Όταν οι Τούρκοι κυρίευσαν τη Θεσσαλονίκη, το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να καταλάβουν τα δημόσια κτίρια και κυρίως τις εκκλησίες. Ήρθαν στον περίχωρο της Αγίας Σοφίας.

Όλοι οι ιερωμένοι κοίταξαν να σωθούν, εκτός από έναν, ο οποίος δεν ήθελε να εγκαταλείψει την εκκλησία. Αυτός ο καλός μοναχός είπε θρασύτατα στους Τούρκους πως εκεί ήταν το σπίτι του και πως θα τους σκότωνε εάν τον ανάγκαζαν να το εγκαταλείψει. Μετά από μεγάλη αντίσταση στα διάφορα σημεία όπου αυτοί [οι Τούρκοι] επιτίθεντο, κατέφυγε στο καμπαναριό.

Εκεί έκανε και άλλα θαυμαστά για να διατηρήσει τη θέση του. Αλλά οι Τούρκοι, ντροπιασμένοι και αρκετά κουρασμένοι από το γεγονός ότι ένας μόνο άνθρωπος τους ταλαιπωρούσε, αποφάσισαν να τον αναγκάσουν να εγκαταλείψει το καμπαναριό με οποιαδήποτε τίμημα. Για να παραδειγματίσουν τους κατοίκους, τον αποκεφάλισαν και πέταξαν το κεφάλι του από ένα παράθυρο του καμπαναριού. Το γεμάτο με αίματα κεφάλι έπεσε κατά μήκος του τείχους. Λέγεται ότι, όταν οι Τούρκοι μετέτρεψαν την εκκλησία σε τέμενος, έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να σβήσουν τα ίχνη του αίματος. Άσπρισαν το προαύλιο και το έξυσαν και το έπλυναν εκατό φορές. Όλες οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Για να μην μειώσω το θαύμα για το οποίο μιλούν οι Έλληνες, θα προσθέσω ότι είδα αυτό το μέρος με τα ίδια μου τα μάτια. Είναι φανερό ότι κάλυψαν το προαύλιο με πολλά στρώματα ασβέστη, αλλά το κόκκινο που προέρχεται από το αίμα, εξακολουθεί να διακρίνεται στον τοίχο.