Ανήμερα του Πάσχα του 1973. 0 39χρονος ελαιοχρωματιστής Αλέξανδρος Τσαβαλάς πατέρας δύο παιδιών, από την Αργυρούπολη πήγαινε με το μηχανάκι του να πάρει ένα φίλο. Στη στροφή που η λεωφόρος Βουλιαγμένης γίνεται μονόδρομος προς την Αθήνα, ο Τσαβαλάς ένιωσε το μηχανάκι να «φεύγει». Την επόμενη στιγμή βρισκόταν πάνω στην άσφαλτο, βαριά τραυματισμένος. Τον μετέφεραν στο Γενικό Κρατικό και ύστερα από έξι μέρες πέθανε. Στο σημείο του δυστυχήματος, ο Τσαβαλάς άφησε κάτι περισσότερο από τη τσακισμένη μοτοσικλέτα και το αίμα του : ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα του σώματός του που καμιά χημική ουσία από εκείνες που δοκιμάστηκαν τις επόμενες μέρες δεν μπορούσε να εξαλείψει. Μετά από σχετικό ρεπορτάζ της τηλεοπτικής εκπομπής «Σήμερα», ο χώρος κατακλύστηκε από περίεργους. Όλοι μπορούσαν να διαπιστώσουν ότι στην άσφαλτο υπήρχε η σιλουέτα ενός αντρικού σώματος πεσμένου στην άσφαλτο με το ένα πόδι και ένα χέρι λυγισμένα. Ήταν τέτοια η λεπτομέρεια που μέχρι και τα δάχτυλα των χεριών διακρίνονταν ξεκάθαρα. Ο κόσμος που μαζεύτηκε ήταν τόσο πολύς, που δημιουργήθηκε σοβαρό κυκλοφοριακό πρόβλημα. Η τροχαία προσπάθησε να εξαφανίσει το αποτύπωμα. Όμως ούτε το νερό, ούτε το πετρέλαιο, ούτε η άμμος στάθηκαν ικανά να το εξαλείψουν. Τελικά νέα άσφαλτος στρώθηκε στη περιοχή και ο πονοκέφαλος εξαφανίστηκε. Δεν υπήρχε κανένα μυστήριο πλέον. Εννοείται ότι κανείς «αρμόδιος» δεν σκέφτηκε να ερευνήσει το φαινόμενο.