Μεταφυσικά γεγονότα
Ημερομηνία: 01/02/2007
Καταχωριτής: Aragorn
Πηγή: Περιοδικό Mystery, Τεύχος 8, άρθρο του Γρηγόρη Τσουκαλά με θέμα Παράξενες ιστορίες από τη σπηλιά της Πεντέλης, σελίδα 35-37
Σχεδόν όλοι εσείς έχετε ακολουθήσει το συμβατικό δρόμο που οδηγεί στη σπηλιά του Νταβέλη. Εκείνη η παράξενη δίψα, οδήγησε κάποτε εμένα, μαζί με τους συνεργάτες μου αλλά και δύο κοπέλες που τις συνέπαιρνε η ιδέα ότι θα συναντούσαν την περιβόητη σπηλιά.
Εκμεταλλευόμενος ότι δεν γνώριζαν τη περιοχή, τους παρέσυρα άθελά τους να ακολουθήσουμε τον αρχαίο δρόμο. Σε εκείνη τη πορεία, λίγο μετά από το τσιμεντένιο σπιτάκι που υπάρχει επάνω στο δρόμο, η μια από τις δύο κοπέλες άρχισε να δηλώνει περίεργη δυσφορία και αλλαγή στη προσωπικότητά της.
Συνεχίσαμε οι υπόλοιποι της παρέας, θεωρώντας ότι έκανε πλάκα, έως το τόπο της σπηλιάς. Εκεί, κάθισε έξω και όταν προσπαθήσαμε να τις μιλήσουμε, η αντίδρασή της ήταν σαν να μην υπήρχαμε. Η όλη κατάσταση συνεχίστηκε ακόμα και όταν βάλαμε τις φωνές.
Παρέμεινε αμίλητη και παγωμένη λες και είχε υπνωτιστεί. Πραγματικά, ως σήμερα, τόσο εγώ όσο και οι άλλοι δύο της παρέας, δεν δώσαμε καμία λογική εξήγηση. Η κοπέλα συνήλθε μόνο όταν φτάσαμε στη λεωφόρο Κηφισιάς κατά την επιστροφή.
Η ίδια δήλωσε αργότερα ότι δεν θυμόταν τίποτα απʼ ότι συνέβη, από τη στιγμή που πέρασε από το τσιμεντένιο σπιτάκι έως τη στιγμή που άρχισε να μας μιλάει. Το αποτέλεσμα αυτής της ιστορίας ; Η κοπέλα φρόντισε για άγνωστους λόγους να χαθεί από τη παρέα.
(Σημ. Aragorn : Πιο κάτω το άρθρο συνεχίζει ). Θα θυμάστε όλοι φυσικά, εκείνη τη παρανοϊκή και παράξενη ανάβαση που πραγματοποιήσαμε από τον αρχαίο δρόμο μαζί με τις δύο κοπέλες. Το τέλος εκείνης της αρχαίας ανηφοριάς ήταν η ίδια η σπηλιά.
Αφήνοντας πίσω την Γ.Π. και θεωρώντας ότι μας έκανε πλάκα, αποφάσισα να ξεναγήσω τους άλλους δύο φίλους στο εσωτερικό του σπηλαίου. Σκαρφαλώσαμε όπου μπορούσε να πατήσει άνθρωπος, εισχωρήσαμε σε κάθε τρύπα και εκεί, σε ένα από αυτά, ήρθαμε πρόσωπο με πρόσωπο με κάτι πέρα από το δικό μας κόσμο.
Μπαίνοντας στο μικρό άνοιγμα που βρίσκεται στο τέλος των τσιμεντένιων σκαλοπατιών και πίσω από το εκκλησάκι, ακούστηκε από μια σχισμή ένα παράξενι σύρσιμο. Θεωρώντας ότι ήταν κάποιο ζώο, φέξαμε στη σχισμή με το φακό που είχαμε μαζί μας.
Το σύρσιμο μετατράπηκε σε απόκοσμο γρύλισμα. Η δεύτερη κοπέλα της παρέας μαζί με τον φίλο που είχαν συρθεί μαζί μου στο άνοιγμα με κοίταξαν σαστισμένα. Προσπαθώντας να προλάβω κάποιον επερχόμενο πανικό, τους εξήγησα ότι μάλλον ο ήχος προερχόταν από ποντίκια που είχαν βρει καταφύγιο εκεί και τους ζήτησα να απομακρυνθούν.
Περίμενα για λίγο στο χώρο, προσπαθώντας να φέξω στο σημείο που ακουγόταν το γρύλισμα, ώσπου ακολούθησε το κάψιμο της λάμπας του φακού και απομακρύνθηκα από το χώρο.
Χάριν αυτού του γεγονότος, θα έλεγα πως η δίψα μου για περισσότερα μυστήρια μεγάλωσε. Έτσι αποφάσισα να επισκεφθώ το χώρο λίγες μέρες αργότερα, μαζί με τον ελληνοϊρλανδό φίλο μου, που ήταν γνωστός των μεθόδων της έρευνας αλλά και του αποκρυφισμού.
Κατά την είσοδό μας στο χώρο της σπηλιάς, προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε το αρχαίο λάξευμα μιας παλάμης για το οποίο είχε δημιουργηθεί η φημολογία πως άλλαζε διαρκώς θέση.
Έκπληκτοι διαπιστώσαμε ότι η παλάμη δεν υπήρχε καν, αλλά ταυτόχρονα ο χώρος άρχισε να αποκτά έναν παράξενο βόμβο. Θεωρώντας ότι προερχόταν από κάποιο μηχάνημα, ψάξαμε το γύρο χώρο της σπηλιάς και το εσωτερικό από το εκκλησάκι, για να διαπιστώσουμε αν λειτουργεί κάποιος μηχανισμός.
Κατά περίεργο τρόπο, κάθε φορά που απομακρυνόμασταν από το σημείο που υποτίθεται ότι βρισκόταν η αρχαία παλάμη, ο ήχος χανόταν. Αποφασίσαμε να παραμείνουμε στο χώρο έως ότου ο ήχος έπαψε ξαφνικά.
Παίρνοντας το δρόμο της επιστροφής και ενώ βρισκόμασταν ήδη στο κέντρο της Αθήνας μου γεννήθηκε η ιδέα να επισκεφθώ το χώρο βράδυ. Αποχαιρέτησα λοιπόν το φίλο μου και επικοινώνησα με ένα από τα μέλη της ομάδας μου. Το βράδυ είχε φτάσει και εμείς βρισκόμασταν ήδη στο χωματόδρομο που οδηγούσε προς τη σπηλιά. Καθώς ανεβαίναμε το σημείο που ανηφορίζει και οδηγεί στο πλάτωμα από έξω, είδαμε ορισμένα παράξενα φώτα σαν φλας από φωτογραφική μηχανή.
Σβήσαμε τα φώτα του αυτοκινήτου και κινηθήκαμε αργά μέχρι λίγα μέτρα έξω από τη σπηλιά. Βγαίνοντας από το αμάξι μας, ήρθε μια έντονη μυρωδιά, όμοια με εκείνη που έχουν τα νυχτολούλουδα. Το περίεργο ήταν ότι η οσμή προερχόταν από το εσωτερικό της σπηλιάς.
Πήρα το φακό και κινήθηκα στο εσωτερικό της ώστε να εντοπίσω τους τυχόν υπεύθυνους της οσμής.
Μπαίνοντας αντίκρισα τον άδειο χώρο ενώ ταυτόχρονα η μυρωδιά έγινε πιο έντονη, τόσο που άρχισε να μου προκαλεί δυσφορία. Αυτό όμως που μου έκανε να αποχωρήσω από το χώρο, δεν ήταν το άρωμα που προερχόταν από το πουθενά.
Ο φακός μου είχε αρχίσει να χάνει τη φωτεινότητά του και η αιτία δεν ήταν η μπαταρίες. Αυτό το αόρατο πέπλο που συνοδευόταν από την οσμή, κατάφερνε – ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν – να απορροφά το φως!
Συνδυάζοντας το φαινόμενο με την κατάσταση της Έρπουσας Σκιάς, αποχώρησα από το χώρο χωρίς να προσπαθώ να δώσω περισσότερες εξηγήσεις. Την ώρα της επιστροφής, στο σημείο που συνορεύει ο χωματόδρομος με την άσφαλτο, τα φώτα του αυτοκινήτου μας έφεξαν πάνω σε κάτι άμορφο που είχε μαύρες αποχρώσεις.
Ο οδηγός φρενάρισε απότομα, πέφτοντας σε ένα μικρό χαντάκι, ενώ εγώ πετάχτηκα προσπαθώντας να φωτογραφήσω αυτό το άγνωστο «κάτι» που είχε προλάβει να εκτιναχθεί προς τα βράχια που ήταν πάνω μας.
Πριν προλάβω να αποθανατίσω οτιδήποτε, μας έφεξαν τα φώτα ενός αστυνομικού τζιπ, ζητώντας να τους πούμε τι γυρεύαμε εκεί, ενώ εγώ ταυτόχρονα προσπαθούσα να τους ρωτήσω αν αντιλήφθηκαν και εκείνοι ότι είδαμε εμείς.
Το αποτέλεσμα; Να μας εξετάσουν με λεπτομέρεια όλο το αυτοκίνητο και να μας ζητήσουν να φύγουμε από εκεί…
3 Σχόλια: