Ο εξορκισμός
Ημερομηνία: 20/10/2005
Καταχωριτής: Aragorn
Πηγή: Περιοδικό Strange. Τεύχος 24. Άρθρο του Δημήτρη Τερζή με τίτλο : Οι εξορκισμοί στην Ελλάδα, σελ. 43-45
(Σημ. Aragorn : Το παρακάτω περιστατικό αφορά την επιτυχημένη προσπάθεια του συντάκτη του περιοδικού Strange Δημήτρη Τερζή να ξεπεράσει διάφορα εμπόδια και να παρακολουθήσει από κοντά έναν εξορκισμό). Η πρώτη μας επαφή με τη μονή Κυπριανού και Ιουστίνης έγινε τηλεφωνικά. Ο άγιος ηγούμενος, συζητήσιμος μεν, επιφυλακτικός δε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση και μετά από τα κρούσματα τηλεοπτικής καταγραφής, πριν από μερικά χρόνια, τέτοιου είδους κύκλοι – που εκ φύσεως λειτουργούν ως γκέτο – λειτουργούν μέσα σε ένα επίπεδο επικοινωνίας καθαρά κλειστό, στο οποίο τον πρώτο λόγο έχουν οι πληροφορίες και οι γνωριμίες από στόμα σε στόμα. Τελικά με την εκδήλωση - εκ μέρους μας – ενδιαφέροντος εκπλήρωσης ενός (χρηματικού) τάματος, το θέμα διευθετήθηκε και ακολούθησε η ημέρα επίσκεψης.
Η πρώτη επίσκεψη δεν προξένησε κανένα ενδιαφέρον. Πέραν της «αναγνώρισης του εδάφους» και της εισαγωγής σε ένα ανάλογο κλίμα, δε βγήκε τίποτα περισσότερο. Η γνωριμία μας με τον άγιο ηγούμενο έγινε κανονικά και ακολούθησαν κάποια κεράσματα. Πάνω στη συζήτηση που είχε αρχίσει να ζεσταίνει κάπως την ατμόσφαιρα, ο φίλος που βρισκόταν μαζί μου, άνοιξε το θέμα των εξορκισμών, μιλώντας για την περίπτωση ενός συγγενή του, ο οποίος αντιμετώπιζε κάποια προβλήματα συμπεριφοράς και μελαγχολίας. Μέσα από ένα διερευνητικό πλαίσιο ερωτήσεων φτάσαμε στο καίριο σημείο, τοποθετώντας διακριτικά τη πρόθεσή μας να φέρουμε αυτό το άτομο στη μονή, προκειμένου να του διαβαστεί κάποια ευχή. Το αίτημά μας έγινε δεκτό πολύ πιο εύκολα απ’ όσο νομίζαμε ότι θα γινόταν.
Η δεύτερη επίσκεψή μας έγινε δύο μέρες αργότερα. Εννοείται ότι κανένας από τη παρέα των τριών δεν ήταν άρρωστος, απλώς υπήρχε μεγάλο και κοινό ενδιαφέρον γι’ αυτό που λέγεται εξορκισμός, έτσι αναγκαστήκαμε όλοι να υποδυθούμε για λίγο, κάτι άλλο από αυτό που ήμασταν προκειμένου να έχουμε τη δυνατότητα να δούμε από κοντά το τι πραγματικά συνέβαινε. Εδώ οφείλω να ευχαριστήσω θερμά τους φίλους Η.Α. και Χ.Κ. που στάθηκαν πολύτιμοι αρωγοί στη συγγραφή αυτού του κειμένου.
Φτάσαμε λοιπόν στο μοναστήρι αργά το απόγευμα και αφού προηγουμένως ο Χ.Κ. είχε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες προκειμένου να έχει ένα μελαγχολικό, όσο και «χαμένο» ύφος. Μπήκαμε στη μονή και αφού παρκάραμε το αυτοκίνητο ζητήσαμε τον ηγούμενο. Ο μοναχός που μας υποδέχθηκε μας είπε ότι ο ηγούμενος θα μας έβλεπε στη συνέχει και μας κάλεσε να καθίσουμε σε ένα μικρό παγκάκι. Στο διάστημα της αναμονής μας, το οποίο κράτησε περίπου ένα τέταρτο της ώρας, είδαμε άλλα δύο αυτοκίνητα να έρχονται και οι επιβάτες τους να παίρνουν ακριβώς τις ίδιες οδηγίες αναμονής. Περιεργάστηκα για αρκετή ώρα τα πρόσωπα των πέντε άλλων ανθρώπων που βρέθηκαν δίπλα μας, προσπαθώντας να αντιληφθώ από τυχαίες κινήσεις ή μη, ποιος ακριβώς είχε το «πρόβλημα». Δεν τα κατάφερα και για ένα λεπτό έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται πόσο γελοία ήταν όλα αυτά και τι ακριβώς προσπαθούσαμε να κάνουμε. Λίγο αργότερα τις σκέψεις μου διέκοψε ο μοναχός που μας είχε υποδεχθεί, παρακαλώντας μας ευγενικά να παραχωρήσουμε τη θέση μας σ’ αυτούς που είχαν έρθει τελευταίοι, για λόγους που δεν μας εξήγησε. Αυτοί, αποτελούνταν από έναν άνδρα γύρω στα 45, έναν άλλο γύρω στα 30 και ένα τρίτο γύρω στα 25. Οφείλω να ομολογήσω, ότι ο τελευταίος είχε μια υπερκινητικότητα, μια νευρικότητα, η οποία βέβαια δεν μπορούσε να με κάνει να πιστέψω ότι είναι δαιμονισμένος.
Τους παραχωρήσαμε τη θέση μας και τους είδαμε να μπαίνουν σ’ ένα παρεκκλήσι, στο εσωτερικό της μονής. Από εκείνο το σημείο και έπειτα, σιωπήσαμε εντελώς, λειτουργώντας μάλλον ενστικτωδώς, αναμένοντας κάτι το οποίο όμως δεν ξέραμε τι είναι. Οι φωνές και οι χτύποι ακολούθησαν λίγο αργότερα. Με το νευρικό μας σύστημα σε κατάσταση πανικού πλησιάσαμε το μοναστήρι…
Υπάρχουν στιγμές που η λογική αρνείται να δεχτεί αυτό που βλέπει. Πόσο μάλλον όταν στο μυαλό σου κυριαρχεί η σκέψη πως αυτό που αντικρίζεις εμπρός σου, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο σε μια κινηματογραφική σκηνή, πως δεν είναι πραγματικό, πως βρίσκεσαι σε μια κατάσταση αυτούπνωσης, σε μια άλλη διάσταση στην οποία παρευρίσκεται μόνο το σώμα σου και που αρνείται πεισματικά να συμμετάσχει το μυαλό σου. Η όλη σκηνή, όπως προσπαθώ να την ανακαλέσω τώρα στη μνήμη μου, δύο μέρες μετά το συμβάν, γράφοντας αυτές τις γραμμές, είναι ομιχλώδης, ξεθωριασμένη σε κάποια σημεία, ακροβατεί ανάμεσα στο όνειρο και σε μια πραγματικότητα που μοιάζει να την αντίκρισα πριν από πολλά χρόνια. Η μόνη λογική εξήγηση γι’ αυτό, έγκειται στους μηχανισμούς αυτοπροστασίας του οργανισμού, προκειμένου να σε προφυλάξει από την παράνοια.
Το φως που έμπαινε από τη μισάνοιχτη είσοδο ήταν λιγοστό – σούρουπο γαρ – δυνάμωνε λίγο περισσότερο μέσα με τη βοήθεια τριών, τεσσάρων κεριών και άλλων ισάριθμων καντηλιών στις βυζαντινές εικόνες. Η μυρωδιά του λιβανιού γέμιζε το χώρο και το ξύλο, που κυριαρχούσε παντού με τη μορφή διάφορων κατασκευών, σε προδιέθετε ευνοϊκά, προσφέροντάς σου μία, σχετική γαλήνη. Μια γαλήνη που σε τακτά χρονικά διαστήματα πλέον διακοπτόταν από ένα αγκομαχητό, αναμεμειγμένο με μια φωνή ξένη, που άφηνε άναρθρους ήχους διαφορετικής τονικότητας. Περπατήσαμε αργά δίχως το παραμικρό θόρυβο προς την εσωτερική γωνία του παρεκκλησιού προκειμένου ν’ αποκτήσουμε οπτική επαφή με τα γεγονότα.
Μπροστά από την Ωραία Πύλη στεκόταν αγέρωχος ένας ιερομόναχος, φορώντας το ράσο του και το πετραχήλι. Στο χέρι του κρατούσε ένα απλό, ξύλινο σταυρό, τοποθετημένο στο κεφάλι του παιδιού που στεκόταν πριν λίγο μαζί μας έξω. Οι συνοδοί του βρισκόταν λίγο πιο πίσω, παρακολουθώντας συγκλονισμένοι, όπως έδειχναν την τελετή. Το παιδί στηριζόταν στο ένα γόνατο, ωσάν εν δυνάμει ιππότης που έπαιρνε το χρίσμα από το βασιλιά του. Μπορεί ν’ ακούγεται γελοίο αλλά μέσα στη παράνοια της στιγμής ήταν το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό. Κανείς δε φάνηκε να ενοχλείται από τη παρουσία μας αν και για να είμαι ακριβής, οι άλλοι δύο έμειναν λίγο πιο πίσω από μένα κι έμειναν απαρατήρητοι. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, δεν ξέρω αν είχαν αντιληφθεί καν τη παρουσία μου.
Ο ιερομόναχος βρισκόταν στην αρχή της ευχής του Μεγάλου Βασιλείου, «Εξορκίζω σε, τον αρχέκακον της βλασφημίας…», με βαθιά σταθερή φωνή που καθόλου δεν επηρεαζόταν από το όλο κλίμα. Στον αντίποδα ο νεαρός βρισκόταν κυριολεκτικά αλλού. Πεσμένος στο ένα γόνατο, με το σταυρό στο κεφάλι του, έμοιαζε λες και δεν μπορούσε να σηκώσει το βάρος του και από την άλλη πως δεν μπορούσε να ξεκολλήσει από πάνω του. Τα χέρια του κινιόταν σπασμωδικά γύρω από τον άξονά του, παλεύοντας στον αέρα. Αυτό όμως που ήταν κυριολεκτικά αποτρόπαιο όσο και ανατριχιαστικό ήταν η ολοκληρωτική αλλαγή στα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Δεν ξέρω αν εκείνο το απόγευμα είδα στο πρόσωπο του νεαρού τη μορφή του Εωσφόρου, αυτό όμως που αντίκρισα ήταν το ολοκληρωτικό τράβηγμα των χαρακτηριστικών του προσώπου του, η συνολική σύσπαση των μυών του, οι φλέβες που είχαν πάρει μια περίοπτη, ανάγλυφη θέση πάνω στο δέρμα του και τα δάκρυα που έτρεχαν ασταμάτητα από τα κατακόκκινα μάτια του. Αν και η απόσταση μεταξύ μας ήταν περίπου δέκα βήματα, όλα αυτά ήταν ξεκάθαρα.
Το δεύτερο ανατριχιαστικό στοιχείο ήταν η χροιά της φωνής που σε καμία περίπτωση δεν έμοιαζε με παιδιού 25 χρονών. Βραχνή, βαθιά, λες και έβγαινε από πηγάδι ή κάποια σπηλιά, έμοιαζε περισσότερο με η φωνή ενός πολύ γερασμένου ανθρώπου που είχε καπνίσει πολύ στη ζωή του. Οι άναρθρες κραυγές από τις οποίες δεν μπορούσες να βγάλεις νόημα διακόπτονταν συχνά από ένα περίεργο ήχο, προϊόν των φωνητικών χορδών του, που έμοιαζε με σφύριγμα φιδιού ή ακόμη καλύτερα με τον ήχο που κάνει η γάτα όταν νιώθει ότι απειλείται. Ήταν ένα μακρόσυρτο, αλλά συνάμα πνιχτό «χχχχχχχχχχ»…
Στα δευτερόλεπτα που ακολούθησαν το χέρι του νεαρού έπιασε τον ιερομόναχο από το ράσο, σε μια προσπάθεια να τον τραβήξει προς τα κάτω. Εκείνος, είτε από εμπειρία, είτε από αντίδραση, πήρε μια πιο σταθερή στάση και το χέρι του πίεσε περισσότερο το σταυρό πάνω στο πρόσωπο του παιδιού, δυναμώνοντας συγχρόνως το τόνο της φωνής του.
Ένοιωσα να απειλούμαι. Αισθάνθηκα τις τρίχες μου να ορθώνονται και οι «σένσορές» μου έπιασαν κάτι αόρατο αλλά αφάνταστα τρομακτικό να πλανιέται στον αέρα. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά γρηγορότερα και ένιωσα μια εσωτερική φωνή μέσα μου να ψιθυρίζει τη λέξη «πιστεύω». Ο ψίθυρος αυτός άρχισε να δυναμώνει μέσα μου σταδιακά και συγχρονισμένα για να καταλήξει σε μια κραυγή.
Την αμέσως επόμενη στιγμή συνέβησαν δύο πράγματα. Ο νεαρός ξέρασε στο πάτωμα αφήνοντας μια μακρόσυρτη ανατριχιαστική κραυγή και εγώ άρχισα να βαριανασαίνω λες και μόλις είχα τελειώσει μια μεγάλη κούρσα χιλιομέτρων. Ο νεαρός έπεσε λιπόθυμος στο πάτωμα και οι δικοί του πήγαν να τρέξουν στο πλάι του. Ο ιερομόναχος τους έκανε πέρα, έσκυψε πάνω στο νεαρό και συνέχισε το έργο του. Εκείνος όμως έμοιαζε να μην αντιλαμβάνεται πια τι συμβαίνει. Είχε πάρει μια εμβρυακή στάση, το κορμί του διαταρασσόταν από κύμα σπασμών και άφηνε ένα γοερό ήχο σαν κλάμα να φεύγει από το στήθος του. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω σ’ αυτό που είχε βγάλει από τα σπλάχνα του και καρφώθηκε εκεί. Έμοιαζε με μία παχύρρευστη πρασινοκίτρινη μάζα η οποία απλωνόταν αργά στο πάτωμα. Δεν ξέρω αλλά εκείνη τη στιγμή ήρθε στο μυαλό μου η ταινία The Blob. Εκείνη την ώρα συνειδητοποίησα το γεγονός ότι στηριζόμουν στο κολωνάκι του τέμπλου μιας εικόνας.
Άφησα το παρεκκλήσι την ώρα που ο ιερομόναχος τελείωνε την ευχή του και σηκωνόταν και την ώρα που οι συνοδοί του νεαρού με τη βοήθεια ενός άλλου μοναχού που βγήκε μέσα από το ιερό, τον σήκωναν και έριχναν λίγο νερό - αγίασμα (;) στο πρόσωπό του…
Αποχωρίσαμε από το μοναστήρι σαν κλέφτες, μπαίνοντας γρήγορα στο αυτοκίνητο και χωρίς να χαιρετίσουμε κανένα. Ο Η.Α. αν και δεν είχε δει τίποτα. «σανίδωσε» το γκάζι, παίρνοντας αρκετά επικίνδυνα τις στροφές φέρνοντας μας πίσω στο πολιτισμό και στην ασφάλεια της πόλης. Το μοναστήρι χάθηκε πίσω από τις πλαγιές και στο σκοτεινό μανδύα της νύχτας που είχε αρχίσει να κυκλώνει τη πλάση.
7 Σχόλια:
Αρχαία κολονάκια με θεραπευτικές ιδιότητες
[14/04/2010]
Μέχρι τώρα ξέραμε ότι η Αθήνα είναι μαγεύτρα. Όχι όμως ότι υπήρξε και «το μεγαλύτερο κέντρο των ξωτικών». Μιλώντας προχθές στους Φίλους του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, η αρχαιολόγος Όλγα Βογιατζόγλου «περιηγήθηκε» διάφορους χώρους των Αθηνών και ξενάγησε το κοινό σε σπηλιές, μυστικά περάσματα και απομεινάρια της αρχαιότητας φορτισμένα με ένα σωρό δοξασίες.
Με βάση την εθνική ιστοριογραφία, που διαμορφώθηκε το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και αναζητώντας το αρχαίο και μεσαιωνικό παρελθόν της πόλης, κατέγραψε τις δεισιδαιμονίες και τις μαγικές πρακτικές, που επικρατούσαν ως ψηφίδες της αδιατάρακτης συνέχειας της ελληνικής φυλής.
Όσο παρέμενε άλυτο το μυστήριο της ζωής τόσο αναπτύσσονταν προλήψεις και δεισιδαιμονίες, ιδίως στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, όπως είχε διαπιστώσει ο Αριστοφάνης στους «Ιππής». Μαντική, μαγεία, όνειρα, οράματα, προφητείες και χρησμοί σχετίζονται όλα με τους δαίμονες, τους καλούς και τους κακούς, είπε η αρχαιολόγος και επισήμανε άγνωστα σημεία της Αθήνας που συνδέονται με πρακτικές μαγείας.
Κι ας αρχίσουμε από το Κολωνάκι. Στη Δεξαμενή, δίπλα στο Αδριάνειο Υδραγωγείο, υπήρχε ένα κολονάκι που έδωσε το όνομά του στην περιοχή. Είχε ομφαλόσχημη κεφαλή και στα πλάγια βαθιές εντορμίες, για να μη γλιστράνε τα ρούχα των ασθενών, που κρέμονταν από αυτό και δένονταν με κορδελάκια για να γιάνουν οι άνθρωποι. Το μαγικό αυτό κολονάκι το 1938 κατηφόρισε στην πλατεία Φιλικής Εταιρείας. Ακόμα βρίσκεται εκεί, αλλά ουδείς θυμάται τις μαγικές ιδιότητές του. «Αλλιώς, δεν θα βρισκόταν στην αδιάφορη θέση την οποία του επιφύλαξαν οι αναμορφωτές της πλατείας το 2004», είπε η κ. Βογιατζόγλου.
Ένα άλλο κολονάκι με θεραπευτικές ιδιότητες υπάρχει στα νότια της Ακρόπολης, σε ένα πλάτωμα της Μισαραλιώτου, προς Συγγρού. Παλιά βρισκόταν ανάμεσα στο Ηρώδειο και το θέατρο Διονύσου. «Υψώνεται ένας μοναχικός κίονας χωρίς κιονόκρανο, πάνω στον οποίο, ακόμη και σήμερα, οι Έλληνες κολλούν με δύο μπαλίτσες κεριού μια τρίχα ή μια κλωστή από την κάλτσα κάποιου ασθενούς του οποίου επιδιώκουν τη θεραπεία», λέει η αρχαιολόγος.
Στο Παναθηναϊκό στάδιο, πριν από την ορθομαρμάρωσή του, υπήρχε μία εμφανέστατη μεγάλη τρύπα. Ήταν ένα από τα γνωστότερα κέντρα λατρείας των Μοιρών. Κορίτσια πήγαιναν καθημερινά και πρόσφεραν πλακούντες με μέλι και αλάτι. Σύμφωνα με την παράδοση, στο σημείο αυτό φώλιαζαν μάγισσες που ξεπετάγονταν τις θυελλώδεις νύκτες από τους αφρούς της θάλασσας και από τις αμμουδιές του Φαλήρου. Το υπόγειο αυτό πέρασμα στο νοτιοανατολικό άκρο του σταδίου ήταν η είσοδος των κτηνών για τα αιματηρά θεάματα που εισήγαγε στην Αθήνα ο αυτοκράτορας Αδριανός, σύμφωνα με τον περιηγητή Ντόντγουελ.
Ωστόσο, το γνωστότερο στην αρχαιότητα ενδιαίτημα των Μοιρών και των Καλοκυράδων ήταν το τρίχωρο σπήλαιο του λόφου των Μουσών, γνωστό στα νεότερα χρόνια ως «λουτρά» ή «Φυλακές του Σωκράτη». Μια ζωντανή σκηνή μάς μεταφέρει ο Πουκεβίλ (1805-1815). Μέσα στη σπηλιά βρήκε την προσφορά μιας νεαρής Αθηναίας, που ήθελε να μάθει αν θα παντρευόταν μέσα στη χρονιά. «Κάποιος από την παρέα μας πήρε μαζί του τη μυστικιστική προσφορά. Επειδή είναι ευνοϊκό σημάδι όταν αυτή εξαφανίζεται, θα γίνει πιστευτό πως οι καλές θεές έκαναν δεκτό το αίτημα της κοπέλας».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. θεραπεία η (AM θεραπεία, Α ιων. τ. θεραπηΐη και θεραπείη) [θεραπεύω]• 1. ιατρική περίθαλψη αρρώστου («τας υπό των ιατρών θεραπείας τας δια των καύσεών τε και τομών γιγνομένας», Πλατ.)• 2. γιατρειά, ίαση («η θεραπεία του αρρώστου»)• || (νεοελλ.) 1. κάθε μέσο που αποσκοπεί στην ίαση μιας νόσου («η θεραπεία θα είναι σύντομη»)• 2. η θεραπευτική μέθοδος που ακολουθεί γιατρός για την καταπολέμηση μιας νόσου• 3. αποκατάσταση ζημιάς, επανόρθωση («το κακό δεν επιδέχεται θεραπεία»)• 4. (φρ.) «η θεραπεία των γραμμάτων»• η συστηματική ενασχόληση με τα γράμματα• || (μσν.) ευχαρίστηση, ικανοποίηση• || (μσν.-αρχ.)• 1. επιμέλεια, φροντίδα, περιποίηση («παίδας μικρούς πολλής έτι θεραπείας δεομένους», Λυσ.)• 2. εξυπηρέτηση, εκδούλευση («από θεραπείας του τε κοινού αυτών και των αεί προεστώτων», θουκ.)• 3. (περιλπτ.) οι ακόλουθοι βασιλέως η άρχοντος («θεραπηΐη δε σφ' όπισθε έπεται πολλή», Ηρόδ.)• || (αρχ.) 1. (για θεούς η ήρωες) εκδήλωση λατρείας («θεών τε και δαιμόνων και ηρώων θεραπείαι», Πλατ.)• 2. φροντίδα για την καλή διατήρηση του σώματος• 3. στολισμός για καλή εμφάνιση («μητέρα παρούσαν αυτή εν εσθήτι τε και θεραπεία ου τη τυχούση», Ξεν.)• 4. (για ζώα) ανατροφή, εκπαίδευση («η γαρ που ιππική ίππων θεραπεία», Πλατ.)• 5. (για φυτά) καλλιέργεια• 6. (για ναούς) συντήρηση, επισκευή• 7. παρασκευή λίπους για ιατρική χρήση. (Πάπυρος, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας).
2. Πηγή: Ελευθεροτυπία, Ν. Κοντράρου-Ρασσιά, 14/4/10