε το μπόι του και ένα ταγάρι με άρτους στο όνομα της εγγονής του και σε όλο το δρόμο έκλαιγε και παρακάλαγε την Παναγιά να "γιάνει" την εγγονούλα του. Της υποσχέθηκε πως αν τον έκρινε άξιο να τον βοηθήσει θα πήγαινε μέχρι να μπορεί κάθε χρόνο στη χάρη της με τα πόδια κουβαλώντας τη λαμπάδα και την αρτοπλασία... Ξεκίνησε στις 2 τα ξημερώματα και έφτασε στις 8 το πρωί...Ο κόσμος πολύς και η κούραση μεγάλη...αλλά ο παππούς ήταν γεμάτος χαρά που κατάφερε να φτάσει στο μοναστήρι. Άναψε τη λαμπάδα του, παράδωσε τους άρτους και περίμενε να έρθει η ώρα να μεταλάβει. Η ώρα έφτασε και ξεκίνησε να προχωράει μαζί με τους άλλους. Ξαφνικά άκουσε πίσω του μία φωνή να λέει: "Η εγγονή σου έγινε καλά". Γύρισε μα δεν είδε κανέναν να τον κοιτάζει παρά μόνο τα μεγάλα μάτια της Παναγιάς στην εικόνα. Βούρκωσε γιατί νόμισε πως ήταν η σκέψη του που φώναζε δυνατά. Προχώρησε λίγο ακόμη και άκουσε ξανά την ίδια γυναικεία φωνή να του λέει τα ίδια λόγια. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα καθώς για άλλη μια φορά τα μόνα μάτια που τον κοίταζαν ήταν αυτά της εικόνας. Τη στιγμή που έσκυβε να κοινωνήσει άκουσε ξανά την ίδια φωνή και τα ίδια λόγια... Έκλεισε τα μάτια του και παρακάλεσε με όλη τη δύναμη της ψυχής του αυτά τα λόγια να έβγαιναν αληθινά...Βγαίνοντας από την εκκλησία και κατηφορίζοντας ήξερε ότι η εγγονή του ήταν ή θα γινόταν καλά. Πήρε τον άρτο του και άρχισε να ψάχνει μεταφορικό μέσο για να επιστρέψει στο Ηράκλειο. Η γιαγιά στην Αθήνα νήστευε το λάδι 15 μέρες και φορούσε μαύρα ρούχα πένθους - φόρος τιμής - για την Παναγία. Αυτό ήταν το δικό της τάξιμο. Την ίδια ώρα ο πατέρας της μικρής έφτανε στο νοσοκομείο παίδων με πολλά δώρα. Η γιαγιά είχε ήδη ενημερώσει τη μικρή ότι θα ερχόταν ο μπαμπάς της. Την είχε ντύσει με ένα όμορφο άσπρο και μπλε φόρεμα. Η μικρή της ζήτησε παπούτσια. Η γιαγιά βούρκωσε γιατί η μικρή δεν περπατούσε πια αλλά δεν της χάλασε το χατίρι. Της ζήτησε νερό και η γιαγιά πήγε να της φέρει. Επιστρέφοντας η μικρή δεν ήταν στο κρεβάτι της. Σκέφτηκε ότι είχε φτάσει ο γαμπρός της και την είχε σηκώσει...αλλά... το θαύμα είχε γίνει... Ένα χεράκι έπιασε το χέρι της και η γιαγιά γύρισε να κοιτάξει χωρίς να πιστεύει στα μάτια της. Το μωρό της που μέχρι πριν από λίγο οι γιατροί τη διαβεβαίωναν ότι δεν έχει πολύ χρόνο ζωής...που εδώ και μήνες δεν περπατούσε πια...ήταν όρθιο της χαμογελούσε...της τραβούσε το χέρι και της ζητούσε να πάνε στο ασανσέρ να συναντήσουν το μπαμπά της... Κανείς μέσα στην αίθουσα δεν πίστευε στα μάτια του και όλοι είχαν βουρκώσει...τα υπόλοιπα δεν περιγράφονται ούτε από μένα που τα άκουσα και τα έζησα από πρώτο χέρι καθώς ορισμένες στιγμές απλά βιώνονται... Μετά από ώρα η γιαγιά και ο πατέρας άρχισαν να τηλεφωνούν για τα καλά νέα. Στην τότε γειτονιά ένα σπίτι είχε μόνο τηλέφωνο. Ο γείτονας του διπλανού σπιτιού σήκωσε το τηλέφωνο και δεν μπορούσε να καταλάβει τι του έλεγαν. Μία γυναίκα γελούσε κι έκλαιγε. Ζήτησε τον παππού και ο γείτονας βγήκε να τον φωνάξει την ώρα που έφτανε με το αμάξι ενός άλλου γείτονα που έτυχε να πάει στο ίδιο μοναστήρι... όταν ο παππούς έπιασε το τηλέφωνο δε ρώτησε τίποτα...απλά είπε...ξέρω...έγινε καλά...θα τα πούμε όταν επιστρέψετε... Από τότε και μέχρι πριν πέντε χρόνια ο παππούς πήγαινε με τα πόδια στο μοναστήρι...τώρα πια πηγαίνει με το αμάξι και το δρομολόγιό του με τα πόδια παρόλο που δε χρειάζεται να το κάνει πια, το κάνουν οι κόρες, οι γαμπροί και τα εγγόνια του, όποιος μπορεί κάθε φορά... Η εγγονή είναι γερή και δυνατή και έχει τρία αγγελούδια...και είναι η μικρή μου αδερφή... Για το ίδιο γεγονός είχαν κάνει και πολλοί άλλοι ταξιμο...η θεία μου την ανέβασε στην αγκαλιά της στο Στρούμπουλα, η προγιαγιά μου την πήγε στην Κέρκυρα σε μία εκκλησία που την είχε τάξει και οι γονείς μου στην Τήνο...Πέρα από την πίστη τους και την αγάπη τους δεν έταξαν ούτε χρήματα ούτε παράδες... Δεν ξέρω αν θα το πίστευα αν δεν το ζούσα...και δεν ξέρω πώς θα σκεφτόμουν αν δεν υπήρχε αυτό το περιστατικό...και αν ο παππούς και η γιαγιά μου δεν κρατούσαν το τάξιμό τους μέχρι σήμερα...δύο άνθρωποι που θαυμάζω και αγαπώ γιατί ζουν πραγματικά για να αγαπούν και να προστατεύουν τα παιδιά...τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους... Και κάτι άλλο που δείχνει τη λιγοψυχιά μας στις δύσκολες στιγμές. Τότε που νοσηλευόταν η αδερφή μου...δίπλα της ήταν ένα άλλο κοριτσάκι με μικρότερο πρόβλημα...Κάποια στιγμή ζήτησε ένα από τα παιχνίδια της αδερφής μου αλλά το αίτημά του δεν έγινε δεκτό. Έβαλε τα κλάματα και η μητέρα του για να το παρηγορήσει και να παρηγορηθεί του είπε να μην κλαίει γιατί το άλλο κοριτσάκι όσα παιχνίδια και να έχει παραπάνω δεν μπορεί να τα παίξει και αυτή είναι η τιμωρία του που αρνείται... Την επόμενη μέρα τα επίπεδα αίματος έδειχναν μεγαλύτερο πρόβλημα από αυτό της αδερφής μου...