Στο δρόμο από την Προστοβίτσα, εκεί στο ποτάμι της Γαστούνης, που έχει το κεφαλάρι του λίγο παραπάνω, είναι η Δακότροπα (μερικοί τη λένε Διακότρουπα), μία τρύπα πάνω από τρία μέτρα πλατειά και άπατη (γιατί όταν ρίχνεις ένα λιθάρι μέσα δεν ακούς το χτύπο του στο πάτο και λένε μάλιστα πως μία φορά χύθηκε μέσα το ποτάμι της Γαστούνης, δεν ξέρω πως, είτε γιατί ξεχείλισε από τις βροχές, είτε γιατί επίτηδες γυρίσανε το ποτάμι μέσα, και έτρεχε, έτρεχε πολλή ώρα και δεν τη γέμισε. Από δω, από το ποτάμι, φαίνονται και τα χαλάσματα πολλών σπιτιών και πολλές καρυδιές και άλλα δέντρα φανερώνουν τη θέση που ήταν άλλοτε οι κήποι αυτών των σπιτιών. Η αιτία που ερημώθηκε το χωριό ήταν το στοιχειό της Δρακότρουπας, ένας Δράκος που έτρωγε τους ανθρώπους και κόντεψε να τους αφανίσει. Σε μία γιορτή που χορεύανε στο αλώνι οι χωριανοί και μαζί με αυτούς και η όμορφη παπαδοπούλα του χωριού, ήρθε και ένας ξένος και πιάστηκε στο χορό και εκεί που χορεύανε έλεγε και ένα τραγούδι που είχε παράξενα λόγια : «Σαν αστράψει και βροντήξει, παπαδοπούλα θε να λείψει». Και μόλις τελείωσε το τραγούδι άστραψε και βρόντηξε και ο ξένος και η παπαδοπούλα χάθηκαν. Μόνο οι χωριανοί είδαν να βγαίνει καπνός από τη Δρακότρουπα και κατάλαβαν πως ο ξένος ήταν ο Δράκος και άρπαξε τη παπαδοπούλα. Από τότε άρχισε θανατικό στο χωριό και έτσι αποφασίσανε οι χωριανοί και αφήσανε το χωριό και φτιάξανε το άλλο παραπάνω.