Τα χρόνια που πήγαινα στο δημοτικό έμενα με τους γονείς μου σε μια πολυκατοικία απέναντι από την Καμάρα στον 7ο όροφο. Από κάτω έμενε η γιαγιά μου και στο διπλανό διαμέρισμα από αυτή μια οικογένεια με δυο παιδιά (ένα αγόρι 4 χρόνια μικρότερο από εμένα και ένα κορίτσι 2 χρόνια μεγαλύτερο). Όπως είναι φυσικό είχα γίνει κολλητός με τα γειτονάκια μέχρι που μετακομίσαμε σε δικό μας σπίτι όταν ξεκίνησα το γυμνάσιο... Η γιαγιά μου συνέχισε να μένει εκεί και είχε πάρα πολύ καλές σχέσεις με τους γείτονες... Πέρασε ο καιρός, εγώ πήγα να υπηρετήσω την μαμά πατρίδα ενώ η φίλη μου (η κόρη των γειτόνων) σπούδαζε κάπου εκτός Θεσσαλονίκης. Πρέπει να επισημάνω ότι η φίλη μου είχε ένα κολλητό που είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό (του είχε φύγει το αυτοκίνητο σε μια στροφή σε επαρχιακό δρόμο). Στον τρίτο μήνα της θητείας μου πέθανε η γιαγιά μου... 2-3 μέρες μετά, Παρασκευή βράδυ ήρθε η φίλη μου σπίτι της για το Σαββατοκύριακο, ήταν πολύ κουρασμένη και έτσι η μητέρα της θεώρησε σωστό να μην της πει για την γιαγιά μου (για να μην την αναστατώσει)... Η κοπελιά, την έπεσε το βράδυ για ύπνο, το πρωί λοιπόν ξύπνησε ταραγμένη και φώναξε την μάνα της. Την ρώτησε εάν ήταν καλά η γιαγιά μου, αν της είχε συμβεί κάτι κακό... Εκεί που ανατρίχιασα (και ανατριχιάζω κάθε φορά που το διηγούμαι) είναι πως όταν την ρώτησε η μητέρα της για ποιο λόγο ρωτάει αυτή της είπε: Είδα την κυρία Ελένη στον ύπνο μου, ήταν μαζί με τον Στέφανο στην στροφή που σκοτώθηκε... Τους πλησίασα και την ρώτησα: κυρία Ελένη ξέρεις τον φίλο μου τον Στέφανο; Και μου απάντησε: Φυσικά και τον ξέρω τον Στέφανο, τον έχω πλέον σαν παιδί μου...