Παλιά το καλοκαίρι, επειδή την ημέρα έκανε πολλή ζέστη, όσοι είχαν ζώα φρόντιζαν να τα κρατούν στο στάβλο την ημέρα, και τη νύχτα, που η θερμοκρασία έπεφτε, τα έβγαζαν έξω για να φάνε. Μια κυρία, κατά τις τρεις μετά τα μεσάνυχτα, πήγε στο στάβλο για να βγάλει τα ζώα της έξω. Όταν προχωρούσε για να βγει έξω από το στάβλο, άκουγε μια αλυσίδα να σέρνεται δεξιά κι αριστερά και να της κλείνει το δρόμο. Εκείνη επέμενε να περάσει. Αντίστοιχα, εξακολουθούσε και η αλυσίδα να μην της το επιτρέπει. Φοβισμένη όπως ήταν, γύρισε πίσω έβαλε ξανά τα ζώα στο στάβλο και κλείστηκε στο σπίτι της.