Μια εξαιρετικού ενδιαφέροντος διάλεξη δόθηκε το Σάββατο 21 Μαρτίου του 1931 στην αίθουσα της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Ενώπιον πυκνότατου και εκλεκτού ακροατηρίου μίλησε ο έγκριτος αρχαιολόγος Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς για τα Ελευσίνια Μυστήρια και για τις τελετές που γίνονταν σε αυτά, συνοδεύοντας την ομιλία του με προβολές φωτεινών εικόνων από τον ιερό χώρο της Ελευσίνας, όπου πραγματοποιούνταν τα Μυστήρια.
Μάλιστα, ο Πρόεδρος της ελληνικής Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών, Άγγελος Τανάγρας, έδωσε μια σύντομη και περιεκτική ομιλία επί τη βάσει των σύγχρονων δεδομένων της Επιστήμης.
Τα Ελευσίνια Μυστήρια, όπως τόνισαν και οι δύο εξέχοντες ομιλητές, αξίζουν μεγάλη προσοχή και έρευνα, καθώς έδιναν στους μυημένους (με όσα έβλεπαν και τα οποία δεν ανακοίνωναν ποτέ στους βέβηλους, δηλαδή τους αμύητους) την ελπίδα για τη μετά θάνατον ζωή. Τους έκαναν να πιστεύουν ζωηρά σε μια μέλλουσα ζωή, πιο ευτυχισμένη.
Στην αρχή της διάλεξής του, ο Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς παραδέχτηκε πως θεωρούσε λυπηρό το γεγονός ότι οι μυημένοι περιέβαλλαν με τόση μυστικότητα το τι πραγματικά συνέβαινε στα Ελευσίνια Μυστήρια, με τέτοιο τρόπο ώστε τίποτε το εξακριβωμένο να μην έχει διαρρεύσει ποτέ μέχρι τις μέρες μας.
Μόνο ο Παυσανίας διανοήθηκε κάποτε να περιγράψει τα τελούμενα στον ιερό χώρο της Ελευσίνας, ο οποίος τότε περιστοιχιζόταν από ένα ψηλό τείχος, ώστε κανένα μάτι κοινού θνητού και αμύητου να μην μπορέσει να δει τι γινόταν εκεί.
Αλλά και ο Παυσανίας, όταν κάποτε σκέφτηκε να προχωρήσει στην περιγραφή και να αποκαλύψει το μυστήριο, είδε σ’ ένα τρομερό όνειρο τη θεά Δήμητρα και τόσο που φοβήθηκε, ώστε δεν τόλμησε να ολοκληρώσει τον σκοπό του.
Γεγονός επιβεβαιωμένο είναι ότι τα Ελευσίνια Μυστήρια δεν ήταν παρά μια θρησκευτική τελετή, η οποία έχει πολλές ομοιότητες με τις σημερινές τελετές της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα των Χριστιανών.
Οι αρχαίοι Αθηναίοι, οι οποίοι λάμβαναν μέρος στην τελετή, αφού υποβάλλονταν σε σωματική κάθαρση και σε αυστηρές σωματικές δοκιμασίες, σχημάτιζαν μια μακρά πομπή και κατέβαιναν μέσω της Ιεράς Οδού στην Ελευσίνα, προκειμένου να τελέσουν τα Μυστήρια.
Γέροντες, μεσήλικες, έφηβοι και παιδιά, όλοι φορούσαν καινούριους χιτώνες, στεφανώνονταν με μυρτιά, κρατούσαν αναμμένες δάδες (όπως οι σημερινοί Χριστιανοί βαστούν λαμπάδες κατά την περιφορά του Επιταφίου) και έχοντας επικεφαλής το άγαλμα του θεού Ιάκχου, ο οποίος θεωρούνταν ο θεός της ιερής αυτής πομπής, κατευθύνονταν προς την Ελευσίνα, φωνάζοντας:
-Ίακχε! Ίακχε!…
Και ο θόρυβος της μεγαλοπρεπούς αυτής πομπής έφτανε στην Ελευσίνα, διερχόταν δια μέσου των προπυλαίων του ιερού χώρου και έπειτα, ακολουθούσαν τα λεγόμενα “όργια”.
Εννοείται πως απαγορευόταν αυστηρότατα η είσοδος στους μη μυημένους, στους βέβηλους, όπως αποκαλούνταν. Τόσο αυστηρές ήταν οι διατάξεις, ώστε αν συλλαμβάνονταν αμύητοι εντός του ιερού χώρου, αυτοί τιμωρούνταν με θάνατο. Αυτό είχε συμβεί κάποτε σε δύο περίεργους Ακαρνάνες, οι οποίοι συνελήφθησαν εντός του χώρου των Ελευσινίων Μυστηρίων. Τους καταδίκασαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν άμεσα.
Αλλά τι ήταν αυτά τα περίφημα “όργια”, τα οποία διαδραματίζονταν στον ιερό χώρο της Ελευσίνας και για τα οποία υπάρχουν τόσο συγκεχυμένες πληροφορίες;
Ο αρχαιολόγος Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς τόνισε ότι δεν είχαν άσεμνο χαρακτήρα, όπως υποθέτουν πολλοί, διότι τότε η σημασία της λέξης αυτής δεν είχε πονηρή σημασία. Τα “όργια” των Ελευσινίων Μυστηρίων είχαν καθαρά θρησκευτικό χαρακτήρα και προξενούσαν μάλιστα “ιερόν δέος”, δηλαδή τρόμο στην ψυχή του προσκυνητή.
Και κάπως έτσι θα πρέπει να εξηγηθεί και το πώς τηρούνταν απόλυτη μυστικότητα γύρω από τα Ελευσίνια Μυστήρια. Διότι, ό,τι έβλεπαν οι προσκυνητές των Μυστηρίων μέσα στον ιερό χώρο, τις νύχτες που πραγματοποιούνταν τα “όργια”, ήταν τόσο τρομερά και τόσο φρικώδη για την ανθρώπινη ψυχή, ώστε ανασηκώνονταν οι τρίχες τους από το ιερό τούτο δέος.
Ειδάλλως, όπως υπογράμμισε ο Φιλαδελφεύς, δεν υπήρχε περίπτωση να μην ειρωνευτούν οι αρχαίοι Αθηναίοι τα Ελευσίνια Μυστήρια στις κωμωδίες τους, πράγμα το οποίο δε συνέβη ποτέ, μα ποτέ, ακόμα και από τους πιο σκωπτικούς δημιουργούς. Κι αυτό, εξαιτίας του τρόμου, τον οποίο προξενούσαν τα λεγόμενα “όργια” στην ψυχή των μυημένων.
Όσα συνέβαιναν στην Ελευσίνα, διαιρούνταν στα “λεγόμενα”, στα “δεικνυόμενα” και στα “δρώμενα”.
Κατά πάσα πιθανότητα, τα “λεγόμενα” ήταν διάφοροι θρησκευτικοί ύμνοι. Αλλά τα “δεικνυόμενα” και κυρίως τα “δρώμενα”, ήταν εκείνα που προκαλούσαν τον τρόμο στην ψυχή των προσκυνητών και τους έκαναν να ελπίζουν και να πιστεύουν στη μετά θάνατον ζωή.
Τις νύχτες, κατά τις οποίες, έπειτα από πολλή προετοιμασία, οι μυημένοι έπαιρναν μέρος στις μυστηριώδεις τελετές, συντελούνταν προφανώς κάποιο δράμα. Κάποιο δράμα θρησκευτικό, το οποίο μπορεί να παραλληλιστεί με το σημερινό “Θείο Δράμα” των Χριστιανών, δηλαδή με τη Σταύρωση, την Ταφή και την Ανάσταση του Χριστού.
Μα, φυσικά, στην Ελευσίνα, οι μυημένοι στα Μυστήρια απολάμβαναν τη θέα του δράματος εκείνου κατά εντελώς εξαιρετικό τρόπο. Λόγω της τέχνης, της υψηλής τέχνης των αρχαίων Ελλήνων ιερέων, το δράμα των Ελευσινίων Μυστηρίων ήταν εξόχως επιβλητικό και υποβλητικό και η εντύπωση που άφηνε στην ψυχή του μυημένου ήταν ζωηρότατη και άκρως καθηλωτική.
Οι μυημένοι στα Ελευσίνια Μυστήρια έβλεπαν τον Άδη να ανοίγεται. Έβλεπαν επίσης τον Πλούτωνα, τον φοβερό θεό του Άδη να προβάλλει από τα Τάρταρα και να αρπάζει την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας. Έπειτα, να απάγει την όμορφη κόρη στα σκοτεινά κι ανήλιαγα βάθη του Κάτω Κόσμου, όπου συνέχιζαν να τυραννιούνται ο Τάνταλος, ο Προμηθέας, ο Σίσσυφος και άλλοι θεοί και ήρωες της ελληνικής μυθολογίας.
Τόσο φοβερή ήταν η εντύπωση, ώστε κανείς πλέον δεν τολμούσε να αποκαλύψει σε αμύητο τι έβλεπε και τι άκουγε κατά τη διάρκεια των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ο μυημένος ήταν απολύτως πεπεισμένος ότι ο Άδης και η πέραν του τάφου ζωή δεν ήταν μύθος, αλλά μια ζώσα πραγματικότητα.
Κυρίως τα “όργια” περιστρέφονταν γύρω από το δράμα της αρπαγής της Περσεφόνης από τον θεό Πλούτωνα. Ο μύθος είναι ο εξής:
Η θεά Δήμητρα, η οποία συγχέεται με τη Ρέα, την Κυβέλη και άλλες αρχαίες θεότητες, οι οποίες φέρουν τη συμβολική έννοια της αναπαραγωγής στη Γη, είχε κόρη την Περσεφόνη.
Ενώ, όμως, μια μέρα η νεαρή κόρη μάζευε άνθη, ο Πλούτωνας, που στον μύθο συμβολίζει τον θάνατο, βγήκε από τα Τάρταρα του Άδη, την άρπαξε και τη μετέφερε στα αβυσσαλέα του βασίλεια.
Η Δήμητρα, αν και θεά, δεν ήξερε τι είχε απογίνει η κόρη της. Και άρχισε να την αναζητά, τρελή από αγωνία. Περιέτρεχε τον ουρανό με μια δάδα και θρηνούσε για τον χαμό της Περσεφόνης, έως ότου ο Ήλιος τη λυπήθηκε και της εκμυστηρεύθηκε τι είχε προηγηθεί.
Τότε, η περίλυπη και δυστυχής Δήμητρα κατέβηκε στη Γη με τη μορφή μιας γριάς και έφτασε στην Ελευσίνα την εποχή που βασίλευε ο Κελεός. Μα, η βασίλισσα της Ελευσίνας, η Μετανείρα, η οποία φιλοξένησε τη γυναίκα, δίχως να γνωρίζει ότι ήταν η θεά, της ανέθεσε να αναθρέψει τον γιο της, τον Τριπτόλεμο.
Η Δήμητρα, ως θεά που ήταν, αποφάσισε να κάνει τον Τριπτόλεμο αθάνατο, για να δείξει την ευγνωμοσύνη της για τη φιλοξενία που έλαβε. Έτσι, την ημέρα τον έτρεφε με αμβροσία, ενώ τη νύχτα τον έκαιγε πάνω στις φλόγες για να επιτύχει τον σκοπό της.
Η μητέρα του, όμως, υποπτεύθηκε πως κάτι μυστήριο έκανε η ξένη γυναίκα στο παιδί της. Παραμόνευσε, λοιπόν, ένα βράδυ και είδε τον γιο της πάνω στις φλόγες, άτρωτο κι αλάβωτο.
Η Δήμητρα εξοργίστηκε τότε και άλλαξε αμέσως μορφή. Έγινε θεά ξανά και αξίωσε από τους κατοίκους της Ελευσίνας να αναγείρουν ναούς προς τιμήν της. Από τότε, δε, χρονολογείται η δημιουργία του ιερού χώρου της Ελευσίνας, όπου τελούνταν τα Μυστήρια.
Ακολούθησε κατόπιν η ανάβαση της Περσεφόνης στον κόσμο των ανθρώπων και η Δήμητρα, για να εκφράσει τη χαρά της, αλλά και την ευγνωμοσύνη της προς τους κατοίκους της Ελευσίνας για τη λατρεία που καθιέρωσαν, δίδαξε τη σπορά του σίτου στον Τριπτόλεμο.
Η συμβολική σημασία του δράματος αυτού της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και την επιστροφή της από τα Τάρταρα του Άδη, είναι ότι η ζωή δεν τελειώνει τη στιγμή του θανάτου, αλλά υπάρχει και πέραν του τάφου ζωή, στην οποία πίστευαν βαθιά όλοι οι μυημένοι στα αρχαία Ελευσίνια Μυστήρια.
Η πίστη τους αυτή ενισχυόταν από τις θρησκευτικές τελετές και από το δράμα, του οποίου γινόταν αναπαράσταση από τις σκηνές του Άδη, που παρουσιάζονταν θεατρικά και ανάγλυφα μπροστά στα έκπληκτα μάτια των μυημένων, εμφυτεύοντας στις καρδιές τους το ιερόν δέος.
Σύμφωνα με τον Άγγελο Τανάγρα, η πιθανή εξήγηση των Ελευσινίων Μυστηρίων, βάσει των δεδομένων της Ψυχοφυσιολογίας εκείνη την εποχή, ήταν η εξής:
Στα Μυστήρια αυτά επικρατούσε ένα φαινόμενο ισχυρότατης ομαδικής υποβολής. Οι αρχαίοι Έλληνες ιερείς, οι οποίοι πρωτοστατούσαν στις τελετές, δεν ήταν τυχαίοι άνθρωποι. Είχαν εξαιρετική μόρφωση και μεγάλη δύναμη ψυχής. Θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν τα ισχυρά μέντιουμ της εποχής. Ενδεχομένως, διέθεταν τηλεκινητικές ιδιότητες ή και άλλες ψυχοδυναμικές ιδιότητες και έτσι, μπορούσαν να κινούν αντικείμενα από απόσταση με τη δύναμη του νου, προκαλώντας τρόμο και συγκλονισμό στους μετέχοντες, αλλά και συγκεντρώνοντας λατρεία στο πρόσωπό τους.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ”, στις 23/03/1931…
0 Σχόλια: