Περιμένοντας μια μέρα το λεωφορείο της γραμμής στη γέφυρα που βρίσκεται στη διασταύρωση του δρόμου Πρίνου-Λιμενάρια και Σκάλας Μαριών είχα την τύχη να συναντηθώ με μερικές από τις γεροντότερες γυναίκες του χωριού. Μεταξύ αυτών που συγκράτησα τα στοιχεία της, ήταν και η κ. Μαρίνου Διαμάντω, σήμερα 85 ετών. Γρήγορα η κουβέντα μας έφθασε στο μοναστήρι της Παναγίας, της "Παναγούδας", όπως το έλεγαν πριν. Μου μίλησαν για τα πανηγύρια τους, για τα ολονύκτια και, μερικές φορές, πολυήμερα (μέχρι και μία βδομάδα) γλέντια τους, μου μίλησαν για τα πολυάριθμα θαύματα της Παναγίας μας και φυσικά μου είπαν για την παράδοση που διασώθηκε από γενιά σε γενιά μέχρι τις μέρες τους και αναφέρεται στο κτίσιμο της πρώτης εκκλησίας. Δεν ήταν, λέει ο θρύλος, τα παλαιά τα χρόνια εκεί η εκκλησία της Παναγούδας. Ήταν πολύ πιο κάτω από τη σημερινή της θέση, δίπλα στον Πύργο, στη διασταύρωση δηλαδή που ενώνεται ο δρόμος για τα Λιμενάρια με το σημερινό αμαξωτό δρόμο Σκάλας Μαριών με το επάνω χωριό. Αχλάδι τη λέγανε όλη τη γύρω περιοχή, ίσως από τις πολλές αχλαδιές που υπήρχαν κατάσπαρτες παντού. Η εκκλησία δεν ήταν τότε μεγάλη. Ένα μικρό εκκλησάκι ήταν, αλλά στο Πανηγύρι του (15 Αυγούστου) μαζευόταν όλος ο κόσμος απ' τη γύρω περιοχή. Γλέντια και τότε γίνονταν πολλά. Ο κόσμος τα πανηγύρια αυτά περίμενε για να διασκεδάσει. Δεν είχε τότε τις σημερινές δυνατότητες... Σ' ένα τέτοιο όμως πανηγύρι ήρθε η καταστροφή. Δεν ξέρουμε πότε έγινε αυτό. Ο θρύλος χάνεται στα βάθη του παρελθόντος. Ήρθαν, λέει, πειρατές, οι φοβεροί Αγαρηνοί και κατέσφαξαν τον κόσμο. Πότε έγινε αυτό; Μήπως τότε που το νησί και όλη η Μεσόγειος μαστίζονταν από την Πειρατεία; Ήταν πράγματι 'Άγαρηνοί" και "Πειρατές" οι σφαγείς ή κάποια αρχική περίοδος τουρκικής θηριωδίας; Αν πράγματι πάντως δεν ήταν Τούρκοι αλλά "άλλοι πειρατές", τότε η σφαγή πρέπει να έγινε τουλάχιστον πριν από τα μέσα του 15ου αιώνα. Τι λέει όμως ο θρύλος; "Την παραμονή κάποιας πανηγύρεως, άρχισε να διηγείται η κ. Διαμάντω, ένα βυζανιάρικο μωρό που δεν είχε ακόμη κλείσει ούτε τους δεκαπέντε μήνες της ζωής του, μίλησε ξαφνικά. Είπε πως βλέπει αίματα, σφαγές και βασανιστήρια και πως πρέπει όλοι να φύγουν. Ο πανικός και ο φόβος που έπιασε τότε όλους τους χριστιανούς ήταν τρομερός αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι δεν έφυγαν αμέσως. Έτσι, όταν την άλλη μέρα έφτασαν πράγματι οι πειρατές, έσφαξαν χωρίς οίκτο όλους του "άπιστους'. Έτσι, συνέχισε η κ. Διαμάντω, τελειώνει στη "φάση" αυτή ο θρύλος". Η εικόνα της Παναγίας που ήταν μέσα στο εξωκκλήσι χάθηκε. Την πήραν αυτοί που έφυγαν την παραμονή και την έκρυψαν πιο πάνω; Την πήρε κάποιος λαβωμένος απ' τις σπαθειές των Αγαρηνών και κατάφερε να την φέρει πριν ξεψυχήσει στο μέρος που βρέθηκε αργότερα; Κανείς δεν ξέρει να μας πει. Πάντως η Εικόνα σε λίγο βρέθηκε. Και βρέθηκε με τρόπο θαυματουργικό. Εδώ έκανε το σταυρό της η κυρά Διαμάντω και την μιμήθηκαν και οι άλλες γυναίκες που ήταν δίπλα της. Σε λίγο πήρε μια ανάσα και συνέχισε: "Χρόνια πολλά μετά το κακό, η ίδια η Παναγία παρουσιάστηκε σ' ένα τσομπανόπουλο..." Ο κόσμος, τότε, όπως γράφει και ο Φώτης Τριάρχης που διέσωσε και αυτός τον ίδιο θρύλο αντλώντας προφανώς απ' τις ίδιες τις... πηγές, ήταν πιο αγνός, πιο θεοφοβούμενος... Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο τον Τριάρχη να περιγράψει το θαύμα, αφού η περιγραφή του συμπίπτει ακριβώς με τη διήγηση της κυρά Διαμάντως: Ένας τέτοιος λοιπόν άνθρωπος Μαριώτης, που ήταν τσοπάνος και που έβοσκε τα κατσίκια του σε μια πλαγιά, λίγο απόμακρα από τον τόπο της σφαγής, είδε θείο όραμα. Μια μαυροφόρα γυναίκα, με φωτοστέφανο γύρω από τ' αγγελικό πρόσωπό της, τον πρόσταξε να πάει να πει στους προκρίτους των Μαριών να κτίσουν εκκλησία εκεί που θα βρεθεί η χαμένη εικόνα της Παναγούδας. Ταραγμένος ξύπνησε ο βοσκός. Οι κατσίκες του βέλαζαν ανήσυχες. Τριγυρνούσαν ένα θάμνο μυροφόρο και μόλις τον πλησίαζαν απομακρύνονταν τρομαγμένες. Μα πάλι σαν μαγνήτης τους τραβούσε ο θάμνος και ξαναγύριζαν και πάλι έφευγαν. Οδηγούμενος από τη Θεία Πρόνοια, ο απλοϊκός αιγοβοσκός προχώρησε προς τον θάμνο. Ένα μύρο αναδίνονταν που σαν βάλσαμο ημέρωνε τη ψυχή του. Με δέος αντίκρισε κάτω από τον θάμνο την ιερή εικόνα. Έτρεξε στο χωριό και τα διηγήθηκε όλα... Σε λίγο καιρό η ευλαβική πίστη των κατοίκων των Μαριών έκτισε εκεί ένα πολύ μικρό ξωκκλήσι. Οι Τούρκοι τύραννοι δεν άφησαν να γίνει κανονική εκκλησία όπως ήθελαν οι Χριστιανοί. Σκάβοντας, τινάχτηκε νερό από τη γη. Αγίασμα, που ακόμα και σήμερα, έπειτα από τόσα χρόνια, τρέχει. Κάθε χρόνο το Δεκαπενταύγουστο πάλι ξαναγίνονταν το πανηγύρι. Πάλιν η χαρά άνθισε στη γη των Μαριών... Κι η Παναγούδα θαυματουργούσε, χαρίζοντας υγεία και γαλήνη σ' εκείνους τους αρρώστους που με πίστη ατράνταχτη προσέρχονταν ικέτες προς Αυτήν...". Έτσι λοιπόν, λέγει η παράδοση, χτίσθηκε η πρώτη εκκλησία στο χώρο αυτό.