Το παράξενο τούνελ
Ημερομηνία: 13/05/2007
Καταχωριτής: Aragorn
Πηγή: Γ. Μπαλάνος, Πέρα από το αίνιγμα της Πεντέλης, Εκδόσεις Locus-7, σελ. 178-185
Πριν πολλά χρόνια, πριν καν αρχίσουν τα πρώτα έργα, είχαμε παρατηρήσει ένα συγκρότημα πελώριων φυσικών βράχων, και ακριβώς στη τελευταία στροφή του χωματόδρομου που αντικρίζεις μπροστά σου τη σπηλιά.
Στο πάνω μέρος του σωρού δέσποζε ένας ιδιαίτερα μεγάλος και ελεύθερος βράχος βάρους εκατοντάδων τόνων, που ήταν ακουμπισμένος σαν καπάκι πάνω στους άλλους. Το διάκενο ανάμεσα στο βράχο αυτό και τον άλλο από κάτω σχημάτιζε μια φυσική σπηλίτσα, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ήταν κλεισμένο μʼ ένα τοιχάκι ξερολιθιάς, αφήνοντας ελεύθερο ένα μικρό άνοιγμα σαν πόρτα.
Ανεβήκαμε και ρίξαμε μια ματιά μέσα, και είδαμε έναν πολύ μικρό, χαμηλό και σκοτεινό χώρο, σαν εκείνους που φτιάχνουν πρόχειρα οι βοσκοί με ξερολιθιές στα κοιλώματα των βράχων για προστασία από τον καιρό.
Τώρα, ούτε τα βράχια, ούτε οι ξερολιθιές είναι τίποτα το ιδιαίτερο ή το ασυνήθιστο σʼ ένα βουνό σαν τη Πεντέλη ή και σε κάθε άλλο, και έτσι δεν είχαμε δώσει άλλη σημασία. Ακόμη δεν είχαμε καν εξερευνήσει τη σπηλιά άλλωστε. Μετά το θέμα ξεχάστηκε λίγο-πολύ, ανάμεσα στα πολλά άλλα ενδιαφέροντα προς έρευνα.
Το πρώτο περίεργο που παρατηρήσαμε, χρόνια μετά ήταν ότι η ξερολιθιά είχε αρχίσει να διαλύεται αργά, αλλά συστηματικά, σαν κάποιος νʼ αφαιρούσε μεθοδικά πέτρες, μία-μία, με πολύ αργό ρυθμό. Στην αρχή το αποδώσαμε στη φυσική φθορά από βροχές κλπ, αν και ήταν κάπως περίεργο ένα τοιχάκι τουλάχιστον εκατοντάδων ετών να αρχίσει να σκορπά έτσι περίεργα. Από την άλλη μεριά, αν το έκανε άνθρωπος, δε φαινόταννα υπάρχει κάποια λογική εξήγηση ή σκοπιμότητα για να το κάνει.
Στο μεταξύ, τα έργα άρχισαν, και πλέον αυτά τράβηξαν σχεδόν όλη τη προσοχή μας…
Εν συνεχεία, κάποια στιγμή ερευνήσαμε και πάλι τη σπηλίτσα που σχημάτιζαν ο δύο βράχοι, γιατί ο περίεργος τρόπος εξαφάνισης της ξερολιθιάς μας είχε κάνει, πράγματι, νʼ αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσε να τρέχει εκεί. Στο βάθος της, δύο ή τρία μέτρα από την είσοδο, βρήκαμε την άκρη ενός βαράθρου αγνώστου βάθους που φαινόταν από την είσοδο, αλλά δεν το είχαμε προσέξει αρχικά, μιας και ήταν μαύρο σε σκοτεινό φόντο.
Δεν υπήρχε τρόπος εκείνη τη στιγμή να ερευνήσουμε το βάραθρο χωρίς ειδικό εξοπλισμό, έτσι, παρά το δύσβατο του εδάφους, αρχίσαμε να ερευνούμε τα ψηλά βράχια από πίσω. Πολύ σύντομα βρήκαμε το πηγάδι.
Ήταν σαφώς τεχνητό, αλλά πολύ αρχαίο, κατά πάσα πιθανότητα της ίδιας εποχής που είχαν βγει από δω τα μάρμαρα που έφτιαξαν τον Παρθενώνα. Στα τοιχώματα διακρίνονταν τετράγωνες τρύπες που πριν χιλιάδες χρόνια θα πρέπει να ήταν υποδοχές για χοντρά δοκάρια που θα στήριζαν βαρούλκα ή κάτι τέτοιο.
Το ίδιο το πηγάδι είχε μια διάμετρο μερικών μέτρων, και ο μεγάλος άμορφος βράχος που προανέφερα το σκέπαζε σχεδόν σαν καπάκι, αλλά η κάθοδος ήταν πιο ομαλή από αυτή τη πλευρά και μόλις λίγων μέτρων. Αλλά και πάλι δεν ήταν εφικτό να κατέβει κανείς εκείνη τη φορά, χωρίς σκοινιά και χωρίς να ξέρει τι τον περίμενε στο βάθος.
Στο βάθος το πηγάδι ήταν μισοφραγμένο από μπάζα και σκουπίδια, αλλά μπορούσαμε να διακρίνουμε ότι μάλλον υπήρχε μια τρύπα εκεί που έδειχνε να συνεχίζεται και πιο κάτω.
Από τη πρώτη στιγμή τα σκουπίδια που υπήρχαν σε αφθονία εκεί μας κίνησαν την περιέργεια. Ήταν σύγχρονα, και μερικά πολύ ογκώδη, όπως παλιά κρεβάτια, στρώματα και ντουλάπια.
Σκεφτείτε τώρα :
Για να φτάσεις στο στόμιο του πηγαδιού έπρεπε να σκαρφαλώσεις στα τέσσερα ανάμεσα σε σκόρπια κατσάβραχα ύψους μέτρων και μετά να ισορροπήσεις επικίνδυνα στα αβέβαια στηρίγματα των μικρών χαλαρών βράχων πριν φτάσεις κοντά στο χείλος. Απʼ όσο μπορούσαμε να κρίνουμε, κανένα άτομο που είχε τα λογικά του δεν θα επιχειρούσε καν να κουβαλήσει σε τέτοια κακοτράχαλη μορφολογία εδάφους τόσο ογκώδη και βαριά πράγματα, και ένας τρελός δεν θα αρκούσε να το κάνει από μόνος του, θα χρειαζόταν μια ομάδα έμπειρων ατόμων νʼ αγωνιστούν μαζί και με ρίσκο της ζωής τους για να μεταφέρουν έστω και ένα από τα αντικείμενα αυτά στο μόνο σημείο απʼ όπου θα μπορούσαν μετά να το πετάξουν στο πηγάδι.
Και άλλη πρόσβαση δεν υπήρχε, ούτε καν από τον ουρανό, γιατί υπήρχε το βραχώδες καπάκι από πάνω. Από την άλλη μεριά, εξάλλου, υπήρχε μόνο εκείνη μικρή τρύπα η σπηλίτσα με τη χαμένη ξερολιθιά, που το ύψος της ξεπερνούσε το ένα μέτρο και επιπλέον είχε σκαρφάλωμα στα τέσσερα για να φτάσεις και σʼ αυτή.
Ποιος στην ευχή είχε πετάξει εκεί μέσα αυτά τα πράγματα, και πως; Και, ίσως πιο σημαντικό, γιατί;
Σε κάθε άλλη περίπτωση, τα σκουπίδια αυτά θα λειτουργούσαν απωθητικά για μας, με την έννοια ότι ήταν πρόσφατα, γεγονός που έδειχνε ότι το πηγάδι δεν ήταν ερευνητικά «παρθένο» έδαφος, κατά συνέπεια δεν υπήρχε και λόγος να μας απασχολήσει. Μην ξεχνάτε, ψάχναμε για άγνωστες και ανεξερεύνητες προσβάσεις και τα σύγχρονα κρεβάτια και ντουλάπες κάθε άλλο παρά αυτό έδειχναν.
Στη πράξη η θέα των σκουπιδιών λειτούργησε ακριβώς αντίστροφα, σαν πρόσκληση προς έρευνα, γιατί δεν μπορούσε να εξηγηθεί η παρουσία τους εκεί. Ήταν σαφώς ύποπτη… καμουφλάζ, παραλλαγή, στάχτη στα μάτια ή κάτι τέτοιο. Ίσως κάποιος είχε κάνει με υπερβολικό ζήλο τη δουλειά του, πετυχαίνοντας έτσι τα αντίθετα αποτελέσματα!
Με δύο λόγια, το πράγμα μύριζε στρατιωτικό τρόπο σκέψης, κάποια διαταγή εκτέλεσης προς ανθρώπους που δεν ενδιαφέρονταν στʼ αλήθεια!
Φυσικά μια τέτοια πρόσκληση δεν μπορούσε να μείνει αναπάντητη. Έτσι λίγο καιρό αργότερα, το 1989, δύο νεαροί συνεργάτες μου (Ο ένας ήταν ο «Ίρανον» (www.iranon.gr) και ο άλλος ο αδερφός του), αναρριχητές ήδη, έφτασαν με τον κατάλληλο εξοπλισμό και κατέβηκαν στο πηγάδι. Εγώ δεν ήμουν μαζί τους εκείνη τη φορά, αλλά μου περιέγραψαν τα καθέκαστα όταν επέστρεψαν στην Αθήνα. Η περιγραφή τους ήταν σε γενικές γραμμές η εξής :
Η κάθοδος ήταν πιο εύκολη απʼ όσο είχε φανεί στην αρχή, και στο βάθος του πηγαδιού, μισκοκρυμμένη από τα μπάζα, υπήρχε πράγματι μια μικρή τρύπα που χωρούσε άνετα να περάσει ένας άνθρωπος. Έριξαν το σκοινί και συνέχισαν τη κάθοδο, για να βγουν κατεβαίνοντας από την οροφή του, σʼ ένα τούνελ πλάτους γύρω στα 4 με 5 μέτρα!
Όπως μου το περιέγραψαν ήταν ένα εντελώς σύγχρονο κατασκεύασμα, σχεδόν πανομοιότυπο με τα γνωστά εξωτερικά τούνελ. Κρίνοντας από τη θέση του, θα πρέπει να ήταν μάλλον η Σήραγγα Ια, αλλά, το παράξενο εδώ ήταν ότι εκτός από την τρύπα της οροφής από την οποία είχαν κατέβει, δεν υπήρχε πουθενά άλλη είσοδος ή έξοδος! Το τεχνητό τούνελ συνεχιζόταν για λίγα μέτρα και προς τις δύο κατευθύνσεις, για να καταλήξει σε συμπαγές βράχο με μόνη πρόσβαση προς αυτό μια στενή τρύπα στην οροφή.
Φυσικά η πρώτη σκέψη τους, όπως και η δική μου, ήταν ότι κάπου θα πρέπει να υπήρχε κάποια καμουφλαρισμένη και αθέατη δίοδος, ίσως κάποιος ψεύτικος τοίχος από συνθετικό βράχο ή κάτι τέτοιο…
Όσο και αν έψαξαν, όμως, στάθηκε αδύνατο να εντοπίσουν το παραμικρό. Ο βράχος και στις δύο άκρες φαινόταν να είναι αληθινός και φυσικός συμπαγής βράχος, ενώ τα τεχνητά τοιχώματα από σίδερο και μπετόν δεν είχαν κανένα αντιληπτό άνοιγμα. Μην έχοντας ειδικά όργανα εντοπισμού κρυφών κοιλωμάτων, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να επιστρέψουν άπραγοι.
Αναρωτιόμασταν πώς να το ψάξουμε, όταν μερικοί άλλοι συνεργάτες μου επισκέφτηκαν το μέρος και έπιασαν κουβέντα με τον φύλακα των έργων, προσπαθώντας να ψαρέψουν ότι μπορούσαν. Έτσι άκουσαν από αυτόν την εξής εξωφρενική ιστορία την οποία σας την αναφέρω όπως μου την αφηγήθηκαν :
Μια παρέα από πέντε-έξι νεαρά άτομα, αγόρια και κορίτσια, είχαν επισκεφτεί το πηγάδι με πλήρη επαγγελματική εξάρτηση αναρρίχησης. Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι ακριβώς στη περιοχή - εκτός από τα γνωστά τρελά – υπάρχουν και κάποιες από τις γνωστές πίστες αναρρίχησης όπου πάνε για άσκηση πολλοί αναρριχητές, ιδίως στους κάθετους βράχους γύρω από το άνοιγμα της σπηλιάς, μερικοί από τους οποίους έχουν και αρνητική κλίση προς τα μέσα.
Ο φύλακας – εντελώς διακοσμητικός ως συνήθως – είπε ότι οι νεαροί κατέβηκαν κανονικά στο πηγάδι… μόνο και μόνο για να ξαναβγούν λίγο αργότερα μέσα από το άλλο τούνελ, ξεφωνίζοντας υστερικά ότι είχαν περάσει μέσα από τον συμπαγή βράχο των εκατό και πλέον μέτρων που χωρίζει τα δύο τούνελ!
Είχαν μπει από το πηγάδι στο ένα τούνελ και ξαφνικά είχαν βγει στο άλλο, χωρίς καν να ξέρουν πως. Δεν είχαν ανοίξει καμία μυστική πόρτα, απλώς είχαν ξαφνικά βγει ή βρεθεί στο άλλο τούνελ. Ο φύλακας πρόσθεσε μάλιστα, ότι ήταν τόσο πανικόβλητοι από την εμπειρία που δύσκολα καταλάβαινε τι φώναζαν, και ότι αναχώρησαν τρεχάτοι δίχως καν να πάρουν μαζί τους τον εξοπλισμό τους…
Αλήθεια, ψέματα, μη με ρωτάτε. Δεν έχω καν την προσωπική επιβεβαίωση των συνεργατών μου, μιας και αυτοί το έμαθαν από δεύτερο χέρι ή μάλλον στόμα. Έτσι εγώ, σας μετέφερα απλώς την αναφορά που μου έκαναν.
Σε μια προσπάθεια επαλήθευσης ή έστω πληρέστερης περιγραφής, πήγαμε μαζί με τους συνεργάτες στη Πεντέλη ελάχιστες μέρες μετά, και αναγνώρισαν τον φύλακα ότι ήταν ο ίδιος με τον οποίο είχαν μιλήσει. Πιάσαμε την καθιερωμένη γενική κουβέντα, και μετά τη γυρίσαμε στο συγκεκριμένο περιστατικό, με τους συνεργάτες μου να του ζητούν να επαναλάβει την ιστορία ώστε να την ακούσω και εγώ.
Μάταιο. Δεν αρνήθηκε, ούτε διέψευσε τίποτα, αλλά δεν είπε λέξη. Απλώς, μουρμούριζε κάποιες ακαθόριστες αοριστολογίες, δείχνοντας και αυτός μάλλον φοβισμένος άνθρωπος. Τελικά, στάθηκε αδύνατο να μάθουμε τίποτε το πιο συγκεκριμένο, έτσι φύγαμε μάλλον άπραγοι.
Αυτή είναι και η μόνη δική μου μαρτυρία ως προς το συγκεκριμένο περιστατικό.
6 Σχόλια: