Δείτε τώρα και το επόμενο περιστατικό που συνέβη πάλι σε άμεσο συνεργάτη μου το φθινόπωρο του 1993. Το άκουσα την επόμενη μέρα απʼ όταν συνέβη, αλλά του ξαναζήτησα τώρα να το επαναλάβει, ώστε να το φρεσκάρω στη μνήμη μου πριν το γράψω. Είχαν αναφερθεί κάμποσες εμφανίσεις από παράξενα φώτα στον ουρανό – πιθανά ΑΤΙΑ – και ο συγκεκριμένος συνεργάτης είχε πάει να δει αν θα μπορούσε να δει τίποτε, αλλά και να χαλαρώσει επειδή ήταν περίοδος εξετάσεων στην ιατρική όπου και φοιτούσε. Η ώρα ήταν γύρω στις 6 με 7 το βράδυ και βρισκόταν στο δρόμο Πεντέλης – Διονύσου – Νέας Μάκρης, στο σημείο με την λεγόμενη αρνητική βαρύτητα. Του είχε τραβήξει τη προσοχή μια Μερσεντές που ήταν παρκαρισμένη εκεί, γεμάτη ως την οροφή με ομοιόμορφα μικρά χαρτονένια κουτιά, τόσο ολοφάνερα βαριά που το αμάξι είχε κυριολεκτικά «καθίσει». Τότε άκουσε ένα περίεργο βόμβο. Κοιτάζοντας ψηλά είδε ένα φως να κινείται στον ουρανό με πολύ μεγάλη ταχύτητα για να είναι αεροπλάνο, το παράξενο εδώ ήταν ότι το αντικείμενο φαινόταν να βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση, αλλά ο βόμβος έδινε την εντύπωση ότι ήταν πολύ πιο κοντινός. Μόλις χάθηκε το αντικείμενο και ο βόμβος σταμάτησε, ο φίλος μας αναχώρησε προς τη μεριά του Διονύσου, όταν στην εκεί διασταύρωση είδε ένα σταματημένο φορτηγό, ο οδηγός του οποίου του έκανε νόημα με τα χέρια να σταματήσει. Ήταν ένας μελαχρινός άντρας γύρω στα 35, με μπλουτζίν και καρό πουκάμισο. Ο οδηγός εξήγησε στον συνεργάτη μου ότι είχε μείνει από καύσιμα και τον ρώτησε αν μπορούσε να τον μεταφέρει ως το πλησιέστερο βενζινάδικο. Ο φίλος μας τον πήρε. Ο άγνωστος επιβάτης αποδείχτηκε εξαιρετικά βουβός, το σκοτάδι ήταν βαθύ ανάμεσα στα δέντρα του δρόμου, το πρόσωπο του άλλου δε διακρινόταν καν, και ο συνεργάτης μου άρχισε να νιώθει μια νευρικότητα. Έτσι επιχείρησε να του πιάσει κουβέντα. Βγάζοντας του τα λόγια με το τσιγκέλι, έμαθε ότι ο άλλος πήγαινε στα… Λιόσια, αλλά κατά λάθος είχε βρεθεί στη Πεντέλη! Τον ρώτησε τι μετέφερε και τα προϊόντα που ανέφερε ο άλλος (κανένας μας δεν θυμάται πια τι ακριβώς ήταν) απαιτούσαν ψυγείο, αλλά το φορτηγό ήταν ένα απλό καμιόνι. Το να μεταφέρεις ευαίσθητα προϊόντα εκτός ψυγείου ίσως δεν είναι και τόσο πρωτόγνωρο στη χώρα μας, αλλά το να πηγαίνεις στα Λιόσια – διαμετρικά αντίθετα από την άλλη μεριά της Αθήνας – και να ανεβαίνεις κατά λάθος… στο βουνό της Πεντέλης, είναι μάλλον δύσκολο, ακόμη και για τον πλέον αρχάριο οδηγό, πόσο μάλλον για ένα επαγγελματία. Θυμόμαστε ότι είχαν υπάρξει και άλλα περίεργα σʼ εκείνη τη ζορισμένη συζήτησή τους, αλλά έχουμε ξεχάσει ποια ήταν αυτά, πάντως ήταν πράγματα που έδειχναν μια περίεργη άγνοια για κοινά πράγματα, καθώς και ποικίλες ανεξήγητες αντιφάσεις. Λίγο πριν τον αφήσει στο πρώτο ανοιχτό βενζινάδικο που βρήκαν, ο φίλος μας τον ρώτησε : «Καλά, έχεις δοχείο για τη βενζίνη; Και πως θα γυρίσεις;», ο άλλος απάντησε «Ναι, εντάξει,μη σʼ ανησυχεί», και κατέβηκε χωρίς να κρατά τίποτε! Αναχωρώντας ο φίλος μας διαπίστωσε ότι όλα τα ρολόγια του είχαν χάσει 8 με 10 λεπτά, - αυτός ήταν περίπου και ο χρόνος της διαδρομής - αλλά συνέχιζαν να λειτουργούν κανονικά! Εδώ δεν αξίζει να το τεκμηριώσω με βαρετές επεξηγηματικές λεπτομέρειες – απλώς θα περιοριστώ να πω ότι ο συνεργάτης μου είχε εκ των προτέρων ιδιαίτερους λόγους να προσέχει τι ώρα ήταν, έτσι είναι απόλυτα σίγουρος για την ακρίβεια της χρονικής περιόδου – τουλάχιστον 8 λεπτά,με πιθανότητα λάθους το πολύ δύο λεπτών. Δεν ξέρω σε ποια κατηγορία πρέπει να εντάξουμε τον περίεργο οδηγό με το καρό πουκάμισο, την «καθισμένη» Μερσεντές με τα πολύ βαριά κουτάκια, τις μαρτυρίες για τα φώτα στον ουρανό, τον περίεργο βόμβο, και τη χρονική ανωμαλία.