Στις 23 Ιουνίου του 1990 είχαμε πάει για ένα πείραμα στη Πεντέλη. Στην ομάδα εκτός από μένα, συμμετείχαν ο Θ. Βέμπος, ο Τάσος Ιωακείμ, ο Κώστας Γ., η Κική Ι., και η Σοφία Κ. Για το πείραμα είχαμε διαλέξει ένα υψωματάκι με πλάτωμα, δεξιά και λίγα μέτρα από την είσοδο της σπηλιάς, και η όλη πολύωρη διαδικασία ξεκίνησε γύρω στις 9 το βράδυ. Δυστυχώς, δεν μπορώ να αναλύσω τις λεπτομέρειες του πειράματος, αλλά θα περιοριστώ να πω ότι αφορούσε στη «διάνοιξη μιας πύλης» μέσω βιοδυναμικής ύπνωσης και άλλων βοηθητικών τεχνικών… Δε μπορώ να πω ότι τα πράγματα κύλησαν ιδιαίτερα ομαλά, σχεδόν από την αρχή. Είχανε καθίσει δίπλα-δίπλα, πάνω σε μερικές πέτρες που μαζέψαμε από γύρω, και το πείραμα μόλις είχε αρχίσει κάπως να εξελίσσεται, όταν ξαφνικά η Κική τινάχτηκε πάνω ξεφωνίζονταςότι έβλεπε πελώριες μορφές, τερατώδη και αποτρόπαια πρόσωπα ύψους μέτρων πάνω από την είσοδο της σπηλιάς! Ταυτόχρονα έβλεπε ένα καταρράκτη αίματος να χύνεται από το φρύδι ψηλά, πολλών μέτρων πλάτους, σχεδόν κρύβοντας όλο το άνοιγμα από κάτω! Προφανώς ήταν κάποια ψευδαίσθηση ή παραίσθηση, γιατί κανένας άλλος δεν έβλεπε τίποτε, αλλά η κατάσταση του πανικού της Κικής χειροτέρευε, μέχρι που χρειάστηκε να πάω να σταθώ κάτω από τον αόρατο καταρράκτη του αίματος προκειμένου να πεισθεί ότι δεν ήταν κάτι το πραγματικό αλλά ένα φανταστικό όραμα, μία ψευδαίσθηση… Χρειάστηκε κάμποση ώρα μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και να συνεχίσουμε το πείραμα… Σε αυτό το στάδιο, όπως καθόμαστε σε κύκλο τους έδωσα κάποιες βασικές οδηγίες : «Φανταστείτε», τους είπα, «απλώς φανταστείτε, ότι ανάμεσά μας σχηματίζεται μια δίνη που φτιάχνει μία ολοένα και πιο βαθιά τρύπα… μέχρι που στο βάθος της τρύπας δεν υπάρχει πια σκοτάδι αλλά αστέρια, σαν η τρύπα να ξανοίγεται προς άλλους ουρανούς… Εντάξει;» «Εντάξει», συμφώνησαν, και άρχισαν να κοιτάζουν όλοι προς το χώμα στο κέντρο του μικρού κύκλου μας. Τους άφησα λίγο για να σταθεροποιήσουν τη νοερή εικόνα και συνέχισα : «Φανταστείτε τώρα ότι βουτάτε μέσα στη τρύπα προς τα αστέρια κάτω χαμηλά». Και τότε, μέσα στη σύντομη σιωπή που επακολούθησε, ακούστηκε ο Κώστας – που ήταν και ο πιο γεμάτος της παρέας – να λέει με παράπονο : «Είναι πολύ στενή και δεν χωράω να περάσω!» Ε, έγινε πάλι χαμός, πιο ευτράπελου είδους αυτή τη φορά. Όλοι ξέσπασαν σε γέλια. «Καλά, ρε Κώστα», του είπα κάπως αγανακτισμένος, «σου είπα, φαντάσου τη, δεν μπορούσες και εσύ να την φανταστείς λίγο πιο φαρδιά;» Πραγματικά, ήταν μια απλή τεχνική στο να μαθαίνει κανείς να βλέπει τα πράγματα με Άλλα Μάτια και εν πάση περιπτώσει, όλοι ξέραμε ότι ήταν μια άσκηση βιωματικής φαντασίας. Προσπαθήσαμε να συνεχίσουμε, αλλά ήταν δύσκολο πλέον να «συντονιστούμε» μετά τις διακοπές της ροής και της δικής μου ψυχικής ατμόσφαιρας μετά τα δύο επεισόδια που είχαν προηγηθεί, και σύντομα η ατμόσφαιρα άρχισε να γίνεται περίεργα απειλητική. Χωρίς να μπω σε άλλες λεπτομέρειες αναχωρήσαμε τελικά πίσω για την Αθήνα γύρω στις δύο το πρωί χωρίς έχουμε καταφέρει τίποτα το ουσιαστικό. Ήμασταν ακόμα στην λεωφόρο Πεντέλης όταν ο Τάσος, που οδηγούσε κανονικά, πάτησε ξαφνικά φρένο στη μέση του δρόμου, φωνάζοντας έξαλλος ότι οι γύρω ήχοι είχαν γίνει απότομα εντελώς αφόρητοι και του τρυπούσαν επώδυνα τα αυτιά! Κοψοχολιάσαμε, με το ξαφνικό του πράγματος και ευτυχώς που, λόγω της ώρας, δεν υπήρχε κοντινό αυτοκίνητο πίσω μας, γιατί θα είχε πέσει πάνω μας με αρκετή ταχύτητα ύστερα από τέτοιο απότομο φρενάρισμα. Μετά προσπαθήσαμε να ηρεμήσουμε τον Τάσο, που συνέχισε να ξεφωνίζει για αφόρητους θορύβους, προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταλάβουμε τι στην ευχή είχε γίνει. Κάποια στιγμή άρχισε να ηρεμεί, και το αυτοκίνητο ξεκίνησε πάλι. Ως συνήθως, επιλέξαμε την απλούστερη εξήγηση και αποδώσαμε το περιστατικό στα ήδη τεντωμένα νεύρα μαςύστερα απʼ όσα είχαν προηγηθεί και επιστρέψαμε σπίτια μας. Με το που μπήκα μέσα στο δικό μου, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Κώστας. Ήταν κατατρομαγμένος και άρχισε να μου λέει κάτι για περίεργους θορύβους στο σπίτι του «σαν από ραδιόφωνο που δεν βρίσκει σταθμό…», και άλλα τέτοια… Τον διέκοψα, λέγοντάς του : «Άσε, αρκετά έγιναν γιʼ απόψε και θέλω τώρα να ηρεμήσω. Δεν μου τα λες καλύτερα αύριο;» Την άλλη μέρα με επισκέφτηκε ο Ανδρέας Χ., ένα άλλο δραστήριο μέλος της ομάδας, παραπονούμενος που δεν τον είχαμε πάρει και αυτόν μαζί, και ζητώντας να μάθει αν είχαμε καταφέρει τίποτε με το πείραμα. Είναι αδύνατο να καταλάβει κανείς, αν δεν το ξέρει από προσωπική εμπειρία, πόσο δύσκολο είναι να μεταφέρει κανείς σε άλλον τα όσα περίεργα συμβαίνουν στη Πεντέλη την κάθε φορά, αλλά όπως και να ʽχει, του περιέγραψα όσο καλύτερα μπορούσα τα όσα είχαν γίνει. Κάνα δύο μέρες αργότερα ο Αντρέας μʼ επισκέφτηκε πάλι για να μου πει πολύ καχύποπτα : «Μίλησα με τον Κώστα και όχι μόνο δεν θυμάται να σου έκανε κανένα τηλεφώνημα εκείνη τη νύχτα, αλλά με διαβεβαίωσε ότι δεν είχε έρθει καν μαζί σας στη Πεντέλη εκείνο το βράδυ! Είσαι σίγουρος ότι ήταν μαζί σας;» Υπόψη ότι στο Locus-7 είμαστε πολύ δύσπιστοι ακόμη και μεταξύ μας και το να αποδείξεις οτιδήποτε στους άλλους αποτελεί μεγάλο κατόρθωμα! Είναι γεγονός, εξάλλου, ότι μερικά από τα πράγματα που επιχειρούσαμε εκείνη τη περίοδο ήταν τόσο τρελά που κανενός η μαρτυρία δεν ήταν επαρκής από μόνη της. Άρχισα να του λέω ότι είχα και άλλους τέσσερις μάρτυρες να επιβεβαιώσουν τα λεγόμενά μου, αλλά δε χρειάστηκε. Το κουδούνι χτύπησε και μπήκε μέσα ο Τάσος λέγοντας : «Σου έφερα τις φωτογραφίες που τραβήξαμε τις προάλλες στη Πεντέλη…» «Τον βλέπεις τον Κώστα; Ήταν ή δεν ήταν μαζί μας;», ρώτησα χαιρέκακα τον Αντρέα, δίνοντάς του να δει τις φωτογραφίες. Ο δύστυχος ο Κώστας έπαθε αληθινό σοκ όταν τις είδε αργότερα και αυτός. Πείστηκε μεν, αφού τον διαβεβαίωσαν και οι άλλοι ότι ήταν μαζί μας, αλλά μέχρι και σήμερα το όλο περιστατικό αποτελεί κενό για τη μνήμη του. Και εγώ ποτέ δεν έμαθα τι ακριβώς του είχε συμβεί στο σπίτι του τη νύχτα που επέστρεψε. Κάτι τρελό, δεν αμφιβάλλω. Λογικό αποκλείεται να ήταν! Η ιστορία όμως δεν τελείωσε εκεί… Μερικές μέρες αργότερα, κάποιοι άλλοι φίλοι, επισκέφτηκαν τη σπηλιά και ήρθαν μετά να με δουν για την καθιερωμένη αναφορά. «Μάλλον κάποιοι έκαναν πάλι μαγικές τελετές στη Πεντέλη», μου είπαν. «Από τι το συμπεράνατε αυτό;», ρώτησα. «Βρήκαμε έναν μικρό κύκλο από πέτρες, που ήταν σαφώς τεχνητός, στο πλάτωμα δεξιά της σπηλιάς…», μου εξήγησαν με κάθε λεπτομέρεια. Γέλασα. «Μη χαίρεστε, δεν ήταν από καμία μαγική τελετή», τους εξήγησα. «Απλώς τις είχαμε βάλει εμείς για να μην καθόμαστε κατευθείαν στο χώμα.» «Τότε γιατί κάνατε και την τρύπα στη μέση;», με ρώτησαν «Ποια τρύπα;», ρώτησα έκπληκτος. Όπως μου εξήγησαν, στο κέντρο του κύκλου υπήρχε τοποθετημένη μια πλάκα. Με την εντύπωση ότι κάποιοι είχαν κάνει τελετή εκεί, τη σήκωσαν να δουν μήπως και έφερε τυχόν σύμβολα ή οτιδήποτε. Τότε είδαν τη τρύπα από κάτω…! Για να μην τα πολυλογώ, ξεκινήσαμε πάλι για τη Πεντέλη. Επιβεβαίωσα ότι ο κύκλος με τις πέτρες ήταν πράγματι δικός μας, αλλά στη μέση υπήρχε μία κάπως ακανόνιστη φυσική πλάκα και από κάτω μία τρύπα πλάτους γύρω στα δέκα εκατοστά. Δεν είχαμε τρόπο να μετρήσουμε το βάθος της αλλά με απλά αυτοσχέδια μέσα διαπιστώσαμε ότι έφτανε τουλάχιστον τα μερικά μέτρα βάθος. Και ήταν σαφώς τεχνητή, τελείως κυλινδρική, με σφιχτοπατημένα λεία τοιχώματα και σταθερή διάμετρο, σαν να είχε γίνει από κανονικό μηχανικό γεωτρύπανο! Η τρύπα συνέχισε να υπάρχει για μερικά χρόνια, κλείνοντας αργά από τα χώματα και τις βροχές, μέχρι που έμεινε ένα ρηχό βαθούλωμα που χάθηκε και αυτό, αν και ξαναεμφανίζεται κατά καιρούς, όταν κατακαθίζει το πιο μαλακό χώμα που τη γεμίζει… Δε ξέρω τι σχέση είχε με τη φανταστική τρύπα του πειράματός μας, ούτε αν υπήρχαν αστέρια άλλων ουρανών στο βάθος της, αλλά σίγουρα από αυτή την τρύπα δεν θα χωρούσε να περάσει ούτε ο πιο αδύνατος της παρέας!