Είχε, λένε, ο προπάππος μου ο Μπαριανός, την τράτα τραβηγμένη έξω στον Αϊ Σάββα πάνω σε φάλαγγα για επισκευή. Ένα πρωινό, στο χάραμα, σαν ξύπνησε τον βοηθό του να παν να καματέψουν στο καϊκι, τον άκουσε να του μιλά αλλόκοτα. "Βρε συ, ονειρεύεσαι ακόμα;", του είπε ν' αυτός δεν αποκρίθηκε. Μόνο που μούγκρισε, έβαλε το κεφάλι κάτω και σάλεψε πρώτος για Αϊ Σάββα. Σαν έφτασαν, εκείνος κοντοστάθηκε σε κάποια απόσταση από το καϊκι. "Τι έχεις βρε Γιάννη και δεν κουνάς;", του είπε ο προπάππος μου, μα πάλι απόκριση δεν πήρε. Τον κοίταξε και του εφάνει πως δεν είχε πρόσωπο. Τρόμαξε, γύρισε τα μάτια στον γρίπο και τον είδε ξεχειλισμένο από φρέσκα ψάρια που σπαρταρούσαν και λαμπίριζαν στο φως της αυγής. "Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά!", είπε και σταυροκοπήθηκε, κι ευθύς τα ψάρια πήδησαν στη στεριά και στο νερό και χάθηκαν. Γύρισε να δει τον σύντροφό του και εκείνος χαμογέλασε. "Καλημέρα αφεντικό, θα πιάσουμε δουλειά;", του είπε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
Το συμβάν προκάλεσε αίσθηση στη μικρή κοινωνία του νησιού και αοιδόθηκε σε παρέμβαση του σατανά. Την ίδια μέρα η οικογένεια έφερε παπά και εξόρκισε την τράτα που ευλογημένη πια έτρεψε δύο γενιές ψαράδων.
0 Σχόλια: