Ένας μοναχός, ο πάτερ Ακάκιος, έκανε τη διαδρομή αυτή, σε καιρό χειμώνα, ευρισκόμενος σε ψυχική κατάσταση μακράν του Θεού. Σκοτείνιαζε, ήταν πολύ κουρασμένος και το κρύο τσουχτερό, όταν ξαφνικά είδε ένα ωραίο δωμάτιο, με στρωμένο κρεβάτι, με καθαρά σεντόνια και πολύ αναπαυτικό. Στην αρχή του φάνηκε λίγο περίεργο. Πώς βρέθηκε εκεί το δωμάτιο και το κρεβάτι; Αλλά από την πολλή κούραση προφανώς, έπεσε πάνω στο κρεβάτι να ξεκουραστεί. Την άλλη μέρα, δύο μονάχοι που περνούσαν από εκεί, βρήκαν τον πάτερ Ακάκιο πεσμένο πάνω στα χιόνια, και όχι σε κρεβάτι που του έδειξε η φαντασία του Σατανά. Ήταν κυριολεκτικά ξεπαγιασμένος από το κρύο και τον μετέφεραν στον οικισμό του Αγ. Βασιλείου, όπου είδαν κι έπαθαν μέχρι να τον συνεφέρουν Το δωμάτιο, το κρεβάτι και τα σεντόνια, εκείνη τη στιγμή ήταν πραγματικά, υλικά, αφού και ο μοναχός ξάπλωσε πάνω στο κρεβάτι.