Η έπαρση (περηφάνια) δημιούργησε λόγω επιθυμίας, όπως ανέφερε πριν ο γέρων Σωφρόνιος, μια ψεύτικη φαντασία σ' έναν μοναχό του Άγ. Ορους, στη μικρή Σκήτη της Άγ. Άννης. Όπως περιγράφεται στο Λαυσαϊκόν του Άγ. Ορους, ο μοναχός αυτός έπεσε θύμα του παμπόνηρου, που του έβαλε ιδέες ότι ήταν ο κατάλληλος για να γίνει Πατριάρχης. Στη συνέχεια ο εχθρός εμφανίστηκε στον ύπνο του με σχήμα κληρικού και του είπε ότι αυτές τις μέρες έρχεται πρεσβεία αρχιερέων από την Κωνσταντινούπολη για να τον παραλάβει και να τον εγκαταστήσει στον Οικουμενικό θρόνο. Και μια νύχτα βλέπει να φτάνει κάτω από την παραθαλάσσια καλύβα του ένα κατάφωτο πλοίο με συνοδεία, με πολλή δόξα, με λαμπάδες και εξαπτέρυγα και με φανταστικούς (ψεύτικους) κληρικούς, που, μόλις τους είδε, έσπευσε ο δυστυχής να κατέβει με τις λίγες του αποσκευές για να επιβιβαστεί (στο πλοίο). Καθώς ετοιμαζόταν όμως να απλώσει το πόδι του στο φανταστικό, μα ολοζώντανο στα μάτια του πλοίο, έκανε από καλή συνήθεια το σημείο του Τιμίου Σταυρού. Στη στιγμή εξαφανίστηκε η δαιμονική φαντασία και έμεινε ο ταλαίπωρος στην άκρη, στο χείλος εκείνης της απόκρημνης και βαθιάς θαλάσσιας αβύσσου που ανοιγόταν από κάτω.