...Μέσα σέ λίγο διάστημα ο νέος έγινε Μοναχός καί όνομάσθηκε Δανιήλ. "Εφθασε δέ σέ πνευματικά μέτρα, γιατί ήταν άγνός όχι μόνο στό σώμα καί στήν ψυχή άλλά καί στό νού, διότι πάντα είχε καλούς λογισμούς, καί στήν καρδιά του τήν καθαρή κατοικούσε ο Χριστός. Κάποτε, λοιπόν, είχαν άνάψει τόν φοϋρνο, γιά νά ψήσουν ψωμί καί νά κάνουν παξιμάδι. 'Εκεί πού σκόρπιζε τό άναμμένα κάρβουνα μέ τό σεντράκι (μακρύ ξύλο, πού έχει στήν άκρη ένα γυριστό σίδερο), γιά νά πυρωθή όλος ο φοϋρνος έξ ίσου, άπό τήν πολλή φωτιά κάηκε τό ξύλο, και έμεινε τό σίδερο μέσα στόν άναμμένο φοϋρνο. Ο Πατήρ το είπε άμέσως στόν Γέροντά του, γιά νά μή καθυστερήσει ο φοϋρνος, καί ο Γέροντας τού άπαντάει: - Ti μέ κοιτάς; Κάνε τον Σταυρό σου και έμπα μέσα στον φούρνο νά τό βγάλης, νά μήν καθυστεροϋμε. 'Ο Πατήρ Δανιήλ έκανε τόν Σταυρό του καί μπήκε μέσα στόν αναμμένο φοϋρνο. ' Επιασε το κοκκινισμένο σίδερο μέ τά χέρια του, χωρίς νά κάνη ούτε τό παραμικρό έγκαυμα καί χωρίς νά καή μιά τρίχα από τά γένια του! Τό σπουδαιότερο δέ άπ' όλα ήταν, πού ούτε κάν τού πέρασε λογισμός ότι κάτι έκανε!