Εδώ και αρκετά χρόνια, πολύ πριν οι γονείς μου γνωριστούν μεταξύ τους, η μητέρα μου έφτασε ως την Έδεσσα, ακολουθώντας τον πατέρα της, που λόγω της δουλειάς του όργωνε την Ελλάδα. Στην αναζήτησή τους για ένα νέο σπίτι, έφτασαν σε μια γειτονιά με αρκετά παρατημένα κτίσματα, χωρίς όμως κάποιο να έχει ενοικιαστήριο. Ο παππούς μου, που ήθελε γυρνώντας από τη δουλειά του την απόλυτη ησυχία, είδε τη γειτονιά και ξετρελάθηκε! Ψάχνοντας, ανακάλυψε στα πέριξ ένα ψιλικατζίδικο και ρώτησε πώς θα μπορούσε να εντοπίσει κάποιον από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών με σκοπό να το νοικιάσει. Ο ψιλικατζής, άνθρωπος έμπειρος, του είπε πως στη θέση του δεν θα το επιδίωκε. Πως πράγματα παράξενα γίνονται τις νύχτες και πως και ο ίδιος δεν τολμά να κρατήσει ανοιχτό το μαγαζί του μετά τις 6 το απόγευμα.
Ο παππούs μου όμως, άφοβος άνθρωπος απ' τα γεννοφάσκια του, δεν έδωσε σημασία Με τα πολλά, κατάφερε να βρει έναν από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών. Τα μίλησαν, τα κανόνισαν και το αραχνιασμένο οίκημα ήταν πλέον στην 'κατοχή' του παππού και της μητέρας μου. Με την πρώτα φασίνα, το σπίτι άρχισε να δείχνει λίγη από τrn πρότερή του αίγλη. Όταν όμως η μητέρα μου έκανε να ξαπλώσει, ρίγησε από το κρύο. Ο πατέρας της, Θέλοντας να την καθησυχάσει της είπε να μη φοβάται πως το σπίτι ήταν παγωμένο λόγω των χρόνων που ήταν ακατοίκητο. Εκείνη όμως συνέχισε να αισθάνεται ρίγος και να νιώθει ότι κάτι δεν πήγαινε και τόσο καλά. Γύρω στις 3 τα ξημερώματα, η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο. Μόλις π μητέρα μου είχε καταφέρει να κλείσει τα μάτια της, αισθάνθηκε ένα κύμα κρύου αέρα να χαϊδεύει το πρόσωπό της και μια εχθρική παρουσία να πλανάται στο δωμάτιο. Αμέσως τινάχτηκε και τότε είδε τον πατέρα της να τrn κοιτά έντρομος: Και εκείνος είχε αισθανθεί το ίδιο. Το σπίτι πλέον δεν τους 'σήκωνε'.
Η μητέρα μου μου και ο παππούς έφυγαν χωρίς να το σκεφτούν δεύτερη φορά, ψάχνοντας την επόμενη μέρα για ένα ηλιόλουστο σπίτι, ακόμη και μέσα στην πολυκοσμία! Και όταν έπειτα από λίγες μέρες συζήτησαν για το πάθημά τους, οι ντόπιοι τούς είπαν γελώντας: ·Μα καλά! Πήγατε να μείνετε στα σπίτια των φονικών;'. Τότε έμαθαν πως στα συγκεκριμένα οικήματα ζούσαν συγγενείς που ο ένας σκότωσε τον άλλον για τα κληρονομικά και πως από τότε κανένας ενοικιαστής ή αγοραστής δεν βγάζει εκεί μέσα ούτε το πρώτο βράδυ».

Από τον Γιώργο Μ. όπως τα διηγήθηκε στην Ειρήνη Φ. Κουτσαύτη