Ο ιερομόναχος Ματθαίος εδιηγείτο ότι, μετά την κοίμηση του πατρός Ευμενίου, ο ιερομόναχος πατήρ Επιφάνιος, που ανέλαβε προϊστάμενος στον Ναό του Λεπροκομείου, ευρήκε σ’ ένα κιβώτιο μερικά από τα άγια λείψανα του πατρός Νικηφόρου. Του είπε λοιπόν ο πατήρ Ματθαίος: “Θέλω να μου δώσης κι εμένα ένα τεμάχιο από τα άγια και ιερά λείψανα”. Ο πατήρ Επιφάνιος του είπε, “Θα σου το φέρω εγώ ο ίδιος στην Θεσσαλονίκη, μόλις ανεβώ”. Και πράγματι, μετά από λίγο καιρό, το πήγε. Το άνοιξαν και το τοποθέτησαν σ’ ενα κουτάκι επάνω στο τραπέζι. Άναψαν κι ενα κεράκι. Μετά από λίγο ήλθε ένας άλλος ιερεύς να κάνη επίσκεψη στον πατέρα Ματθαίο. Όταν είδε το άγιο λείψανο, το προσκύνησε, και λέει: “Σε ποιόν ανήκει αυτό το άγιο λείψανο, που ευωδιάζει;” “Εγώ”, λέει ο πατήρ Ματθαίος, “δεν τον πολυπίστεψα, αλλά σηκωθήκαμε και πήγαμε να το προσκυνήσωμε. Πράγματι ευωδίαζε και, όσο περνούσε η ώρα, ευωδίαζε όλο και περισσότερο. Αυτό κράτησε αρκετές ημέρες. Έχω προσκυνήσει πολλά άγια λείψανα πολλών Αγίων. Αυτό, όμως, πρώτη φορά μου συνέβη”.