Κάτοικος της περιοχής αναφέρει : «Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό της μάνας μου αυθεντικό, που είναι πραγματικό δηλαδή. Μια μέρα του καλοκαιριού, η μάνα μου η Χρύσα, συνεννοήθηκε με την αδερφή της τη Βγενιά να πάνε στο βουνό στο Κροκί να κόψουν ξύλα για το Χειμώνα. Και είπανε να σηκωθούνε κατά τις τέσσερις η ώρα. Φτάνοντας στη κορφή τους πήρε ο φόβος. Τι να έγινε; Τότε καταλάβανε ότι πέσανε έξω στην ώρα και αντί να φύγουνε στις τέσσερις φύγανε στις δώδεκα (!). Και τώρα τι να κάνουμε αναρωτήθηκαν οι γυναίκες. Έκανε κρύο, έφερνε ο Παρνασσός από πάνω παγωμένο αέρα και σκέφτηκαν να μπουν στο δάσος με τα έλατα στο Κροκί, γιατί εκεί υπήρχε μια καλύβα να μπούνε μέσα να ανάψουνε και φωτιά να προφυλαχθούν από το κρύο μέχρι να ξημερώσει. Πράγματι μπαίνουνε στα έλατα, προχωράνε, φτάνουν στο ξέφωτο που ήταν η καλύβα και εκεί τι ν’ ακούσουν; Νταούλια, πίπιζες και βλέπουν καμιά τριανταριά κοπέλες σαν τα κρύα τα νερά με αραχνοΰφαντα πέπλα να χορεύουν στο ξέφωτο. Η Βγενιά, η μάνα μου πήγαινε πιο μπροστά, της Βγενιάς το μουλάρι δεν περπάταγε και φώναζε η Βγενιά στη μάνα μου : «Χρύσα, οι νεράιδες, φεύγω, οι νεράιδες!». Η μάνα μου δεν την άκουσε καλά. Η Βγενιά έφυγε πίσω και η μάνα μου προχωράει. Τότε την πιάνουν οι νεράιδες, την κατεβάζουν από το μουλάρι και την βάζουν στο χορό».