Διηγείται η Αικατερίνη σύζυγος Στεργίου Δέδα (Περικλέους 6, Κιλκίς): Στις 27 Μαΐου 1998 στις 2 μ.μ. ο άντρας μου έπεσε από την οικοδομή όπου εργαζόταν από ύψος 3,5 μέτρων. Το χτύπημα προκάλεσε σοβαρή κρανιοεγκεφαλική κάκωση, χτύπημα στον αυχένα και δύο πλευρά σπασμένα. Τον πήγαμε στο Α΄ Βοηθειών Κιλκίς. Μετά την ακτινογραφία, συνοδεία παθολόγου και αναισθησιολόγου τον μετέφεραν στο “Παπανικολάου” Θεσσαλονίκης για αξονική τομογραφία. Εκεί τον έβαλαν στην Εντατική. Από Τετάρτη μέχρι Κυριακή μεσημέρι, οι γιατροί μάς έλεγαν ότι είναι σοβαρή η κατάσταση, αλλά σταθερή. Τον είχαν διασωληνωμένο με την πιο βαριά νάρκωση. Μετά το μεσημέρι τής Κυριακής άρχισε να ανεβαίνει η εγκεφαλική πίεση στο 54. Κρίσιμη η βραδιά απόψε μάς είπε ο γιατρός. Προσευχηθήκαμε, πήραμε τηλέφωνο στο Μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ στη Μυτιλήνη για Παράκληση και να μάς στείλουν λαδάκι, αγίασμα, βιβλίο με τα καινούργια θαύματα τού Αγίου, και στο Μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ στην Γρίβα να μάς κάνουν Παράκληση. Την επόμενη Κυριακή, ο εφημερεύων ιατρός κ. Ανδρέας Καρασακαλίδης μάς λέει ότι η εγκεφαλική πίεση κατέβηκε στο 16. Τη Δευτέρα τού έβαλε ένα σωληνάκι, για να φεύγει το υγρό από το εγκεφαλικό οίδημα. Συνέχισαν και τη βαριά νάρκωση. Την Τρίτη 9 Ιουνίου στις 11 π.μ. καλέσαμε το Διευθυντή Νευρολογικής τού ΑΧΕΠΑ κ. Φωτίου, εξέτασε τον άντρα μου και είπε ότι θα ξανάρθει την Πέμπτη, για να κάνει πρόβλεψη βιωσιμότητας τού ασθενούς. Σε λίγη ώρα παρέλαβα το λαδάκι, το αγίασμα και τα βιβλία. Μέχρι τις 2.30 μ.μ., πού μπήκαμε με την κουνιάδα μου Αργυρούλα Μάτα στην Εντατική για την ενημέρωση, διάβαζα και παρακαλούσα. Τον σταύρωσα με το λαδάκι, έριξα αγίασμα σ’ όλο του το σώμα, και η κουνιάδα μου έψαλε το τροπάριο "Εν Λέσβω αθλήσαντες υπέρ Χριστού τού Θεού...". Την ίδια ώρα άνοιξε τα μάτια του, παρόλο πού ήταν ναρκωμένος και σε καταστολή. Το απόγευμα 8 μ.μ. μπήκε ο ανεψιός μας Ιωάννης Μητσόπουλος και τον είδε να απαντά με νεύματα σε ερωτήσεις. Από την επομένη άρχισαν να τού βγάζουν τα μηχανήματα. Μετά τρεις μέρες η αξονική έδειξε πώς όλα ήταν καθαρά. Όταν τον μεταφέραμε από το “Παπανικολάου” στο Νοσοκομείο του Κιλκίς για πλήρη ανάρρωση, τού έδωσα να ασπαστεί μια εικόνα τού αγίου Ραφαήλ, πριν την κρεμάσω στο κρεβάτι. Έκπληκτος με ρώτησε, ποιος ήταν εκείνος ο Άγιος, διότι δεν τον γνώριζε μέχρι τότε. Τού απάντησα, ο άγιος Ραφαήλ. Μου διηγήθηκε ότι, από όλο αυτό διάστημα πού ήταν βυθισμένος στη νάρκωση, το μόνο πράγμα πού θυμόταν ήταν ότι έβλεπε αντίκρυ του όλη τη νύχτα, στα 23 μέτρα, αυτόν τον άγνωστο Άγιο, και έπειτα την Παναγία πού πήρε ένα μπουκάλι ορού, το έκανε καντήλι και το κρατούσε αναμμένο μέχρι το πρωί. Έτσι σώθηκε ο άντρας μου. Όταν βγήκαμε και ήρθαμε στο σπίτι στις 7 Ιουλίου, μετά από δύο μέρες είδε τον άγιο Ραφαήλ ως ιατρό, ντυμένο στα άσπρα, ότι ήρθε και τον παρατηρούσε, τον εξέταζε. Σε τρεις ημέρες σηκώθηκε.