Άνθρωποι υπεράνω πάσης υποψίας είναι εκείνοι που μικρός είχα δει να ασχολούνται με τη μαύρη μαγεία στο σπίτι μας στην Καλαμάτα. Αρχιμάγισσα ήταν μια συγγενής μου -επιτρέψτε μου να μην την κατωνομάσω- και εκείνη ήταν που είτε φέρει τη μαγεία μέσα στο σπίτι μας. Οι γονείς μου, στην αρχή, ούτε που ήθελαν να ακούσουν κάτι τέτοιο. Ο πατέρας μου έλεγε πως αυτά τα πράγματα είναι του διαβόλου, πως το σπίτι μας θα γίνει καταραμένο αν ασχοληθεί κάποιος από εμάς με τη μαγεία. Αυτό που θυμάμαι έντονα είναι τη συγγενή μου να επιμένει συνεχώς και τους γονείς μου να παραμένουν σταθεροί στην άποψή τους.
Όταν χάσαμε την γιαγιά μου σε νεαρή σχετικά ηλικία, η μητέρα μου ήταν απαρηγόρητη. "Ηταν δεμένη", της είπε τότε η μάγισσα. "Το είδα εγώ... Αν θες, μπορώ να σε βοηθήσω κι εσένα και τm οικογένειά σου. Αλλιώς, θα πάθεις μεγάλο κακό", της μήνυσε και η μητέρα μου, χωρίς να πει κουβέντα στον πατέρα μου, το δέχτηκε.Έπειτα από χρόνια, είπε πως φοβόταν τι θα γινόταν αν αρνιόταν τη βοήθεια.
Στο σπίτι άρχισαν να μπαίνουν καθρέφτες, βιβλία, κηροπήγια, κόκαλα και φιαλίδια, άλλα με υποκίτρινο κι άλλα με κόκκινο υγρά. Άγνωστοι άνθρωποι μας επισκέπτονταν και σχημάτιζαν μαγικές ομάδες εργασίας με τη συγγενή και τη μητέρα μου, που σιγά σιγά μπήκε κι εκείνη στη λογική της άσκησης της μαγείας. Εγώ -μικρός ήμουν- σταμάτησα να κοιμάμαι ήρεμος τα βράδια. Φοβόμουν τους ήxους που άκουγα, τα ανατριχιαστικά τριξίματα που ακούγονταν πια στο σπίτι, τις νέες μυρωδιές. Πήγαrvα στο σχολείο παραπατώντας από την αϋπνία, ενώ αργότερα έτρεμα πως κάτι θα ξεπηδούσε απ' τις γωνιές του σπιτιού και θα μου κατασπάραζε την ψυχή.
Λίγο καιρό μετά χάσαμε τον πατέρα μου. Εργατικά ατύχημα, είπαν, κάτω από συνθήκες που ουδέποτε διευκρινίστηκαν Η μητέρα μου έριξε το φταίξιμο στη μάγισσα και εκείνη στη μητέρα μου που δεν πίστευε δυνατά στη μαγεία που θα έσωζε την οικογένεια από κάθε κακό. Δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε και η μητέρα μου έχασε τα λογικά της και στη συνέπεια τη ζωή της.Όσο για μένα, βρήκα τη γαλήνη σε ένα μοναστήρι. Μόνο εδώ μπορώ να πω με σιγουριά ότι δεν φοβάμαι».

Από τον Σ.Π. όπως τα διηγήθηκε στην Ειρήνη Φ. Κουτσαύτη.