Μία συζήτηση για την υπόγεια Αθήνα δε θα μπορούσε παρά να ξεκινάει από το σημείο-αφετηρία του όλου θέματος: η Αθήνα είναι μια πανάρχαια πόλη. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι στα αλλεπάλληλα στρώματα του υπεδάφους της, φτάνοντας σε βάθη πολλών δεκάδων μέτρων κάτω από το πόδια μας, βρίσκεται θαμμένη η ιστορία της. Και στη διαδικασία του να στρέψουμε το βλέμμα μας προς τα υπόγεια περάσματα της πόλης και να επιχειρήσουμε να τα ανιχνεύσουμε, δε θα ήταν δυνατό να μη διασταυρωθούμε με όλους αυτούς τους αμέτρητους τόνους χώματος και ιστορίας. Τα υπόγεια περάσματα που αναζητάμε δεν είναι, άλλωστε, παρά κομμάτια της ιστορίας της πόλης. Αν για έναν άνθρωπο το πολυτιμότερο υλικό αγαθό είναι το οξυγόνο που αναπνέει, για μια πόλη το σημαντικότερο αγαθό είναι το νερό. Από τους πρώτους υποτυπώδεις οικισμούς της προϊστορίας ως τις αχανείς και τεχνολογικά εξελιγμένες μεγαλουπόλεις των καιρών μας, η δυνατότητα εύκολης πρόσβασης σε επαρκή αποθέματα πόσιμου νερού αποτέλεσε προϋπόθεση της δημιουργίας τους. Και μπορεί σήμερα η πρόσβαση αυτή είναι τόσο εύκολη όσο το άνοιγμα μιας βρύσης, τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντοτε τόσο απλά. Την εποχή που οι αρχαίοι οικισμοί άρχισαν να οργανώνονται σε επίπεδο πόλης, η απλή γειτνίαση με ποταμούς, λίμνες ή πηγές έπαψε να επαρκεί, και η ανάγκη για δημιουργία δικτύων μεταφοράς και διανομής νερού άρχισε να γίνεται επιτακτική προκειμένου να εξασφαλιστεί η περαιτέρω ανάπτυξη τους. Η ανάγκη αυτή οδήγησε στην κατασκευή των πρώτων υδραγωγείων - υπόγειων ή υπέργειων αγωγών, δηλαδή, μεταφοράς νερού. Ίχνη προϊστορικών υδραγωγείων έχουν βρεθεί στην κοιλάδα του Νείλου της Αιγύπτου, στην αρχαία πόλη Τύρο της Συρίας, στην Κίνα, στην Κεντρική Αμερική και σε πολλά άλλα ακόμη σημεία του κόσμου. Στην Ευρώπη, οι πρώτοι που κατασκεύασαν υδραγωγεία ήταν οι Έλληνες. Θαύμα της αρχαίας μηχανικής θεωρείται το υδραγωγείο που κατασκεύασε τον 6ο αιώνα π.Χ. ο καταγόμενος από τα Μέγαρα μηχανικός Ευπαλίνος για την ύδρευση της Σάμου. Το "Ευπαλίνειο όρυγμα" είναι μια σήραγγα μήκους ενός περίπου χιλιομέτρου και πλάτους - ύψους 8 μέτρων, η διάνοιξη της οποίας ξεκίνησε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές του όρους "Κάστρου", απ' όπου διέρχεται. Το πως ο Ευπαλίνος κατάφερε να υπολογίσει την πορεία διάνοιξης των δύο άκρων της σήραγγας με τέτοια ακρίβεια ώστε αυτά να συναντηθούν στο εσωτερικό του βουνού, αποτελεί δείγμα του επιπέδου των γνώσεων των αρχαίων Ελλήνων μηχανικών. (Δείτε εδώ : http://www.paranormap.net/index.php?module=vash&id=1741 ) Για να έρθουμε στην Αθήνα, δεκάδες μικρά και μεγάλα υδραγωγεία κατασκευάστηκαν κατά τους αιώνες της αρχαιότητας προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες της πόλης σε ύδρευση. Η ιχνηλάτηση, χαρτογράφηση και παρουσίαση όλων αυτών των χαμένων πια έργων αποτελεί αντικείμενο εκτεταμένων και πολυσχιδών μελετών. Δύο εξαιρετικές μελέτες του είδους παρουσιάζονται στα βιβλία "ΑΙ ΑΘΗΝΑΙ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΑΙ ΥΠΟ ΥΔΡΑΥΛΙΚΗΝ ΕΠΟΨΙΝ" του ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΡΔΕΛΛΑ, έκδοσης 1879 και "Η ΥΔΡΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ" του ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΠΑΠΠΑ, έκδοσης 1999. Βασιζόμενοι στις μελέτες αυτές, ας αναφέρουμε επί τροχάδην τα κυριότερα από τα γνωστά αρχαία υδραγωγεία της Αθήνας. Πελασγικό υδραγωγείο. Πρόκειται για το αρχαιότερο από τα υδραγωγεία που έχουν βρεθεί στην Αττική. Αποτελούμενο από υπόγειους πήλινους σωληνοειδείς αγωγούς, πιθανολογείται ότι ακολουθούσε τη διαδρομή Καισαριανή - Γουδί - Στύλοι Ολυμπίου Διός - Ακρόπολη - Λόφος Φιλοπάππου. Υδραγωγείο Θησέως. Το δεύτερο αρχαιότερο υδραγωγείο της Αττικής, ο χρόνος κατασκευής του οποίου υπολογίζεται περί το 3080 π.Χ. Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για το υδραγωγείο αυτό. Εικάζεται ότι μετέφερε ύδατα από τη δυτική πλευρά της Πεντέλης προς την αρχαία πόλη. Πεισιστράτειο υδραγωγείο. Πιθανολογούμενος χρόνος κατασκευής μεταξύ 540 και 530 π.Χ. Η σήραγγα του υπόγειου αυτού υδραγωγείου, που μετέφερε (και μεταφέρει ακόμα) ύδατα από τον Υμηττό, έχει μήκος περίπου 2.800 μέτρων, πλάτος 0,65 μέτρων και ύψος 1,30 μέτρων. Εντός της σήραγγας, που βρίσκεται σε βάθος 12-13 μέτρων, είχαν αρθρωθεί πήλινοι σωληνοειδείς υδραγωγοί, διατομής 0,19-0,22 μέτρων. Τμήματα του υδραγωγείου έχουν ανακαλυφθεί στις περιοχές Ζωγράφου και Γουδί, ενώ κατά την πορεία του διέρχεται και υπό τον Εθνικό Κήπο.Πώρινο υδραγωγείο. Κατασκευής 5ου π.Χ. αιώνα, υδροδοτούσε την περιοχή της αρχαίας αγοράς. Υδραγωγείο Υμηττού-Νεκροταφείου. Υπόγειο υδραγωγείο, η αφετηρία του οποίου εντοπιζόταν κοντά στο Α' Νεκροταφείο. Υδραγωγείο Πνυκός. Ένα από τα αρχαιότερα υδραγωγεία της Αθήνας. Πιστεύεται ότι αντλούσε ύδατα από πηγές περί τον Ιλισσό ποταμό και ότι στην πορεία του διερχόταν κάτω από τον Εθνικό Κήπο, τη νότια πλευρά της Ακρόπολης και τους ανατολικούς πρόποδες του λόφου της Πνύκας. Υδραγωγείο Λουτρού. Ξεκινούσε από τις υπώρειες του Υμηττού στην Καισαριανή και ακολουθούσε την πορεία του Ιλισσού ποταμού. Στη συνέχεια, διέσχιζε υπογείως τον Εθνικό Κήπο και υδροδοτούσε το λουτρό που σήμερα βρίσκεται θαμμένο κάτω από την περιοχή της "Ρώσικης Εκκλησίας". Μετά την τουρκοκρατία επισκευάστηκε, με αντικατάσταση μεγάλου του τμήματος από μεταλλικό αγωγό. Σήμερα υδροδοτεί δεξαμενή που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Εθνικού Κήπου. Υδραγωγείο Θησείου. Διοχέτευε ύδατα από πηγή της βορειοδυτικής πλευράς του βράχου της Ακρόπολης. Κατευθυνόταν αρχικά βόρεια, και στη συνέχεια προς τα δυτικά. Υδραγωγείο Σταδίου. Πιθανώς, κλάδος του Αδριάνειου υδραγωγείου. Διερχόταν δίπλα από το Παναθηναϊκό Στάδιο, ακολουθώντας την πορεία του Ιλισσού. Λιθόκτιστο κατά τμήματα, κατά την απόληξη του ήταν λαξευμένο μέσα σε βράχο και είχε διαστάσεις 1,35X0,65 μέτρα. Υδραγωγείο Αγίας Τριάδας-Κεραμεικού. Διερχόταν υπογείως βόρεια της οδού Μητροπόλεως, έτεμνε την πλατεία Μοναστηρακίου και κατέληγε σε δεξαμενή δίπλα στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας Κεραμεικού. Υδραγωγείο Κηφισίας. Υπόγειο υδραγωγείο, διερχόμενο από τη λεωφόρο Κηφισίας. Η σήραγγα του ήταν τετράγωνης διατομής, λαξευμένη σε σχιστολιθικό πέτρωμα, και εντοπιζόταν σε βάθος 8 μέτρων από την επιφάνεια του εδάφους. Φαίνεται ότι είχε κατεύθυνση προς την περιοχή των Αμπελοκήπων. Υδραγωγείο «Γεράνι» ή οδού Σταδίου. Υπόγειο υδραγωγείο, το οποίο πιστεύεται ότι διοχέτευε ύδατα από σπήλαιο του λόφου του Λυκαβηττού. Πιθανολογείται ότι διερχόταν κατά μήκος της οδού Βουκουρεστίου, διέσχιζε τη λεωφόρο Πανεπιστημίου, έστριβε και ακολουθούσε την πορεία της οδού Σταδίου μέχρι τη Σοφοκλέους. Από εκεί συνέχιζε την πορεία του προς την οδό Πειραιώς, όπου και κατέληγε σε δεξαμενή. Υδραγωγείο Καλλιρρόης-Βουνού-Μακρών Τειχών. Ο υπόγειος αγωγός του υδραγωγείου αυτού αντλούσε ύδατα από πηγές που εντοπίζονταν μεταξύ του λόφου του Αρδηττού και του Α' Νεκροταφείου. Στη συνέχεια, κατευθυνόταν βόρεια και, διερχόμενος δίπλα από το σημείο όπου βρίσκεται το εκκλησάκι της Αγίας Φωτεινής, κατευθυνόταν προς Πειραιά. Υπέργεια υδραγωγεία επί αψίδων. Αφορούσαν υπερυψωμένα του εδάφους κανάλια μεταφοράς νερού (υδατογέφυρες), στηριζόμενα σε λιθόδμητους πυλώνες. Τέτοια ήταν το υδραγωγείο Καλογρέζας, το υδραγωγείο Περισσού, καθώς και μικρά τμήματα του Αδριάνειου υδραγωγείου. Αδριάνειο Υδραγωγείο. Αφήσαμε το Αδριάνειο υδραγωγείο τελευταίο, καθώς αυτό σχετίζεται με τη συζήτηση περί «υπογείων περασμάτων» περισσότερο από κάθε άλλο ανάλογο έργο. Τη δεκαετία του 120 μ.Χ., ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός επισκέφτηκε επανειλημμένα την Αθήνα, η οποία την εποχή εκείνη αποτελούσε κτήση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Μεταξύ άλλων έργων, έδωσε εντολή και για την κατασκευή ενός εκτεταμένου υδραγωγείου που θα κάλυπτε αποτελεσματικά τις αυξανόμενες ανάγκες υδροδότησης της πόλης. Ως προς τον ακριβή χρόνο κατασκευής του φερώνυμου υδραγωγείου υπάρχουν διαφωνίες. Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτό είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται ήδη από το 117 μ.Χ. και ότι αποπερατώθηκε το 161 μ.Χ., άλλοι κάνουν λόγο για το διάστημα μεταξύ 125 και 140 μ.Χ., και άλλοι προσδιορίζουν το χρόνο κατασκευής του μεταξύ 134 και 140 μ.Χ.Ο σχεδιασμός του Αδριάνειου υδραγωγείου αποσκοπούσε στη συγκέντρωση και διοχέτευση προς την πόλη υδάτων προερχόμενων από τις πηγές των νοτιοανατολικών κλιτύων της Πάρνηθας και των βορειοδυτικών της Πεντέλης. Για το σκοπό αυτό, κατασκευάστηκε ένα σύμπλεγμα από υπόγειες σήραγγες συνολικού μήκους άνω των 25 χιλιομέτρων. Ο κλάδος της Πάρνηθας φαίνεται ότι είχε αρχικά δύο σκέλη, το δυτικό που ξεκινούσε από το Μετόχι της Αγ. Τριάδας (η ύπαρξη, πάντως, του σκέλους αυτού αμφισβητείται από κάποιους μελετητές) και το βόρειο που ξεκινούσε από το φαράγγι Αμπούλθι στη Δεκέλεια. Το υδραγωγείο κατέβαινε μέσα από τα κτήματα Βαρυμπόμπη προς την περιοχή Σούνα Μενιδίου, εν συνεχεία προχωρούσε προς την οδό Δεκελείας στη θέση Μονομάτι, με παράλληλη πορεία προς την κοίτη του Κηφισού ποταμού (Αγ. Σωτήρα - Κόκκινος Μύλος) συνέχιζε προς τη Μεταμόρφωση, διέσχιζε το Ν. Ηράκλειο, έβγαινε στη Λεωφ. Κηφισίας, περνούσε από την κυκλική δεξαμενή Χαλανδρίου, ανέβαινε στις υπώρειες Υμηττού, και πάλι διέσχιζε τη Λ. Κηφισίας και τους Αμπελόκηπους, καταλήγοντας στη μεγάλη δεξαμενή του Λυκαβηττού. Ο Πεντελικός κλάδος ξεκινούσε λίγο βορειοανατολικότερα της πλατείας Αγίας Τριάδας Παλαιάς Πεντέλης φερόμενος προς Χαλάνδρι και, ενωνόμενος με τον κλάδο της Πάρνηθας, κατέληγε και αυτός στη δεξαμενή του Λυκαβηττού. Καθ' όλο το μήκος της διαδρομής των κύριων κλάδων είχαν κατασκευαστεί μικρότερα βοηθητικά υδραγωγεία που συνεισέφεραν ύδατα στους κεντρικούς αγωγούς. Ως προς τον τρόπο κατασκευής, αρχικά διανοίγονταν ανά 35-40 μέτρα κατά μήκος της χαραγμένης διαδρομής κατακόρυφα πηγάδια (φρέατα). Στη συνέχεια, από κάθε τέτοιο πηγάδι ξεκινούσε η διάνοιξη της σήραγγας και προς τις δύο κατευθύνσεις, μέχρι το τμήμα που ξεκινούσε από το ένα πηγάδι να συναντήσει το τμήμα που διανοίγονταν από το επόμενο προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η μέθοδος αυτή επιτάχυνε κατά πολύ τους ρυθμούς διάνοιξης των σηράγγων, ενώ τα φρέατα παρείχαν αερισμό και φωτισμό, διευκολύνοντας ταυτόχρονα και την απομάκρυνση των προϊόντων της εκσκαφής. Η διαδρομή των σηράγγων φυλασσόταν μυστική, ενώ, μετά τη διάνοιξη κάθε τμήματος, τα στόμια των φρεάτων σκεπάζονταν και παραλλάσσονταν ώστε να μη διακρίνονται εύκολα, ακόμα κι από μικρή απόσταση. Κατά τον τρόπο αυτό λαμβάνονταν προφυλάξεις για το ενδεχόμενο εσκεμμένης μόλυνσης του νερού, είτε ως αποτέλεσμα δολιοφθοράς είτε κατά τη διάρκεια τυχόν πολιορκίας της πόλης από κάποιον εχθρό. Οι σήραγγες ήταν, ανάλογα με τον τύπο του υπεδάφους, αλλού λαξευμένες μέσα σε βράχο και αλλού πλινθόκτιστες, ώστε να εμποδίζεται η κατάρρευση των μαλακών τοιχωμάτων εντός του αυλού. Διέρχονταν σε βάθη 10 έως 40 μέτρων από την επιφάνεια του εδάφους και η διατομή τους είχε σχήμα όρθιου ορθογώνιου παραλληλόγραμμου, με το άνω τμήμα στρογγυλεμένο σε ημικύκλιο. Το ύψος τους έφτανε τα 1,60 και το πλάτος τα 0,70 μέτρα. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι το Αδριάνειο υδραγωγείο απετέλεσε το κύριο υδροδοτικό έργο της Αθήνας για περίπου 1800 χρόνια από την κατασκευή του. Κατά τη βυζαντινή εποχή, τη φραγκοκρατία και -ιδίως- την τουρκοκρατία, όχι μόνο δεν κατασκευάστηκε κάποιο άλλο αξιόλογο έργο υδροδότησης, αλλά και το ήδη υπάρχον δίκτυο αφέθηκε δίχως συντήρηση, ή και καταστράφηκε σε αρκετά του τμήματα. Έτσι, η λήξη της τουρκοκρατίας βρήκε την Αθήνα να αντιμετωπίζει έντονο υδροδοτικό πρόβλημα, με το λιγοστό νερό που ανάβλυζε από κάποια σημεία να είναι βρώμικο ή μολυσμένο. Οι σήραγγες του Αδριάνειου υδραγωγείου είχαν αποφραχθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος από λάσπη ή κατάρρευση των τοιχωμάτων τους, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι κάτοικοι να καταφεύγουν στην άντληση νερού από πηγάδια. Μπροστά στην κατάσταση αυτή, αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους, έγιναν διαδοχικές εισηγήσεις για επισκευή του δικτύου ύδρευσης. Υπάρχει, για παράδειγμα, στα αρχεία της ΕΥΔΑΠ η υπ' αριθμό 336 της 12/7/1834 αναφορά των τεχνικών υπηρεσιών προς την τότε Νομαρχία Αττικοβοιωτίας, σύμφωνα με την οποία «...είναι αφεύκτου ανάγκης προς τούτοις η επισκευή των υδραγωγείων των προερχομένων εκ του Πεντελικού όρους υδάτων...». Λίγα χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του 1840, μηχανικοί του Δήμου Αθηναίων αναζήτησαν και ανακάλυψαν τις σήραγγες του Αδριάνειου υδραγωγείου. Ξεκίνησαν τότε εργασίες καθαρισμού των σηράγγων, με ταυτόχρονη ανακατασκευή των περισσοτέρων φρεάτων. Οι εργασίες αυτές συνεχίστηκαν επί πολλές δεκαετίες και απεκατέστησαν σταδιακά τη λειτουργία του υδραγωγείου σε μεγάλο βαθμό. Μόλις το 1870 ανακαλύφθηκε και η δεξαμενή του Κολωνακίου, σημείο κατάληξης των αρχαίων αγωγών μεταφοράς νερού στην πόλη. Τους προηγούμενους αιώνες η δεξαμενή είχε αχρηστευτεί σταδιακά, μετατρεπόμενη αρχικά σε στάνη, αργότερα σε εκκλησία, ενώ στη συνέχεια επιχωματώθηκε και ξεχάστηκε από τους κατοίκους.Η αρχαία δεξαμενή ανακατασκευάστηκε και επεκτάθηκε, φτάνοντας σε χωρητικότητα τα 2200 κυβικά μέτρα. Λειτούργησε ως κομβικό σημείο του συστήματος ύδρευσης της Αθήνας έως το 1940. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1922, την υδροδότηση της πόλης και μαζί τη συντήρηση του Αδριάνειου υδραγωγείου είχε αναλάβει η αμερικανική εταιρία ULEN. Όμως το 1931, με την κατασκευή του φράγματος του Μαραθώνα και την αποπεράτωση της σήραγγας του Μπογιατίου, η βασική πηγή, καθώς και η κύρια αρτηρία μεταφοράς νερού προς την πόλη άλλαξαν. Το Αδριάνειο υδραγωγείο σύντομα έπαψε να συντηρείται, και απλά εξακολούθησε να λειτουργεί συμπληρωματικά, μέχρι που σταδιακά εγκαταλείφθηκε εντελώς. Σήμερα, στην πλατεία Δεξαμενής μπορεί κανείς να συναντήσει υπομνήσεις του παρελθόντος του.