Τον Ιούνιο του 1931 ο κ. Ανδρέας Μοσχονάς γαμπρός του αλησμόνητου ποιητή Σουρή έπαιζε στο καζίνο του Λουτρακίου. Κάποια στιγμή έτυχε να καθίσει στο τραπέζι της ρουλέτας κοντά στη κα. Μίτσι Heck με την οποία είχαν φιλία. Η κ. Heck τον ρώτησε αν κερδίζει και εκείνος της απάντησε αρνητικά. «Λοιπόν, συνέχιζε να βάζεις στο 14 όπως κάνεις μέχρι τώρα και θα κάνω εγώ να βγει», του είπε αυτή. Ο κ. Μοσχωνάς μη πιστεύοντας στα λεγόμενά της αλλά και περίεργος για την πεποίθησή της έβαλε 500 δρχ. στο νούμερο 14. Εκείνη έσκυψε τότε πάνω από τη ρουλέτα και συγκεντρωμένη με τα χέρια να δείχνουν τη μπίλια άρχισε να επαναλαμβάνει : «Δεκατέσσερα… Δεκατέσσερα». Προς μεγάλη του έκπληξη η μπίλια σταμάτησε στο 14 και του απέφερε κέρδος 10.300 δρχ. Η κυρία Heck του είπε τότε : «Στάσου και θα το ξαναβγάλω, αλλά να πάρω λίγο αέρα πρώτα γιατί κουράστηκα», και βγήκε έξω. Σε λιγάκι ξαναήρθε ξεκούραστη. «Τώρα θα το ξαναβγάλω!», είπε και ο κ. Μοσχωνάς ενθαρρυμένος από τη πρώτη επιτυχία έβαλε 1000 δρχ. στο Νο 14 Η ίδια σκηνή της έντονης συγκέντρωσης επαναλήφτηκε και η μπίλια σταμάτησε στο 14 αποφέροντας κέρδος 20.600 δρχ. Τότε η κ. Heck ιδρωμένη και εξαντλημένη είπε : «Τώρα δεν μπορώ να το βγάλω πια, κουράστηκα». Το όλο θέμα προξένησε κατάπληξη σε όλους όσους το αντιλήφτηκαν.